Όσοι έχουν ψάξει λίγο στα βοθρολύματα της ιστορίας του ΚΚΕ (και δυστυχώς δεν είναι κι αρκετοί αυτοί), πιθανότατα να έχουν λάβει γνώση για τις προθέσεις του σταλινικού αυτού μορφώματος να δημιουργήσει «ανεξάρτητη» Μακεδονία και Θράκη, με σκοπό αυτές να ενταχθούν σε μια βαλκανική κομμουνιστική ομοσπονδία υπό την αιγίδα του μεγάλου «πατερούλη» Στάλιν.
[Ναι, ναι… Πρόκειται για το ίδιο κόμμα, που έχει καταφέρει να ενοχοποιήσει όσους δεν ήταν και δεν είναι κομμουνιστές, σαν «φασίστες», «γκεσταπίτες», «δωσίλογους», «γερμανοτσολιάδες» και «προδότες». (Στις μέρες μας μάλιστα, έχει φθάσει να θεωρείται, ότι το να είσαι αντικομμουνιστής, ισοδυναμεί περίπου με ύβρι κατά της δημοκρατίας). Μιλάμε δηλαδή, για τον ορισμό του θράσους…]
Δυστυχώς όμως, οι άνωθεν προθέσεις, τις οποίες οι ξενοκίνητοι κομμουνιστές τις υποστήριξαν και με τα όπλα, δεν αποτελούν τον πάτο στο βαρέλι με τα σκατά της «ένδοξης» ιστορίας του -μιας ιστορίας, που δυστυχώς αγνοούν και οι ίδιοι οι οπαδοί του.
Κατά την διάρκεια του Συμμοριτοπόλεμου (αυτόν, που χάριν της πολιτικής ορθότητος αποκαλείται «Εμφύλιος»), οι σταλινίσκοι του ΚΚΕ, απέδειξαν ότι δεν είχαν κανέναν φραγμό και κανέναν ενδοιασμό για τα μέσα που θα χρησιμοποιούσαν, αρκεί να έφταναν στον στόχο τους, ακόμη κι αν αυτός ο στόχος προϋπόθετε διαμελισμό της Ελλάδος … Ανάγνωση ολόκληρου του θέματος »
«Τους διέταζα να γδυθούν κι ύστερα τους έβαζα να γονατίσουν στο χώμα και να σκύψουν το κεφάλι πάνω σε μεγάλες πέτρες, που είχα αραδιάσει έξω από τα Διυλιστήρια της Ούλεν. Τότε έπαιρνα ένα τσεκούρι και τους έδινα μια τσεκουριά πίσω στο κεφάλι και αν δεν τους αποτελείωνα με την πρώτη, τους έδινα και δεύτερη και τρίτη, ώσπου “να τα βροντήξουν”… Άλλα παλικάρια, όπως ο Τζογανάκος και ο Μακαρόνας, τους έδιναν κάμποσες μαχαιριές στην καρδιά και κατόπιν ερχόταν αλλουνού η σειρά. Όταν κουραζόμουν, έπαιρνε άλλος τη θέση μου…». (Στέφανος Λιόλιος, δήμιος του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ)
«Στην περιφέρεια Κονίτσης εκτελούσαν κατά ομάδες πολίτες, μητέρες, γέροντες, παπάδες, ως δήθεν “πράκτορες του μοναρχοφασισμού”. Ο κόσμος έτρεμε, ακούγοντας το όνομα “πράκτωρ”. Αλίμονο σ’ εκείνον που θα είχε την τύχη να του πέσει τέτοιος χαρακτηρισμός. Και τέτοιους χαρακτηρισμούς ήταν εύκολα να κάμει και ο πιο άξεστος συμμορίτης και διά μόνο τον λόγο, ότι κάποιος του αρνήθηκε να δώσει το ζώο ή ένα κομμάτι ψωμί… Από μερικά κομματικά μέλη άκουσα, μου ήλθε στα αυτιά μου, μια φοβερή είδησις. Πως κάτι παιδιά του Παιδομαζώματος από τη Ρουμανία, εστάλησαν να πολεμήσουν στην Ελλάδα!… Αισθάνθηκα τη μεγαλύτερη ντροπή! Συλλογιζόμουν το κατάντημά μας! Την ψευτιά μας! Την δολιότητα! Την απάτη! Την προδοσία! Την κακουργία και το έγκλημα! Γελάσαμε τους γονείς πως τα παιδιά θα “ζούσαν ευτυχισμένα, μακρυά από αεροπλάνα και πολέμους”! Και τώρα, μετά από έναν χρόνο “ανάπαυση” τα στέλναμε στον πόλεμο! Να πολεμήσουν εναντίον εκείνων που όφειλαν να σέβονται! Σκέφθηκα, ότι δεν είχαμε ούτε μιας δεκάρας φιλότιμο! Διότι αν είχαν έστω και μιας δεκάρας φιλότιμο εκείνοι που διέπραξαν τέτοιο ανοσιούργημα, έπρεπε να πέσουν στον Δούναβη να ξεπλύνουν την ντροπή και το αίσχος απ’ το κατάντημά τους! Αλλά που ντροπή!». (Γεώργιος Μανούκας, εκ των υπευθύνων του Παιδομαζώματος)
