Πάρε-Δώσε

Ιστοχώρος ποικίλης ύλης
Ελληνική σημαία Πάρε-Δώσε
  • Ειδοποιήσεις

    Ενημερωθείτε άμεσα, για κάθε νέο άρθρο.
    Loading
  • Ροή σχολίων

Το νούμερο 31328 (Ηλίας Βενέζης)

  28/03/2010 | Σχολιασμός

Το νούμερο 31328 (Ηλίας Βενέζης)«Κοντεύαμε σ’ ένα ρέμα. Ακούμε μιαν εξαντλημένη γυναικεία φωνή που καλούσε. Κοιταχτήκαμε μες στα μάτια. Μας τράβηξαν προς τη φωνή. Σε λίγο τη βρήκαμε. Ήταν μια χριστιανή. Τα φουστάνια της ήταν κομμένα, πεταμένα δίπλα, απ’ τη μέση και κάτου σχεδόν γυμνή. Οι δυο γυναίκες που είχαμε μαζί μας τρέξαν κοντά της, μα οι στρατιώτες τις εμπόδισαν. Στέκαμε κάμποσα μέτρα αλάργα, και κοιτάζαμε. Ο αρχηγός του αποσπάσματος τη ρωτούσε να μάθει. Ήταν σε μια προηγούμενη αποστολή. Αυτή ήταν ετοιμόγεννη, απόβαλε, την παράτησαν εκεί να τυραγνιστεί ώσπου να πεθάνει. Πάνου στα χαμόκλαδα πηχτά κομμάτια αίμα γυάλιζαν στον ήλιο σα γιούσουρο. Ο λοχίας έφτυσε με αηδία. Η γυναίκα τραβούσε ένα στρατιώτη απ’ το πανταλόνι, να τη σκοτώσει. Αυτός γύρεψε διαταγή. Του είπαν να μην την πειράξει. Έτσι την αφήσαμε ζωντανή και προχωρήσαμε».
Απόσπασμα από το βιβλίο «Το νούμερο 31328»

Την εποχή που γράφεται και δημοσιεύεται «Το νούμερο 31328» είναι ακόμη πολύ νωπά, πρόσφατα και ανεπούλωτα τα βαθύτατα τραύματα που προκάλεσε στον εθνικό κορμό η Μικρασιατική Καταστροφή… Ο Βενέζης τόλμησε να γράψει πολύ νωρίς για τα γεγονότα της Μικρασίας και είναι ο μόνος από τους συγγραφείς μας που ασχολήθηκαν με το ίδιο θέμα ο οποίος δεν επιχειρεί απλώς τη λογοτεχνική ανάπλασή τους, αλλά αποτυπώνει στο χαρτί την προσωπική του τραυματική εμπειρία. Γεννημένος στα χώματα της πάλαι ποτέ Ιωνίας, ο Βενέζης δοκίμασε (και δοκιμάστηκε από) τη συνολική περιπέτεια που γνώρισε ο ελληνισμός των παραλίων, και όχι μόνον, της Μικρασίας. Το σύνολο των βιωμάτων του από τα παιδικά και εφηβικά του χρόνια αποτέλεσε τον πυρήνα και το σταθερό μοτίβο της δημιουργικής του γραφής. Με το ταλέντο του μπόρεσε να εκφράσει και τις τρεις φάσεις από τις οποίες πέρασε ο τότε ελληνικός πληθυσμός της Τουρκίας: Την ειρηνική (μα όχι πάντοτε ανεπίληπτη και άμεμπτη) συμβίωση με το γηγενές στοιχείο πριν από τους Βαλκανικούς Πολέμους· τους διωγμούς, τη φυγή και την προσφυγιά κατά την εποχή της Καταστροφής· την πολλαπλώς επώδυνη αφομοίωση των προσφύγων στην πατρώα γη. Θέμα του βιβλίου είναι ακριβώς η ζωή στα τάγματα εργασίας (τα περιβόητα «αμελέ ταμπουρού») τα οποία συγκροτούσαν οι Τούρκοι από τους αλλοεθνείς στρατεύσιμους όταν άρχισαν οι πρώτοι διωγμοί μετά το 1914 και στα οποία μαρτύρησαν χιλιάδες άνθρωποι το 1922, ιδίως μετά την κατάρρευση του μετώπου και την άτακτη υποχώρηση του ελληνικού στρατού. Ο Βενέζης «στρατολογήθηκε» στα τάγματα εργασίας και συγκαταλέγεται στους ελάχιστους που κατόρθωσαν να επιζήσουν. Κάτω από άθλιες συνθήκες διαβίωσης, που αποδεκατίζουν το εξαθλιωμένο πλήθος των σκλάβων-αιχμαλώτων, με το μαρτύριο της δίψας και της πείνας πάντοτε παρόν, με τις επιδημίες να θερίζουν, με ατελείωτες εξαντλητικές οδοιπορίες, με βιασμούς, λεηλασίες και κάθε τύπου αγριότητες, οι στρατολογημένοι σπάζουν πέτρες, ανοίγουν δρόμους, επισκευάζουν γέφυρες, αποκαθιστούν τις καταστροφές που είχε προκαλέσει στο προσωρινά νικηφόρο πέρασμά του ο ελληνικός στρατός, με έκδηλη τη διάθεση των Τούρκων να εκδικηθούν. Σ’ αυτή τη θλιβερή και ετοιμοθάνατη πομπή, που μετακινείται συνεχώς, ο άνθρωπος παύει να έχει προσωπικότητα, γίνεται ένας αριθμός χωρίς παρελθόν, χωρίς ιστορία και χωρίς μέλλον. Μετατρέπεται σε άθυρμα στα χέρια των αντιπάλων του, μια ύπαρξη χωρίς καμιά, κανενός είδους αξία, μέσα στη φρίκη, τον παραλογισμό και την παραφροσύνη του πολέμου. Η εφευρετικότητα που επιδεικνύουν στους τρόπους βασανισμού οι ανά τις εποχές νικητές απέναντι στους κατά καιρούς ηττημένους δεν αποτελεί προνόμιο και μοναδικότητα ενός και μόνου λαού, ούτε μπορεί να υπάρξει διαβάθμιση στις αγριότητες και στην ποικιλόμορφη έκφραση εκδικητικότητας και μίσους, όταν αποχαλινώνονται τα ανθρώπινα πάθη.
Αποσπάσματα από τον πρόλογο του βιβλίου (Δημήτρης Δασκαλόπουλος)

