Έχουμε θίξει κατ’ επανάληψη την διάθεση και τάση όλων των θρήσκων και δη των απολογητών, να τονίζουν την δήθεν αδυναμία της επιστήμης να αποδείξει τον Θεό, κάτι που σε μεγάλο βαθμό έχουμε δει ότι δεν ισχύει.
Γιατί όπως ισχυρίζονται δεν είναι αυτός ο τομέας της.
Αλλά σαν συνέχεια αυτής της φράσης ακολουθεί συχνά μια συνηθισμένη χαζομάρα που ακούγεται όλο και περισσότερο τελευταία, η παρακάτω:
Γιατί δεν έχουμε ξεκάθαρες αποδείξεις για την ύπαρξη του Θεού; Μα γιατί αν αυτή ήταν ξεκάθαρη δεν θα είχε νόημα η πίστη. Δεν θα ήμασταν ελεύθεροι να τον πιστέψουμε ή όχι. Θα ήταν υποχρεωτικό. Αν ο Θεός ήθελε να καταστήσει αδιαμφισβήτητη την παρουσία του και το έκανε, θα μας στερούσε την ελευθερία της επιλογής. Αν αποδεικνυόταν αυτό που αμφισβητείς, θα το δεχτείς, θέλοντας και μη. Δε θα το κάνεις όμως ελεύθερα. Η πίστη είναι η ελευθερία της ανθρώπινης ύπαρξης. Ο Θεός δεν επιβάλλει την παρουσία του. Την κάνει ελεύθερα αποδεκτή.
Δεν ξέρω αν διακρίνετε τον παραλογισμό αυτής της θεώρησης.
Με βάση αυτήν, θεωρείται δεδομένο ότι υπάρχει κάτι που λέγεται «θεός», θεωρείται δεδομένο ότι δεν μπορούμε να το βρούμε με τίποτα αυτό το κάτι, και είναι δεδομένο ότι αυτό το κάτι ενδιαφέρεται ιδιαίτερα για την ελευθερία μας. Ενδιαφέρεται τόσο πολύ ώστε να παίζει κρυφτούλι για να μην την επηρεάζει.
Δεν θα σχολιάσω με πόσα εδάφια της Αγίας Γραφής αυτό έρχεται σε αντίθεση. Ας φύγουμε όμως από τον Γιαχβέ και ας παίξουμε το παιχνίδι του Θεού του Ευφυούς Σχεδιασμού που υπονοείται … Ανάγνωση ολόκληρου του θέματος »
Το ευαγγέλιο με την ονομασία Κατά Μάρκον, δεν γράφηκε από κανέναν ευαγγελιστή Μάρκο, είναι ανώνυμο και πλαστογραφημένο στο όνομα του Μάρκου θεωρούμενου ακολούθου του Πέτρου, γράφηκε μετά το 70 κ.χ. μακρυά από την Ιουδαία και αγνοεί την γεωγραφία της και αρκετά από τα έθιμά της. Είναι όμως το πρώτο και βασικό Ευαγγέλιο, το οποίο όλα τα υπόλοιπα αντέγραψαν, διόρθωσαν ή και διέστρεψαν. Είναι και το πρώτο κείμενο που προσπαθεί να ιστορήσει τον Ιησού που πρωτοβλέπουμε στις Επιστολές του Παύλου, στις οποίες η ιστορικότητά του είναι θολή όπως έχουμε δει. Μάλιστα θεωρείται το λιγότερο φανταστικό και πιο πραγματιστικό ευαγγέλιο και θα δούμε αν αυτό ισχύει και σε τι βαθμό.
Έτσι, είναι σημαντική η μελέτη του όπως έχουμε δει και στη δημοσίευση για τον Σιναϊτικό Κώδικα, στον οποίο έχουμε την πιο παλιά και πλήρη μορφή που υπάρχει, στο να καταλάβουμε πως ξεκίνησε ο Χριστιανισμός.
Εδώ, θα ασχοληθούμε με δύο σημαντικά βιβλία που εξέδωσε τελευταία η γνωστή σε εμάς σειρά Lux Orbis, η οποία ειδικεύεται σε θέματα του Νεοελληνικού Διαφωτισμού και της κριτικής στην Εκκλησία.