«Σκότωναν φτωχές γυναικούλες γιατί έπλεναν ρούχα Ιταλών ή Γερμανών στρατιωτών. Θανάσιμο έγκλημα, επαίσχυντη αντιπατριωτική πράξη. Από πόσο πατριωτικό πάθος θα φλέγονταν αυτός ο λεβέντης για να σκοτώσει μια μάνα που έπλενε ρούχα για ένα κομμάτι ψωμί για τα παιδιά της. Σκότωσαν εργάτες γιατί δούλευαν σε γερμανικές επιχειρήσεις. Στους ομαδικούς τάφους που άνοιξαν στο Περιστέρι, μπροστά στην αντιπροσωπεία των αγγλικών εργατικών συνδικάτων όλα τα πτώματα φορούσαν μπαλωμένα κουρέλια και τα χέρια τους ήταν χέρια εργατών… Σκότωσαν γυναίκες γιατί από την πείνα ή για να σώσουν τα παιδιά τους δόθηκαν για μια πανιότα ή για μια κονσέρβα σε Ιταλούς ή Γερμανούς στρατιώτες… Χιλιάδες αθώοι ανύποπτοι άνθρωποι σφαγιάσθηκαν δίχως να ξέρουν γιατί, ούτε αυτοί ούτε εκείνοι που εν ψυχρώ τους εκτελούσαν. Ολόκληρες οικογένειες έχουν ξεκληριστεί με το πρόσχημα της συνεργασίας με τον εχθρό, ενώ στην πραγματικότητα κρύβονταν πίσω απ’ αυτά οικογενειακά ή προσωπικά μίση… Δρούσε ακόμα στις πόλεις για λογαριασμό του ΕΑΜ και η ΟΠΛΑ. Πρόκειται για τους φονιάδες που χρησιμοποιούσε το ΚΚΕ στην Κατοχή… Αυτήν την ηρωική πλευρά του “Εθνικού Έπους”, ίσως από μετριοφροσύνη δεν την αναφέρουν στους πανηγυρισμούς της Εθνικής Αντίστασης!». (Άγις Στίνας, παλαιό στέλεχος και βουλευτής του ΚΚΕ)
«Στην Απάνω Μεσσήνη, ρίχναμε πολύ διαφωτιστικό υλικό. Θέλαμε να σπάσουμε τον πάγο του πληθυσμού και την “ηττοπάθειά” του. Τον καλούσαμε να πάρει θέση. Η Οιχαλία είναι ένα μεγάλο κεφαλοχώρι της Απάνω Μεσσήνης. Κάθε Κυριακή γίνεται εκεί μεγάλο παζάρι, που εξυπηρετεί τον πληθυσμό της Μεσσηνίας—Αρκαδίας. Ένα Σάββατο βράδυ, μπήκε ένας λόχος μας στο χωριό, κατά τον Οκτώβριο 1948. Όπου υπήρχε μαγαζί ανοίχτηκε, από τσαγκάρικο, εμπορικό, μέχρι φαναρτζίδικο. Γιόμισαν οι δρόμοι του χωριού σπασμένες πόρτες, τζάμια, παραθυρόφυλλα. Ούτε ένας κάτοικος δεν βγήκε στο παράθυρο να διαμαρτυρηθεί. Χάλαγε ο κόσμος από τους βρόντους της βαριάς και από το τρίξιμο των λοστών. Όσοι χωριάτες, άλλων μακρινών χωριών, είχαν πάει από βραδύς στην Οιχαλία, με τις πραμάτειες των, και είχαν πλαγιάσει στους δρόμους, τσαλαπατήθηκαν και οι ίδιοι και οι πραμάτειες τους. Το πρωί-πρωί, βγήκε δειλά-δειλά ο πληθυσμός. Οι δρόμοι ήταν γιομάτοι γνέματα, μπογιές βαφής, πρόκες, καλαπόδια, τσαλαπατημένες ντομάτες και μελιτζάνες. Οι αντάρτες δεν είχαν αφήσει τίποτα στα μαγαζιά. Όσα δεν χρειάζονταν, τα πέταγαν στους δρόμους. Τ’ άλλα χωριά, που ήρθαν πρωί στο παζάρι για να ψωνίσουν, βρήκαν γιομάτους τους δρόμους με προκηρύξεις μας. Ίσως να διάβαζαν και καμμιά. Περισσότερο, όμως, μελετούσαν και “θαύμαζαν” τα έργα μας. Φαίνεται πως τα έργα μας, μιλούσαν κατ’ ευθείαν στην καρδιά και στον νου του λαού…». (Γιάννης Καραμούζης, διαφωτιστής του ΚΚΕ)