Το βιβλίο τούτο είναι γραμμένο με αίμα. Ένας κριτικός του σημείωνε κάποτε για το ύφος του: «Έχει κάτι απ’ τη φονική λαμπρότητα των πολεμικών όπλων, τη φονική λαμπρότητα του αδυσώπητου φωτός». Αλλά εγώ δε μιλώ για το ύφος. Λέω για την καυτή ύλη, για τη σάρκα που στάζει το αίμα της και πλημμυρίζει τις σελίδες του. Για την ανθρώπινη καρδιά που σπαράζει, όχι για την ψυχή. Εδώ μέσα δεν υπάρχει ψυχή, δεν υπάρχει περιθώριο για ταξίδι σε χώρους της μεταφυσικής. Όταν καίγεται έτσι που καίγεται εδώ, με πυρωμένο σίδερο η σάρκα, παντοδύναμη θεότητα υψώνεται αυτή, κι όλα τ’ άλλα σωπαίνουν. Έχουν να λένε πως κανένας πόνος δεν μπορεί να είναι ισοδύναμος με τον ηθικό πόνο. Αυτά τα λένε οι σοφοί και τα βιβλία. Όμως, αν βγεις στα τρίστρατα και ρωτήσεις τους μάρτυρες, αυτούς που τα κορμιά τους βασανίστηκαν ενώ πάνω τους σαλάγιζε ο θάνατος -και είναι τόσο εύκολο να τους βρεις, η εποχή μας φρόντισε και γέμισε τον κόσμο- αν τους ρωτήσεις, θα μάθεις πως τίποτα, τίποτα δεν υπάρχει πιο βαθύ και πιο ιερό από ένα σώμα που βασανίζεται. Το βιβλίο τούτο είναι ένα αφιέρωμα σ’ αυτό τον πόνο…
Ηλίας Βενέζης

Πάνω στον κορμό του βιβλίου τού Βενέζη, στηρίχτηκε και η ταινία του Νίκου Κούνδουρου «1922». Η προβολή της ταινίας είναι μέχρι και σήμερα, ουσιαστικά απαγορευμένη στην Ελλάδα, ενώ δεν έχει προβληθεί ποτέ στην Θράκη. Η ταινία απαγορεύτηκε από τον Κωνσταντίνο Καραμανλή, μετά από διαμαρτυρία του τουρκικού Υπουργείου Εξωτερικών, με το αιτιολογικό ότι δυναμιτίζει τις ελληνοτουρκικές σχέσεις. Ο Νίκος Κούνδουρος κατάφερε να εξασφαλίσει ένα αντίγραφο της ταινίας και το πρόβαλλε στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης, όπου σάρωσε τα βραβεία (καλύτερης ταινίας, σκηνοθεσίας, φωτογραφίας, Α’ ανδρικού ρόλου [Βασίλης Λάγγος] και Α’ γυναικείου ρόλου [Ελεωνόρα Σταθοπούλου]). Το 1982, με παρέμβαση του ελληνικού Υπουργείου Εξωτερικών, απαγορεύθηκε η προβολή της ταινίας και στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Βουδαπέστης.