Οι εκκλησιαστικές ιστορίες που έχουν γραφτεί μέχρι στιγμής, αν και έχουν σίγουρα ιστορικό ενδιαφέρον, δεν αναλύουν τα προβλήματα ή τις επιπτώσεις από την δράση της Εκκλησίας στην κοινωνία και το κράτος, αλλά αναλώνονται στις ενδοεκκλησιαστικές τριβές και δογματικές διαφορές και γενικά τα εκκλησιαστικά θέματα που προέκυπταν μέσα από την τελική επικράτηση του κυρίαρχου ρεύματος. Αναφέρουν ας πούμε την διαμάχη για παράδειγμα με την Χ αίρεση, τι το διαφορετικό πρέσβευε, πως την αντιμετώπισε η Εκκλησία θεολογικά, αλλά δεν μας λένε όμως πως εξαφανίστηκε αυτή η αίρεση –αν εξαφανίστηκε-, αφήνοντας έτσι υπόνοιες ότι τα επιχειρήματα ήταν τόσο δυνατά που αυτοί πείστηκαν, αν και κάτι τέτοιο δεν δικαιολογείται. Αντίθετα ξέρουμε από την ιστορία επεμβάσεις της πολιτείας για την οριστική εξαφάνισή τους πέρα από τα εκκλησιαστικά επιτίμια.
Το βασικό χαρακτηριστικό των δύο αυτών χρήσιμων και καινοτόμων βιβλίων είναι η παρουσίαση της εκκλησιαστικής ιστορίας από καθαρά κοσμική και ιστορική άποψη. Δηλαδή το πως και γιατί έβγαιναν οι συνοδικές αποφάσεις, την υπόγεια και την φανερή δράση της Εκκλησίας, τα κίνητρα που εξυπηρετούσαν, αλλά το σημαντικότερο τα αποτελέσματα που είχαν αυτά στο κράτος και την κοινωνία, ειδικότερα στην συντηρητικοποίηση και τον πλήρη έλεγχο, αρχικά πνευματικό και τέλος ολοκληρωτικό … Ανάγνωση ολόκληρου του θέματος »
Η παρακάτω δημοσίευση στηρίζεται σε μεγάλο βαθμό σε αντίστοιχη ομιλία του Ρίτσαρντ Κάριερ (Richard Carrier).
Σήμερα θα δούμε τον τρόπο που δουλεύουν, ή οφείλουν να δουλέψουν οι ιστορικοί, και είναι ένας χρήσιμος οδηγός για την κατανόηση τού πως όλοι μπορούμε να κρίνουμε θεωρίες και υποθέσεις του παρελθόντος αλλά και αιτιάσεις του παρόντος, κάτι που είναι χρήσιμο για όλους.
Θα διαπιστώσουμε επαγωγικά με αυτά που θα δούμε επίσης, την έλλειψη ιστορικότητας και αληθοφάνειας στα χριστιανικά κείμενα και γενικά οι ισχυρισμοί που θεωρούνται θαυματουργικοί. Τακτικά γίνεται αντιστοιχία συχνά με τους χρόνους και τις πληροφορίες που έχουμε από το Ευαγγέλια, για να μας κάνει να σκεφτούμε την γνωστή απολογητική ιδεοληψία ότι «η Ανάσταση του Ιησού είναι το καλύτερα μαρτυρημένο ιστορικό γεγονός στην ιστορία», τη στιγμή που ακόμα και η ύπαρξή του Ιησού των Ευαγγελίων είναι αμφίβολη.
Η δημοσίευση είναι δομημένη χρησιμοποιώντας το κείμενο της ομιλίας, αλλά επέκτασή και διόρθωσή της σε κάποια σημεία όπως και συντόμευσης της σε κάποια άλλα.
Για να σας δείξω ότι σε ερασιτεχνική βάση η έρευνα είναι εφικτή για κάποιον που θέλει, όλα τα επιπλέον στοιχεία της ομιλίας που προσέθεσα εδώ, είναι όλα αλιευμένα δημόσια από το Internet κατόπιν έρευνας σε αυτό, και χωρίς να χρησιμοποιηθεί άλλη πηγή, πέρα από την ίδια την ομιλία που είναι και αυτή δημόσια.
Κάποιες εκφράσεις που δείχνουν απαξιωτικές είναι του ίδιου του Carrier και συχνά είναι σε εντονότερο βαθμό σε αυτήν, ως προφορική ομιλία που έχει άλλη χάρη. Τέλος η έννοια θαύμα εδώ έχει προφανώς την έννοια του θαυμαστού και όχι του υπερφυσικού … Ανάγνωση ολόκληρου του θέματος »
Πώς η θρησκεία κατέστειλε την επιστήμη όχι μόνο με έργα αλλά και με το ολοκληρωτικό κλίμα που δημιούργησε.
Η Αγία της Ορθοδόξου Εκκλησίας Ματρώνα, ευλογεί τον Στάλιν
https://archive.is/G0eq5
Η σχέση θρησκείας και ιδιαίτερα της χριστιανικής και ακόμα πιο ιδιαίτερα της Ορθοδοξίας με την επιστήμη, είναι ένα ακανθώδες θέμα για το οποίο έχουν γραφτεί πολλά.
Από την μία παρουσιάζονται όλα τα τεκμήρια απαξίωσης, διαβολών, κατηγοριών, καταστροφών και απαγορεύσεων που επέβαλε η Εκκλησία, ειδικά στην Ανατολή, και πως αυτά επηρέασαν την διανόηση και την επιστήμη.
