Στις 28 Οκτωβρίου 1940, ο Ιταλός δικτάτορας Μπενίτο Μουσολίνι θα κηρύξει τον πόλεμο εναντίον της Ελλάδος. Το πρόσχημα ήταν η «ερωτοτροπία» των Ελλήνων με τους Βρετανούς. Η πραγματική αιτία, ωστόσο, ήταν ο παραγκωνισμός του Μουσολίνι από τον Χίτλερ, ο οποίος παρ’ ότι του έτρεφε έναν ακατανόητο σεβασμό και φιλία, δεν του έδινε κανέναν λογαριασμό για τις επιχειρήσεις που πραγματοποιούσε, φέρνοντάς τον προ τετελεσμένων γεγονότων. Ο Ντούτσε (ηγέτης), βάλθηκε ν’ αποδείξει ότι κι αυτός μπορεί να κάνει ανάλογες επιχειρήσεις.
Ο Χίτλερ, παρ’ ότι δεν αγνοούσε τις προθέσεις του Μουσολίνι, όταν πληροφορήθηκε την ιταλική επίθεση εναντίον της, τυπικά ουδέτερης, Ελλάδος έγινε έξαλλος. Η Ελλάδα δεν βρίσκονταν στα άμεσα σχέδια του Χίτλερ. Η ανοησία και η επιπολαιότητα του Μουσολίνι, έδινε πλέον κάθε πρόσχημα στους Βρετανούς να επέμβουν απροκάλυπτα στην Ελλάδα και η παρουσία τους εκεί να αποτελεί διαρκή κίνδυνο για τις πετρελαιοπηγές της Ρουμανίας (βασικό τροφοδότη καυσίμων των γερμανικών στρατευμάτων), η οποία βρισκόταν στο πλευρό του Άξονα.
Την ίδια εποχή, ο Χίτλερ και οι στρατηγοί του, εκπονούσαν το σχέδιο της επιχείρησης «Μπαρμπαρόσα», δηλαδή της επίθεσης εναντίον της μέχρι τότε «φίλης» Σοβιετικής Ένωσης. Η έναρξη της επίθεσης οριοθετούνταν στα μέσα Μαΐου του 1941. Οι προετοιμασίες και η μετακίνηση των γερμανικών στρατευμάτων στην σοβιετική μεθόριο, είχαν ήδη ξεκινήσει από τον Φεβρουάριο του ιδίου έτους. Ωστόσο, στην πορεία προέκυψαν κάποια προβλήματα, που επέβαλαν την αναβολή της επίθεσης κατά έναν περίπου μήνα, δηλαδή μέχρι τον Ιούνιο του 1941 … Ανάγνωση ολόκληρου του θέματος »
Η λέξη «ρατσιστής» για μεγάλο χρονικό διάστημα έχει γίνει το πιο αποτελεσματικό λεκτικό όπλο δημιουργίας φόβου στο αριστερό και νεοσυντηρητικό (νεοφιλελεύθερο) οπλοστάσιο. Για δεκαετίες, έχει χρησιμοποιηθεί με επιτυχία στην πολιτική αρένα για να συκοφαντήσει τους παραδοσιακούς («συντηρητικούς»), να τερματίσει κάθε συζήτηση, και να κάνει τον αντίπαλο να τρέχει να κρυφτεί. Στον κοινωνικό χώρο, έχει προκαλέσει ακόμη μεγαλύτερη ζημιά από τη χρήση της με το να την χρησιμοποιούν για να κάνουν πλύση εγκεφάλου στις ευαίσθητες παιδικές ηλικίες και τους νέους φοιτητές, και να διδάξουν τους ανθρώπους να μισούν το έθνος τους, τις πολιτιστικές παραδόσεις τους, και το χειρότερο απ’ όλα, τον ίδιο τους τον εαυτό.
Αυτό που εκπληκτικά παραμένει σχεδόν ολοκληρωτικά έξω από κάθε συζήτηση, ακόμα και στον σκληρό πυρήνα της παραδοσιακής Δεξιάς, είναι η προέλευση της λέξης. Μήπως προέρχονται από κάποιον φιλελεύθερο κοινωνιολόγο; Κάποιον μαρξιστή καθηγητή Πανεπιστημίου του ’60; Ίσως κάποιον πολιτικό του δημοκρατικού κόμματος; Όχι. Αποδεικνύεται ότι η λέξη δεν επινοήθηκε από κανέναν άλλον, παρά από έναν από τους κύριους αρχιτέκτονες του 74χρόνου Σοβιετικού εφιάλτη, του ιδρυτή και πρώτου ηγέτη του περίφημου Κόκκινου Στρατού, τον Λέον Τρότσκι. (Ο Λέον Τρότσκι ήταν Εβραίος που γεννήθηκε στο μικρό χωριό Γιάνοφκα της Ουκρανίας, στις 7 Νοεμβρίου 1879. Το πραγματικό του όνομα ήταν Λεβ Νταβίντοβιτς Μπρόνσταϊν. Μετά τη διαγραφή του από το Κομμουνιστικό Κόμμα, εξορίστηκε από την Σοβιετική Ένωση και τελικά δολοφονήθηκε στο Μεξικό από τον Σοβιετικό πράκτορα Ραμόν Μερσάντερ).