Το ένοχο κι αντεθνικό παρελθόν του ΚΚΕ

  07/03/2010 | Σχολιασμός

Έμβλημα του ΚΚΕΤα πρώιμα χρόνια της ελληνικής Αριστεράς και η Φεντερασιόν του Αβραάμ Μπεναρόγια
Μέχρι τα πρώτα χρόνια του 20ού αιώνα η ελληνική Αριστερά διέπονταν από την ιδεολογία της κοινωνικής απελευθέρωσης, σε συνδυασμό με το αίτημα για την απελευθέρωση των λαών που ήταν υπόδουλοι στην Οθωμανική Αυτοκρατορία. Με κεντρικές μορφές, όπως ο σημαντικότερος Έλληνας σοσιαλιστής της εποχής, ο Σταύρος Καλλέργης, ο Μαρίνος Αντύπας, ο Νίκος Γιαννιός, ο Γεώργιος Σκληρός κ.ά., το σοσιαλιστικό κίνημα που κινούνταν στα όρια του ελλαδικού χώρου, θα ερχόταν αντιμέτωπο με νέα δεδομένα, όταν θα πραγματοποιούνταν η ενσωμάτωση της Θεσσαλονίκης και της Μακεδονίας: Στην Βόρεια Ελλάδα, το εβραιοβουλγαρικό σοσιαλιστικό κίνημα είχε πολύ μεγαλύτερη επιρροή, σε μια βάση διαφόρων εθνοτήτων που αποτελούσαν την περίφημη «μακεδονική σαλάτα».

Όταν απελευθερώθηκε η Θεσσαλονίκη από τον ελληνικό στρατό τον Οκτώβριο του 1912, οι μόνοι που αισθάνθηκαν απελευθερωμένοι, ήταν οι Έλληνες, οι οποίοι όμως μειοψηφούσαν σε πληθυσμό εκείνη την εποχή στην πόλη (σε σύνολο 150.000, οι Έλληνες ήταν 40.000, οι Εβραίοι 60.000, οι Τούρκοι 45.000 και οι λοιπές εθνότητες 5.000). Η μεγαλύτερη κοινότητα της Θεσσαλονίκης, η εβραϊκή, δεν είδε με καθόλου καλό μάτι την αλλαγή του καθεστώτος. Οι Εβραίοι, στα πλαίσια της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, την οποία θεωρούσαν ως πατρίδα τους, έλεγχαν κάθε οικονομική δραστηριότητα. Τα νέα δεδομένα, προκαλούσαν γι’ αυτούς οικονομικές απώλειες, καθώς η αποχώρηση των ηττημένων αποτελούσε και απώλεια χρεών. Επιπλέον, τα όρια της ελληνικής επικράτειας, ήταν σαφώς πιο στενά απ’ αυτά της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, στα οποία δρούσαν πριν εμπορικά και αυτή τη φορά έβλεπαν στα πρόσωπα των Ελλήνων τον κίνδυνο του ανταγωνισμού, τον οποίον δεν είχαν με τους μουσουλμάνους και τους Βούλγαρους, οι οποίοι περιορίζονταν στις αγροτικές ασχολίες και στο «χαμαλίκι». Εκτός όμως των οικονομικών λόγων, υπήρχε και ο φόβος των αντιποίνων, καθώς η εβραϊκή κοινότητα, όχι μόνο είχαν ενισχύσει οικονομικά τον πόλεμο των Τούρκων εναντίον των Ελλήνων, πραγματοποιώντας έρανο, με το τεράστιο ποσό των 650.000 χρυσών λιρών, αλλά μέλη της είχαν δημιουργήσει στρατιωτικό σώμα εθελοντών, για να πολεμήσουν στο πλευρό των Τούρκων κι εναντίον των Ελλήνων (δημοσίευμα εφημερίδας «Εστία», 9 Οκτωβρίου 1912). Εξ άλλου, ήταν ακόμη νωπές οι μνήμες από τον λιθοβολισμό Ελλήνων αιχμαλώτων, από Εβραίους στην Θεσσαλονίκη. Υπό αυτές τις συνθήκες και παρ’ ότι ο Βενιζέλος είχε φροντίσει να καθησυχάσει την εβραϊκή κοινότητα παραχωρώντας τους και ιδιαίτερα προνόμια (π.χ. εξαγορά στρατιωτικής θητείας, διατήρηση της αργίας του Σαββάτου, διατήρηση της ισπανοεβραϊκής γλώσσας στις οικονομικές συναλλαγές κ.ά.), οι Εβραίοι ξεκίνησαν προσπάθειες «διεθνοποίησης» της πόλης στέλνοντας εκκλήσεις, πότε στους Βούλγαρους για να προστατέψουν με περιπολίες τις εβραϊκές συνοικίες, πότε στους Αυστριακούς, με αίτημα αυτή τη φορά, να προσαρτήσουν την Θεσσαλονίκη και την Μακεδονία, στην Αυστρουγγαρία, και πότε αποστέλλοντας επιτροπή στο Λονδίνο με αίτημα την αυτονόμηση της Μακεδονίας.