«Ο Δημοκρατικός Στρατός έκανε επίθεση τη νύχτα, αιφνιδιαστικά σε χωριά και σε πόλεις και έπαιρνε ανεξέλεγκτα αγόρια και κορίτσια, έστω κι αν ακόμα το στόμα τους μύρισε γάλα. Οι μάνες έκρυβαν τα παιδιά τους στους αχερώνες, στα μπαούλα, μα οι αντάρτες τα βρίσκανε και τα παίρνανε μαζί τους στα βουνά. Από τη θαλπωρή του σπιτιού τους, από τη μητρική αγκαλιά, από την πατρική φροντίδα, βρίσκονταν μονομιάς σ’ ένα κρύο αμπρί, στο χιόνι, στον παγωμένο αέρα του βουνού, στην πείνα. Και έπρεπε ο Δημοκρατικός Στρατός να πολεμήσει μ’ αυτούς… Στις συσκέψεις που κάναμε στα διάφορα τμήματα με τις υπεύθυνες γυναικών των ταγμάτων, των λόχων, των ταξιαρχιών, μαθαίναμε ότι οι μικρές κοπέλες των 13, 14 και 15 χρονών, που τις επιστρατεύαμε, άμαθες και ανεκπαίδευτες όπως ήταν, σκοτώνονταν στις πρώτες μάχες, που τις στέλναμε. Η εντολή από “Πάνω” -από το Γενικό Αρχηγείο-, ήταν να τους καταδικάσουμε όλους σε θάνατο. Μας περίμεναν δύσκολες μάχες, έπρεπε με το μαχαίρι να τα σταματήσουμε όλα αυτά, έπρεπε να επιβάλουμε τιμωρία σκληρή προς παραδειγματισμό και εκφοβισμό». (Μαργαρίτα Λαζαρίδου, καπετάνισσα και «δικαστής» του ΔΣΕ)… Ανάγνωση ολόκληρου του θέματος »
Ο Αργύρης Κοβάτσης ή Δημητρίου, Σλαβομακεδόνας πολιτικός πρόσφυγας, με την άδεια επιστροφής στην Ελλάδα κατά την δεκαετία του ’80, έγραψε ένα βιβλίο με τον τίτλο «Στου Γράμμου και του Βίτσι τη ράχη περπατώντας η δόξα μονάχη». Το βιβλίο αυτό παρουσιάζει κάποιο ενδιαφέρον, όχι γιατί παρουσιάζει τα «κατορθώματα» των κομμουνιστών και ιδίως του ίδιου του Κοβάτση (είναι χαρακτηριστικό ότι κάπου 30 σελίδες από το βιβλίο του, αναλώνονται στην ανακάλυψη και σύλληψη ενός «χαφιέ», μετά από σχέδιο δικό του), αλλά λόγω της αναφοράς στην καθημερινή ζωή των πολιτικών προσφύγων στις χώρες του Παραπετάσματος. Έχοντας ως δεδομένο, ότι οι αμετανόητοι κομμουνιστές (κι ο Κοβάτσης ανήκει σ’ αυτούς), στα βιβλία τους είτε ψεύδονται, είτε λένε μισές αλήθειες, είτε και τα δυο μαζί, θα πρέπει να υποψιαζόμαστε ότι κάποιες αλήθειες που παρουσιάζει σε σχέση με τη ζωή των πολιτικών προσφύγων, είναι στην πραγματικότητα πολύ πιο οδυνηρές.
Στις σελίδες 224-225, με βάση την αναφορά του Κοβάτση στα σοβχόζ (κρατικά αγροκτήματα), παίρνουμε μια ιδέα για το τι εστί «κομμουνιστικός Παράδεισος» … Ανάγνωση ολόκληρου του θέματος »
Στην περιοχή Καστοριάς, όχι μακρυά απ’ τα αλβανικά σύνορα, είναι, αν ενθυμούμαι καλά, ο Μεσόβραχος, ένα μικρό χωριουδάκι… Μια βραδιά, κοιμήθηκα στον «ξενώνα» του χωριού. Από συνήθεια, άνοιξα κουβέντα και με τη γρηά σπιτονοικοκοιρά.