Από την άλλη εμφανίζεται ο ισχυρισμός ότι όλα αυτά είναι υπερβολές· στην ουσία λένε δεν υπάρχει καμία ξεκάθαρη επίσημη απαγόρευση, ενώ αντίθετα όλοι σχεδόν οι πρωτεργάτες της επιστημονικής επανάστασης ήταν χριστιανοί διανοούμενοι. Απλά, σύμφωνα με τον ισχυρισμό αυτό, δεν ενδιέφερε την Εκκλησία κάτι τέτοιο αφού στο μόνο που εστίαζε ήταν η σωτηρία του ανθρώπου. Όσοι τέλος πάντων κυνηγήθηκαν, δεν ήταν για την επιστήμη τους, αλλά λόγω της βιαιότητας της εποχής καθώς και για τις αιρετικές τους απόψεις· έτσι ισχυρίζονται ότι η Εκκλησία είναι αθώα ως λευκή περιστερά για τον Μεσαίωνα που έφερε. Επιπλέον σήμερα λένε ότι δεν υπάρχει διάσταση με την επιστήμη αλλά έχουν διαφορετικό αντικείμενο που δεν επικαλύπτεται· παρόλα αυτά και σε αντίθεση με αυτό, χρησιμοποιούν τις γραφές τους ακόμα για να αποδείξουν ότι υπάρχουν κάποια κείμενα που έχουν σχέση με τις τελευταίες εξελίξεις της επιστήμης.
Επειδή όλα αυτά ακούγονται λογικά, και επειδή ο κόσμος και οι αναγνώστες συνήθως δεν μπορούν ή δεν θέλουν να εμβαθύνουν στο θέμα, υπάρχει αυτή η εκ διαμέτρου ανταλλαγή πυρών, δημιουργώντας δύο ανεξάρτητα στρατόπεδα, χωρίς την δυνατότητα διαλόγου και ξεκαθαρίσματος.
Βέβαια είναι ενδιαφέρον ότι ο Μεσαίωνας ήρθε όταν επικράτησε πλήρως η Εκκλησία. Επίσης είναι ενδιαφέρον ότι πολλοί από όσους είχαν αιρετικές απόψεις και κυνηγήθηκαν για αυτές, είχαν ταυτόχρονα και μια ποικίλη δραστηριότητα, συχνά φιλοσοφική ή ακόμα θα μπορούσαμε να πούμε και επιστημονική, κάτι που θα έπρεπε να μας προβληματίσει για την σχέση της επιστήμης και της αίρεσης, άρα και της θρησκείας.
Άλλο ένα ερώτημα είναι, γιατί να κυνηγηθεί κάποιος για τις αιρετικές του απόψεις; Υποτίθεται κατά την Εκκλησία ότι κάποιος οφείλει να την ακολουθεί μόνο με την ελεύθερη του βούληση. Ούτως ή άλλως, δεν υπάρχει οδηγός ερμηνείας και κατανόησης των αρχαίων κειμένων. Με ποιά λογική θα πρέπει να υπάρχει μόνο ένας τρόπος κατανόησης και γενικά της αποδοχής τους; Στην πράξη όμως έχουμε διαπιστώσει ότι για την Εκκλησία δεν υπάρχει ελεύθερη βούληση και αν υπάρχει πρέπει να κατασταλεί. Μία βούληση είναι σωστή για αυτήν και μία τελικά επιτρεπτή και αυτό το κατάφερε σε κάποιο βαθμό, φυσικά όχι με “αγάπη” όπως διατείνεται, το αντίθετο.
Το κυνηγητό των αιρέσεων δεν μπορεί να το αρνηθεί κανείς. Πώς όμως γίνεται να έχουμε δυσανεξία της Εκκλησίας και διαμάχες, συχνότατα αιματηρές, για το αν ο Ιησούς είναι “ομοούσιος” ή “ομοιούσιος” τω Πατρί, αν είναι κτίσμα ή όχι, ή αν η Παναγία είναι “Θεοτόκος” ή “Χριστοτόκος” και να δέχεται η Εκκλησία μια επιστημονική άποψη που στην εξέλιξή της έρχεται σε αντίθεση με τις ιερές γραφές αλλά και την ίδια την ουσία του Χριστιανισμού; Ή μήπως δεν την δέχονταν και δεν τολμούσε κάποιος να την πει ξεκάθαρα; Μην ξεχνάμε ότι όλοι οι προσωκρατικοί φιλόσοφοι και όσοι από τους επόμενους έδωσαν εξηγήσεις για την δημιουργία και τη σύσταση του κόσμου, ή την προέλευση του ανθρώπου, οπως οι επικούρειοι, λοιδορήθηκαν άγρια και τα έργα τους εξαφανίστηκαν … Ανάγνωση ολόκληρου του θέματος »