Δημοσίευμα της εφημερίδος «ΕΜΠΡΟΣ» (29 Απριλίου 1913)

Ένα από τα κινήματα αυτονόμησης της Μακεδονίας και της Θράκης, ήταν το εργατικό σωματείο «Εργατική Σοσιαλιστική Ομοσπονδία Θεσσαλονίκης» πιο γνωστό με τον ισπανοεβραϊκό τίτλο «Φεντερασιόν», το οποίο είχε ιδρυθεί το 1909 από τον Εβραίο τυπογράφο, βουλγαρικής καταγωγής, Αβραάμ Μπεναρόγια και τον επίσης Εβραίο Κουν Βεντούρα. Η Φεντερασιόν, που αποτελούνταν κυρίως από Εβραίους και Βούλγαρους, αρχικά ήταν ανοιχτά υπέρ των Νεότουρκων και κατά του διαμελισμού της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Η οργάνωση εκπροσωπούνταν μάλιστα από το 1910 στο οθωμανικό κοινοβούλιο, με τον Βούλγαρο Ντίμιταρ Βλάχοφ. Προσγειωμένος όμως στην ωμή πραγματικότητα της προσάρτησης της Μακεδονίας στην Ελλάδα και κάτω από την διεθνή αντίληψη που υπήρχε για το μέλλον της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, ο Μπεναρόγια αναπροσάρμοσε την τακτική του και κάτω από τον σοσιαλιστικό μανδύα, προπαγάνδιζε μέσα από την εφημερίδα της οργάνωσης «Αβάντι», την αυτόνομη ομοσπονδία της Μακεδονίας, ως τμήμα μιας Βαλκανικής Ομοσπονδίας.

Γράφει για την Φεντερασιόν, ο διατελέσας προσωρινός Γενικός Γραμματέας του ΚΚΕ (1925-1926) και βουλευτής (1926-28), Ελευθέριος Σταυρίδης («Τα Παρασκήνια του ΚΚΕ»):
Ανάγνωση ολόκληρου του θέματος »

Η κατάρα της Ασίας (Τζορτζ Χόρτον)

  14/04/2009 | Σχολιασμός

«Στο βιβλίο αυτό βρίσκαμε επί τέλους την αλήθεια για την καταστροφή της Σμύρνης και για τη σφαγή μεγάλου μέρους απ’ τους κατοίκους της, γραμμένη από έναν αυτόπτη μάρτυρα. Ο συγγραφέας των σελίδων πού ακολουθούν, είναι ευτυχώς ένας άνθρωπος πού δεν εμποδίζεται να ειπεί, ό,τι ξέρει, από πολιτικούς λόγους η από οποιαδήποτε επίδραση φόβου η συμφέροντος. Δίνει ολόκληρη τη διήγηση του αγρίου αφανισμού του Χριστιανικού πληθυσμού σε όλη την έκταση και το πλάτος της Παλαιάς Βυζαντινής Αυτοκρατορίας μ’ ένα σαφή και πειστικό τρόπο. Το ότι είκοσι αιώνες μετά Χριστόν μπόρεσε ένας μικρός και οπισθοδρομικός λαός, όπως οι Τούρκοι, να διαπράξει τέτοια εγκλήματα εναντίον του πολιτισμού και της προόδου του κόσμου, είναι ένα ζήτημα πού θα έπρεπε να κάμει όλους τους ευσυνείδητους λαούς να σταθούν και να σκεφτούν ο συγγραφέας όμως δείχνει με αναντίρρητο τρόπο ότι τα εγκλήματα αυτά διαπράχθηκαν χωρίς αντίσταση εκ μέρους οιουδήποτε χριστιανικού έθνους και ότι η τελευταία εκείνη φρικτή σκηνή στη Σμύρνη εκτελέστηκε σε απόσταση ολίγων μέτρων από ένα ισχυρότατο συμμαχικό και αμερικανικό στόλο.