– Πώς είσθε, πού είναι ο γέροντάς σου, τα παιδιά σου κ.τ.λ.;
Μια κι αποκτήσαμε φιλία, άρχισε κάπως να μου παραλέει τα μυστικά του σπιτιού της… Έτσι τούτο, έτσι εκείνο.
– Έχω και ένα παιδί,μου λέει,νεαρό, αλλά το κακόχρονο, εδώ και καιρό έφυγε, το ‘σκασε! Πήγε στην Καστοριά! Το γρουσούζικο, δεν υπελόγισε μάνα και πατέρα. Μας ντρόπιασε. Και σαν να το κυνήγαγε κάποιος, έφυγε! Να, όλα τα παιδάκια φεύγουν με το καλό για την Αλβανία!
Πήρα έπειτα τον λόγο κι εγώ: – Κρίμα,της λέγω,που δεν είναι εδώ! Ευκαιρία ήταν, θα το έστελνα για τις Λ. Δημοκρατίες και θα τον έβαζα επικεφαλή!
Και συμπλήρωσε η γυναίκα: – Ας προκόψουν τα άλλα παιδάκια, που διώξατε για τις Λ. Δημοκρατίες και ας πάει χαμένο το δικό μου…
Το πρωί, την ευχαρίστησα διά την φιλοξενία και έφυγα.
Μετά από αρκετόν καιρό έμαθα το εξής καταπληκτικό: Η γρηά αυτή, επειδή δεν ήθελε να της πάρουμε το παιδί και να το «τακτοποιήσουμε» εμείς στην Αλβανία, το είχε κρύψει! Και πού το είχε κρυμμένο; Θεέ μου! Μέσα στον σταύλο! Ακριβώς εκεί που έδεσα το ζώο! Είχε κάμει μεγάλο λάκκο μέσα στη γη και είχε χωμένο το παιδί κάτω απ’ το παχνί του ζώου. Το «καταφύγιο» είχε μια μικρή τρύπα απ’ την οποίαν έπαιρνε αέρα το παιδί και απ’ εκεί το τροφοδοτούσε όταν έδινε τροφή στα ζώα! Έτσι, δεν φανταζόνταν κανείς, ότι ημπορούσε να είχε άνθρωπο κρυμμένο κάτω από τα κόπρανα των ζώων και δεν ημπορούσε να υποψιασθεί κανείς τις κινήσεις της.
Τί την ανάγκασε τη γρηά αυτή, καπετάν Μάρκο και Ζαχαριάδη, να κρύψη κατά τον τρόπο αυτόν το παιδί της;
(Απόσπασμα από το βιβλίο)
Ο γράφων, είχε το θλιβερόν προνόμιον να ζήση το δράμα του παιδομαζώματος, αφού έλαβε μέρος «εν τω μέτρω των δυνάμεών» του σ’ αυτό! Προπαντός έζησε τούτο, όταν ετέθηκε επικεφαλής του στο Παραπέτασμα ως υπεύθυνος οργανωτής του.
Λίγες γραμμές διά την «σταδιοδρομίαν» μου.
Το 1941 με την υποδούλωσιν της πατρίδος μας στον Χιτλεροφασισμό, ηκολούθησα με πατριωτικήν συνείδησι και με αγαθή πάντοτε πρόθεσι, όπως έκαμον οι πιο πολλοί Έλληνες -έναν δρόμο που, όπως ενόμιζα, θα μας οδηγούσε στην απελευθέρωσι της πατρίδος και θα μας επανέφερε την προτέρα γαλήνη.
Δυστυχώς, ο μανδύας τον όποιον προσωπικώς εφόρεσα ήταν ερυθρός. Και κάτω από αυτόν, όπως ήταν επόμενον, άρχιζα να οραματίζομαι μίαν Ελλάδα όχι «που ανθεί φαιδρά η πορτοκαλέα και θάλλει η ελαία», άλλα κάποιαν άλλη «χωρίς βασιλείς και άρχοντες, ή άρχοντες και δούλους· χωρίς καταπιεζομένους, εκμεταλλευτάς και εκμεταλλευόμενους». Γενικά μια κοινωνίαν, αν όχι κοινωνίαν αγγέλων, τουλάχιστον κοινωνίαν αγίων. Και διά τα ιδανικά αυτά εργάσθηκα με αρκετόν ζήλον, θυσιάσας πολυμελή οικογένειαν, προσωπικά συμφέροντα κ.λπ.