To 1977, στα πλαίσια προηγούμενης απόφασης που έλαβε το Συμβούλιο Υπουργών της Σοβιετικής Ένωσης και όριζε την αύξηση τής παραγωγής ενέργειας για τις ανάγκες τής χώρας, δημιουργήθηκε το εργοστάσιο παραγωγής πυρηνικής ενέργειας με το όνομα Τσερνομπίλ (Πλήρες όνομα: Eργοστάσιο Παραγωγής Πυρηνικής Ενέργειας τού Τσερνομπίλ – Βλαντιμίρ Ίλιτς Λένιν), πλησίον τής ουκρανικής πόλης Πριπιάτ (κοντά στα σύνορα τής σημερινής Ουκρανίας, Ρωσίας και Λευκορωσίας), η οποία έγινε γνωστή πλέον και σαν «ατομική πόλη».
Το 1983, θα τεθεί σε λειτουργία, ο τέταρτος στην σειρά πυρηνικός αντιδραστήρας τού εργοστασίου. Τον Φεβρουάριο τού 1986, το περιοδικό «Σοβιετική ζωή», παρουσίαζε το εν λόγω εργοστάσιο ως «πρότυπο ασφαλείας», με την πιθανότητα ατυχήματος, να είναι σχεδόν ανύπαρκτη, παρ’ ότι μέχρι τότε τα ατυχήματα στο Τσερνομπίλ δεν ήταν κάτι το άγνωστο. Τα 30 ατυχήματα (αν και σχετικά μικρής έκτασης) που είχαν συμβεί (σύμφωνα με τα αρχεία τής KGB) μεταξύ τών ετών 1977 και 1983, αποδείκνυαν το ακριβώς αντίθετο. Ότι δηλαδή η κατασκευή τού εργοστασίου ήταν προβληματική. Ειδικά ο μοιραίος αντιδραστήρας υπ’ αριθμόν 4, μπήκε σε λειτουργία εσπευσμένα, για λόγους πολιτικής σκοπιμότητας, με αποτέλεσμα να τεθούν σε δεύτερη μοίρα οι κανόνες ασφαλείας και οι σχεδιαστικές προδιαγραφές.
Τα τραγικό δυστύχημα, θα συμβεί στις 00:23 (ώρα Ελλάδος) την 26η Απριλίου τού 1986, μετά από μια σειρά διαφωνιών και λανθασμένων εκτιμήσεων και χειρισμών τών υπεύθυνων, στα πλαίσια δοκιμών ασφαλείας. Ο αντιδραστήρας υπ’ αριθμόν 4 θα εκραγεί, λόγω υπερθέρμανσης, σκοτώνοντας άμεσα δυο άτομα που βρίσκονταν εκείνη την ώρα στον χώρο τού αντιδραστήρα, σε σύνολο 200 περίπου συνολικά εργαζομένων που βρίσκονταν στο εργοστάσιο.
– Ποιο είναι το παράδοξο φαινόμενο που παρατηρείται διεθνώς με τα κομμουνιστικά κόμματα, μετά την πτώση του Κομμουνισμού στην Σοβιετική Ένωση;
– Πρώτη φορά συμβαίνει να έχουν κλείσει τα κεντρικά και να λειτουργούν τα υποκαταστήματα! Κομμουνιστικό ανέκδοτο
Πόση αλήθεια περιέχουν τελικά μερικά ανέκδοτα και ιδίως τα πολιτικά…
Η σφαγή του Κατίν και ο Ριζοσπάστης
Το Κατίν είναι μια δασώδης περιοχή της Ρωσίας, 500 χιλιόμετρα από τα σύνορα της Πολωνίας και 5-6 χιλιόμετρα από την ομώνυμη πόλη. Εκεί, την άνοιξη του 1940, εκτελέστηκαν από τους Σοβιετικούς, 22.000 Πολωνοί αξιωματικοί, αστυνομικοί, πολιτικοί κ.ά. και θάφτηκαν σε ομαδικούς τάφους. Μέχρι την δεκαετία του 1990, η σοβιετική προπαγάνδα, είχε καταφέρει να χρεώσει αυτό έγκλημα στους Ναζί που ανακάλυψαν τους τάφους το 1943, οπότε και η Ρωσία αναγνώρισε το έγκλημα και τελικά παραδέχτηκε ότι διεπράχθη με εντολή του Στάλιν. Το 2008, αποχαρακτηρίστηκαν απόρρητα κρατικά έγγραφα που έγιναν διαθέσιμα προς έρευνα. Ο ίδιος ο πρόεδρος της Ρωσίας μάλιστα, Βλαντιμίρ Πούτιν, έδωσε επίσημη μορφή στην παραδοχή αυτή, παρευρισκόμενος το 2010 σε κοινό «μνημόσυνο» Πολωνίας-Ρωσίας στο Κατίν για τη σφαγή του 1940, επί Στάλιν.