Εκωφεύσαμε στις απελπισμένες κραυγές για βοήθεια των Χριστιανών πού πεθαίνανε, αν και ξέραμε καλά πώς η Αμερική ήταν η μοναδική ελπίδα τους, και τώρα είναι φανερό πώς υπάρχει στη χώρα μας μια τάση πού ολοένα μεγαλώνει, να συγκαλύψουμε τα εγκλήματα των Τούρκων και να τους δώσουμε συγχωροχάρτι γι’ αυτά, για να επιτύχουμε υλικά οφέλη απ’ αυτούς. Ο συγγραφέας υποστηρίζει ότι αυτό δεν πρέπει να γίνει, εφόσον οι Τούρκοι έδειξαν τόσο μεγάλη περιφρόνηση σε κάθε ανθρωπισμό πού δεν μπορεί κανείς να παραβλέψει και η αλήθεια είναι ολοφάνερη. Έχει τη γνώμη πώς τα υψηλά Ιδανικά είναι ανώτερα από το πετρέλαιο και απ’ τους σιδηροδρόμους και πώς οι Τούρκοι δεν θα έπρεπε να γίνουν δεκτοί στην κοινωνία των έντιμων εθνών, ωσότου δείξουν ειλικρινή μετάνοια για τα εγκλήματα τους.

Η συναδέλφωση μαζί τους με οιουσδήποτε άλλους ορούς δημιουργεί την υποψία μικροπρέπειας αλλά και συνενοχής. Απ’ τη θαρραλέα παρρησία αυτού του βιβλίου γίνεται φανερό στον αναγνώστη ότι χρειαζόταν μεγάλο θάρρος για να γραφεί, και ότι εκείνος πού το έγραψε δεν ήταν δυνατό να έχει κανένα άλλο κίνητρο απ’ την επιθυμία να κάμει γνωστή την αλήθεια επάνω σε ζητήματα πού έχουν τεράστια σημασία για τον κόσμο να τα μάθει».
James W. Gerard

«Έχουν γραφεί πολλά βιβλία και εκατοντάδες άρθρα σχετικά με τη σημασία και τα αίτια της Μικρασιατικής καταστροφής. Εκείνος όμως πού έγραψε το πιο εμπεριστατωμένο και στηριγμένο σε αυθεντικές πηγές βιβλίο σχετικά με το ζήτημα αυτό, είναι ο Αμερικανός διπλωμάτης και συγγραφεύς Τζορτζ Χόρτον (George Horton), πού έζησε στο δεύτερο ήμισυ του 19ου και τις πρώτες δεκαετίες του 20ου αιώνα και υπηρέτησε επί πολλά χρόνια σαν Γενικός Πρόξενος των ΗΠΑ στη Θεσσαλονίκη και στη Σμύρνη. Το βιβλίο αυτό δημοσιεύθηκε στα Αγγλικά το 1925 και έχει τον τίτλο «The blight of Asia» (Η κατάρα της Ασίας, ή η μάστιγα της Ασίας), με τον όποιο ο συγγραφεύς χαρακτηρίζει την τουρκική φυλή και τις αφάνταστες καταστροφές, πού η φυλή αυτή προξένησε, αφού εμφανίσθηκε στο προσκήνιο της ιστορίας, σε όλη την ανθρωπότητα και προ πάντων στους χριστιανικούς λαούς. Στο βιβλίο αυτό ο συγγραφεύς, με απόλυτη αντικειμενικότητα, παρρησία και σθένος περιγράφει και αποδεικνύει με ατράνταχτα επιχειρήματα και με βάση τα ιστορικά γεγονότα 4 κυρίως πράγματα:
1) Τη θαυμαστή ικανότητα του ελληνικού έθνους να δημιουργεί πολιτισμούς.
2) Τα βάρβαρα ένστικτα και τη φοβερή ικανότητα της τουρκικής φυλής να καταστρέφει πολιτισμούς και να εξοντώνει τα έθνη πού τους δημιούργησαν.
3) Τα βαθύτερα αίτια της νίκης του Μουσταφά Κεμάλ στη Μικρά Ασία.
4) Τη βαρύτατη ευθύνη ορισμένων Μεγάλων Δυνάμεων της Δύσεως σχετικά με την κοσμοϊστορική μεταβολή πού είχε σαν αποτέλεσμα η νίκη αυτή επί της φυλετικής συνθέσεως των πληθυσμών πού κατοικούσαν επί δεκάδες αιώνων στο χώρο της Βυζαντινής και αργότερα της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Στο ίδιο βιβλίο ο Τζορτζ Χόρτον αναλύει με θαυμαστό τρόπο τα στοιχεία και την ουσία των δύο θρησκειών, του Χριστιανισμού και του Ισλαμισμού και τονίζει την βασική αντίθεση μεταξύ των από άποψη κοσμοθεωριακή, φιλοσοφική και ηθική και την αντίστοιχη επίδραση επάνω στην πολιτιστική εξέλιξη των λαών πού δέχθηκαν τη μία η την άλλη απ’ τις δυο αυτές θρησκείες».

Ο μεταφραστής Γ.Λ. Τσελίκας.