Τα τραγικά γεγονότα του Δεκεμβρίου του 1944 και τα μεσολαβήσαντα γεγονότα μέχρι του 1947, μολονότι μού έβαλαν πολλά ερωτηματικά, δεν τους έδωσα καμμία απάντησι, διότι δεν μ’ άφησε ο «επαναστατικός παλμός». Το 1947 με άρπαξε το ΚΚΕ, με «ενηγκαλίσθη» και με περιέβαλε με αρκετές «τιμές»! (Συντάκτην κομμουνιστικής εφημερίδος, οργανωτήν της «Λαϊκής Παιδείας» διά την Ελλάδα, γενικόν επιθεωρητήν της «Λ. Παιδείας» στη Δυτ. Μακεδονία και Ήπειρον!). Θα ήταν παράλειψις να ισχυρισθώ, ότι δεν ειργάσθην φιλότιμα.
Τον Μάρτιον του 1948, το άδειασμα των χωριών της Δυτ. Μακεδονίας, απ τα γεγονότα του παιδομαζώματος, μου αφήρεσε προσωρινά την «λεοντή» των αξιωμάτων, διότι εξέλειπαν οι «πελάται» (παιδιά), πλην όμως με ετεποθέτησε σε θέσι όπου εδοκίμασα το δράμα του παιδομαζώματος. Εκεί, στον διαχωρισμό γονέων και παιδιών, εδοκίμασα τις περισσότερες συγκινήσεις, ακούοντας τας γοεράς κραυγάς μανάδων, που απ’ τις αγκάλες τούς άρπαζαν τα παιδιά στα σύνορα και τα έστελναν στο Παραπέτασμα!
Σε συνέχεια, μου επεφύλαξε το ΚΚΕ μεγαλυτέραν «τιμήν». Με διώρισε «Γενικόν επιθεωρητήν του παιδομαζώματος» και κλήθηκα να «παράσχω τας υπηρεσίας μου» περιοδεύσας αρκετές φορές τις χώρες του Παραπετάσματος…
«Ό,τι λέει το Κομμουνιστικό Κόμμα της Σοβιετικής Ένωσης είναι νόμος για το ΚΚΕ. Το Κόμμα μας είναι απόλυτα αφοσιωμένο στη μάνα μας την ΕΣΣΔ». Νίκος Ζαχαριάδης (7η Ολομέλεια της Κεντρικής Επιτροπής του ΚΚΕ, «Νέος Κόσμος», Οκτώβριος 1952)
Έχοντας υπόψιν, την παραπάνω θέση-δόγμα του ΚΚΕ ως προς τον τρόπο του πολιτεύεσθαι, δεν θα πρέπει να αποτελούν έκπληξη οι περισσότερες από τις κινήσεις του «κόμματος του λαού» οι οποίες οδήγησαν στο αιματοκύλισμα τους Έλληνες την δεκαετία του ’40.
Είναι γεγονός όμως, ότι κάποιες απ’ αυτές τις θέσεις, προκαλούσαν θυμηδία ή στην χειρότερη περίπτωση έκπληξη και αντίδραση, ακόμα και σε στελέχη του ίδιου του κόμματος. Όπως για παράδειγμα ένα περιστατικό που αναφέρεται στο βιβλίου του πρώην υπουργού Δημήτριου Θεοχαρίδη, «Το “κατηγορώ” των νεκρών της Ναούσης κατά του Κομμουνισμού».
Την μαρτυρία, την δίνει σημαίνον στέλεχος του ΚΚΕ και του ΕΛΑΣ την περίοδο εκείνη. Όπως σημειώνει ο συγγραφέας, «Με την βοήθεια Ναουσσαίων συναντήθην σε ένα εμπορικό και παρουσία τριών εγκρίτων πολιτών της πόλεως, με ένα από τα σημαίνοντα στελέχη του ΚΚΕ και του ΕΛΑΣ, που υπήρξε μάλιστα για μεγάλο χρονικό διάστημα κομματικός υπεύθυνος της πολιτικής οργανώσεως κι εν συνεχεία αξιωματούχος του ΕΛΑΣ… Θέλησε να κρατήση την ανωνυμία όχι από φόβο ή υπολογισμό, αλλά κυρίως γιατί δεν θέλει να κάμουν γύρω απ’ αυτόν συζητήσεις οι συμπολίτες του…».
Μεταφέρεται αυτούσιο το απόσπασμα που αναφέρεται στην συγκεκριμένη μαρτυρία (τα έντονα δικά μου): … Ανάγνωση ολόκληρου του θέματος »