Θα πρέπει να σημειωθεί, ότι λόγου του ότι η σύζυγος του Χόρτον ήταν Ελληνίδα κι ως εκ τούτου θα μπορούσε βασίμως να ισχυριστεί κάποιος, ότι ο συγγραφέας του βιβλίου μεροληπτεί επηρεαζόμενος συναισθηματικά, ο Χόρτον, αν και είναι διάχυτη η χριστιανική επιρροή πάνω του, προσπαθεί να αποφύγει αυτόν τον σκόπελο, παραθέτοντας κατά κύριον λόγον μαρτυρίες τρίτων κι όχι μόνο δικές του.

Η δίκη των έξι

  08/02/2009 | Σχολιασμός

Η δίκη των έξι«Οι Έλληνες ήταν πρώτης τάξεως πολεμιστές και σίγουρα, κάμποσα σκαλοπάτια παραπάνω από το στρατό του Κεμάλ. Αυτή είναι η άποψη του Γουίταλ. Πιστεύει ότι οι τσολιάδες θα είχαν καταλάβει την Άγκυρα και θα είχαν τελειώσει τον πόλεμο αν δεν είχαν προδοθεί.
Όταν ο Κωνσταντίνος ήρθε στην εξουσία όλοι οι Έλληνες αξιωματικοί που ήταν σε επιτελικές θέσεις υποβαθμίστηκαν αμέσως σε χαμηλότερα πόστα. Πολλοί απ’ αυτούς είχαν πάρει τα γαλόνια τους με ανδραγαθήματα στο πεδίο της μάχης. Ήταν έξοχοι πολεμιστές και σπουδαίοι ηγέτες. Αυτό δεν εμπόδισε το κόμμα του Κωνσταντίνου να τους διώξει και να τους αντικαταστήσει με αξιωματικούς που δεν είχαν ακούσει ποτέ τους να πέφτει ούτε μια ντουφεκιά. Αυτό είχε σαν αποτέλεσμα να σπάσει το μέτωπο».

Έρνεστ Χέμινγουεϊ (Αμερικανός συγγραφέας και πολεμικός ανταποκριτής στο μικρασιατικό μέτωπο).

Με τον όρο «Δίκη των έξι» (ή «Δίκη των εξ») έχει καταγραφεί στην ελληνική ιστορία η δίκη ενώπιον έκτακτου στρατοδικείου στο οποίο παραπέμφθηκαν απο την Επαναστατική Επιτροπή για να τιμωρηθούν οι θεωρούμενοι ως υπεύθυνοι για τις συνέπειες της Μικρασιατικής εκστρατείας, κοινώς για την Μικρασιατική Καταστροφή: Γεώργιος Χατζηανέστης, διοικητής της στρατιάς της Μικράς Ασίας, Δημήτριος Γούναρης, πρώην πρωθυπουργός, Μιχαήλ Γούδας, υποναύαρχος και πρώην υπουργός, Ξενοφών Στρατηγός, υποστράτηγος και πρώην υπουργός, Νικόλαος Στράτος, πρώην πρωθυπουργός, Πέτρος Πρωτοπαπαδάκης, πρώην πρωθυπουργός, Νικόλαος Θεοτόκης και Γεώργιος Μπαλτατζής, υπουργοί επι των στρατιωτικών και οικονομικών στην κυβέρνηση Γούναρη αντίστοιχα.

Αν και οι κατηγορούμενοι ήταν οκτώ, η ονομασία «Δίκη των έξι» δόθηκε λόγω των έξι εκτελέσεων που τελικώς αποφασίστηκαν και πραγματοποιήθηκαν την ίδια σχεδόν ημέρα στο Γουδί. Το περιστατικό αυτό αποτελεί την κορύφωση αλλά και τον επίλογο του Εθνικού Διχασμού.

Όταν κατέρρευσε το μικρασιατικό μέτωπο, ο ελληνικός στρατός υποχώρησε και κατευθύνθηκε προς τα νησιά του Αιγαίου. Οι αξιωματικοί ένιωθαν προδομένοι και εκτεθιμένοι στις διαθέσεις του Κεμάλ, από τις παλινωδίες αλλά και τις σκοπιμότητες των πολιτικών παιχνιδιών που διαδραματίζονταν στην Αθήνα, όλο αυτό το διάστημα που αυτοί πολεμούσαν στην Μικρά Ασία. Μπροστά στην ανικανότητα των κυβερνήσεων να διαχειριστούν την κρίση, ξέσπασε το Κίνημα της 11ης Σεπτεμβρίου 1922 στην Χίο και τη Λέσβο υπό τον Στυλιανό Γονατά, τον Δ. Φωκά και τον Νικόλαο Πλαστήρα, οι οποίοι σχημάτισαν επαναστατική επιτροπή κηρύσσοντας επανάσταση. Παράλληλα ο στρατιωτικός Θεόδωρος Πάγκαλος μαζί με μια ομάδα αξιωματικών, προσκείμενων προς το κόμμα των Φιλελευθέρων, συνέλαβε πλειάδα πολιτικών και τους οδήγησε στην αστυνομική διεύθυνση Αθηνών. Κατά τη διάρκεια της ανακρίσεως οι κρατούμενοι βρίσκονταν σε απομόνωση
Ανάγνωση ολόκληρου του θέματος »

«Φύγε απ’ εδώ άνθρωπε μ ι κ ρ έ» και «Οίκαδε» – Δύο άρθρα του 1922, που έγραψε ο Γεώργιος Βλάχος στην «Καθημερινή»

  07/02/2009 | Σχολιασμός

Γεώργιος Α. ΒλάχοςΟ περισσότερος απλός κόσμος, γνωρίζει τον Ιωάννη Μεταξά για δύο κυρίως λόγους:
1. Ήταν δικτάτορας.
2. Είπε το «ΟΧΙ» στους Ιταλούς το 1940.

Υπάρχει όμως και μια σελίδα στην ιστορία του Ιωάννη Μεταξά, η οποία δεν είναι ευρέως γνωστή. Εκτός του ότι έπαιξε σημαντικό ρόλο κι αυτός στον Εθνικό Διχασμό (ήταν βασιλόφρων κι επομένως αντιβενιζελικός), την άνοιξη του 1921, αρνήθηκε τις κρίσιμες εκείνες στιγμές της Μικρασιατικής Εκστρατείας, να βοηθήσει (και λόγω της εμπειρίας του στους Βαλκανικούς Πολέμους) όταν του προτάθηκε η αντιστρατηγία και στην συνέχεια η αρχιστρατηγία του μικρασιατικού στρατού. Αντ’ αυτού περιορίστηκε να παίξει τον ρόλο της Κασσάνδρας προφητεύοντας την επικείμενη κατάρρευση του μετώπου. Η θέση βέβαια του Μεταξά για την Μικρασιατική Εκστρατεία, ήταν ανέκαθεν γνωστή: Πίστευε ότι δεν θα έπρεπε να γίνει και είχε προεξοφλήσει μάλιστα από το 1914 την ήττα του ελληνικού στρατού σε ενδεχόμενη απόβαση στην Μικρά Ασία.

Όταν επήλθε πια η κατάρρευση του μικρασιατικού μετώπου, η οποία λίγες μέρες μετά οδήγησε στην Μικρασιατική Καταστροφή, στην Ελλάδα γινόταν πολιτικές ζυμώσεις για την νέα κυβέρνηση που θα αναλάμβανε τα ηνία και την υποχρέωση να «μαζέψει τα κομμάτια της». Ανάμεσα λοιπόν στους διεκδικητές της εξουσίας, ήταν και ο Ιωάννης Μεταξάς με το κόμμα των «Ελευθεροφρόνων». Αυτή η κίνηση του Μεταξά θεωρήθηκε προκλητική και βασανιστική για την κοινή λογική (λόγω της προηγούμενης στάσης του στο μικρασιατικό ζήτημα) και εξαιτίας αυτού του γεγονότος, ο Γεώργιος Βλάχος, στις 25-8-1922 (7 Σεπτεμβρίου 1922 με το νέο ημερολόγιο), δημοσίευσε ένα δηκτικό και αιχμηρότατο άρθρο στην «Καθημερινή»:

«Ένας κύριος εισέρχεται εις την σχολήν των ευελπίδων, τρέφεται εκεί και εκπαιδεύεται, όπως όλοι οι μαθηταί, δι’ εξόδων σχεδόν του Κράτους. Γίνεται ανθυπολοχαγός, φορεί γαλόνια, του κάμουν σχήματα οι στρατιώται, παραμερίζουν οι πολίται όταν περνά, είναι αξιωματικός παίρνει μισθόν. Προάγεται. Σήμερον λοχαγός, αύριον ταγματάρχης, μεθαύριον συνταγματάρχης, έπειτα αντιστράτηγος. Και τα έτη αυτά πληρώνεται, είναι σεβαστός, είναι σπουδαίος. Το κράτος εις το οποίον εστοίχησε τόσα, γυρίζει τον βλέπει, τον καμαρώνει:
– Ιδού ένας κύριος, τον οποίο ανέθρεψα, εμεγάλωσα, ετίμησα, επλήρωσα, δια να τον έχω την στιγμήν της ανάγκης. Οιασδήποτε ανάγκης αυτής την οποία κρίνω εγώ και υπέρ ης θυσιαστεί ασυζητητί αυτός. Διότι θυσιάζονται άλλοι: χωρικοί, εργάται, άνθρωποι του γραφείου, πολίται και πολίται μηδεμίαν πραγματικήν έχοντες προς εμέ υποχρέωσιν, όταν εγώ το ζητήσω.

Αυτά σκέπτεται το Κράτος. Και η στιγμή έρχεται: Μία εκστρατεία. Το Κράτος καλεί δεξιά και αριστερά τους Έλληνας, παιδιά δεκαοκτώ ετών, αφίνουν τα θρανία, άνθρωποι οικογενειάρχαι κλείνουν το σπίτι, το μαγαζί, ζώνονται τις παλάσκες, τον γυλιόν, τα φυσέκια, αποχαιρετούν άλλοι με ενθουσιασμόν, άλλοι με δάκρυα και στενοχωρίαν, και τρέχουν εκεί που τους στέλνει το Κράτος. Που πηγαίνουν; Δεν ερωτούν! Τι θα γίνη, δεν ξεύρουν. Εμπρός παιδιά! Και πηγαίνουν εμπρός. Σκοτωθήτε παιδιά! Και σκοτώνονται. Και όλοι είναι παιδιά; Όχι. Είναι και άνθρωποι προ πολλού καταβάλοντες βαρύν τον φόρον των θυσιών προς την πατρίδα, άνθρωποι κουρασθέντες από τα πολεμικά, άνθρωποι ξένοι προς της νίκης τα αγαθά και προς της δόξης τα κέρδη. Εν τούτοις πηγαίνουν. Διότι έτσι είναι, διότι έτσι γίνεται. Διότι ο πολίτης δεν παζαρεύει με την Πατρίδα.

Τότε έρχεται και η σειρά του κ. Αντιστρατήγου:
– Περάστε κ. Αντιστράτηγε. Σας χρειαζόμεθα. Αρχηγόν του στρατού. Αρχηγόν του Επιτελείου, αυτό ή εκείνο… λέγει πνιγμένον από την ανάγκην το Κράτος.
– Δεν πάω, λέει ο κ. Αντιστράτηγος.
– Διατί;
– Διότι η εκστρατεία αυτή δεν μου αρέσει. Διότι θα αποβή ολεθρία, διότι τα πράγματα θα πάνε έτσι κι’ έτσι…

Και ο κ. Αντιστράτηγος προμαντεύει την καταστροφήν. Και το Κράτος; Το Κράτος το οποίον εφήρμοσε τον νόμον περί ληστείας δια να συλλάβει τους ανυποτάκτους, της υπαίθρου της χώρας, το οποίο εφάνη αμείλικτον όταν κανείς τσοπάνης, πατήρ τεσσάρων ή πέντε τέκνων, δεν προσήλθεν εν καιρώ, κουνεί το κεφάλι του, μετρά τα έξοδα και τους μισθούς που επλήρωσε, καμαρώνει τα γαλόνια και τους βαθμούς και τον αφίνει και φεύγει. Τότε εις την έξοδον τον συλλαμβάνει ένας δημοσιογράφος -ο δημοσιογράφος είναι εν ζωή και γράφει αυτήν τη στιγμήν- και του λέγει:
– Κύριε Αντιστράτηγε, κάτι εκρυφάκουσα από την πόρτα: Θεωρείτε την εκστρατείαν καταστρεπτικήν; Έτσι την νομίζω και εγώ. Έρχεσθε εσείς με το κύρος σας και εγώ με την πένναν μου, να του ειπούμε εις τον κόσμον; Διότι είναι φοβερόν, να ξέρετε ότι θα επέλθη μία καταστροφή και ούτε να την καταστήσετε ίσως μικροτέραν, ούτε να επιχειρήτε να την σταματήσετε, εκ φόβου ότι θα χάσετε αγαθά της προφητείας.

Αλλ’ ο κ. Αντιστράτηγος θεωρεί τούτο καταστρεπτικό. Και σιωπά και πηγαίνει εις το Φάληρον και κλειδώνεται και περιμένει. Τι περιμένει; Περιμένει ως κόραξ την καταστροφήν, τον θάνατον, από τον οποίο πρόκειται να τραφεί η φιλοδοξία του. Κάτω εις τα πεδία των μαχών γίνονται λάθη. Ο Αντιστράτηγος τα γνωρίζει και σιωπά. Γίνονται επιχειρήσεις μέλλουσαι να φέρουν την προφητευθείσαν καταστροφήν. Ο κ. Αντιστράτηγος τας γνωρίζει και σιωπά.

Και όταν η καταστροφή επήλθε, όταν κλαίουν όλα γύρω του, όταν ο οίκος της Ελλάδος επληρώθη από τραυματίας, νεκρούς, πρόσφυγας, δυστυχίαν, ο κ. Αντιστράτηγος
Ανάγνωση ολόκληρου του θέματος »

 
Εναλλαγή σε εμφάνιση φορητής συσκευής