Κι όμως… Υπάρχουν και κάποιοι που αρνούνται να δουν την αλήθεια κατάματα και επιμένουν στις ονειρώξεις της σταλινικής προπαγάνδας κι αυτοί δεν είναι Ρώσοι, αλλά Έλληνες. Ο «Ριζοσπάστης», η εφημερίδα δηλαδή του ΚΚΕ, παρ’ όλες τις αποκαλύψεις αυτές, επιμένει ότι το έγκλημα αυτό το διέπραξαν οι Ναζί και όχι ο «πατερούλης» Στάλιν.
Θαυμάστε τους: … Ανάγνωση ολόκληρου του θέματος »
Τα πρώιμα χρόνια της ελληνικής Αριστεράς και η Φεντερασιόν του Αβραάμ Μπεναρόγια
Μέχρι τα πρώτα χρόνια του 20ού αιώνα η ελληνική Αριστερά διέπονταν από την ιδεολογία της κοινωνικής απελευθέρωσης, σε συνδυασμό με το αίτημα για την απελευθέρωση των λαών που ήταν υπόδουλοι στην Οθωμανική Αυτοκρατορία. Με κεντρικές μορφές, όπως ο σημαντικότερος Έλληνας σοσιαλιστής της εποχής, ο Σταύρος Καλλέργης, ο Μαρίνος Αντύπας, ο Νίκος Γιαννιός, ο Γεώργιος Σκληρός κ.ά., το σοσιαλιστικό κίνημα που κινούνταν στα όρια του ελλαδικού χώρου, θα ερχόταν αντιμέτωπο με νέα δεδομένα, όταν θα πραγματοποιούνταν η ενσωμάτωση της Θεσσαλονίκης και της Μακεδονίας: Στην Βόρεια Ελλάδα, το εβραιοβουλγαρικό σοσιαλιστικό κίνημα είχε πολύ μεγαλύτερη επιρροή, σε μια βάση διαφόρων εθνοτήτων που αποτελούσαν την περίφημη «μακεδονική σαλάτα».
Όταν απελευθερώθηκε η Θεσσαλονίκη από τον ελληνικό στρατό τον Οκτώβριο του 1912, οι μόνοι που αισθάνθηκαν απελευθερωμένοι, ήταν οι Έλληνες, οι οποίοι όμως μειοψηφούσαν σε πληθυσμό εκείνη την εποχή στην πόλη (σε σύνολο 150.000, οι Έλληνες ήταν 40.000, οι Εβραίοι 60.000, οι Τούρκοι 45.000 και οι λοιπές εθνότητες 5.000). Η μεγαλύτερη κοινότητα της Θεσσαλονίκης, η εβραϊκή, δεν είδε με καθόλου καλό μάτι την αλλαγή του καθεστώτος. Οι Εβραίοι, στα πλαίσια της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, την οποία θεωρούσαν ως πατρίδα τους, έλεγχαν κάθε οικονομική δραστηριότητα. Τα νέα δεδομένα, προκαλούσαν γι’ αυτούς οικονομικές απώλειες, καθώς η αποχώρηση των ηττημένων αποτελούσε και απώλεια χρεών. Επιπλέον, τα όρια της ελληνικής επικράτειας, ήταν σαφώς πιο στενά απ’ αυτά της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, στα οποία δρούσαν πριν εμπορικά και αυτή τη φορά έβλεπαν στα πρόσωπα των Ελλήνων τον κίνδυνο του ανταγωνισμού, τον οποίον δεν είχαν με τους μουσουλμάνους και τους Βούλγαρους, οι οποίοι περιορίζονταν στις αγροτικές ασχολίες και στο «χαμαλίκι». Εκτός όμως των οικονομικών λόγων, υπήρχε και ο φόβος των αντιποίνων, καθώς η εβραϊκή κοινότητα, όχι μόνο είχαν ενισχύσει οικονομικά τον πόλεμο των Τούρκων εναντίον των Ελλήνων, πραγματοποιώντας έρανο, με το τεράστιο ποσό των 650.000 χρυσών λιρών, αλλά μέλη της είχαν δημιουργήσει στρατιωτικό σώμα εθελοντών, για να πολεμήσουν στο πλευρό των Τούρκων κι εναντίον των Ελλήνων (δημοσίευμα εφημερίδας «Εστία», 9 Οκτωβρίου 1912). Εξ άλλου, ήταν ακόμη νωπές οι μνήμες από τον λιθοβολισμό Ελλήνων αιχμαλώτων, από Εβραίους στην Θεσσαλονίκη. Υπό αυτές τις συνθήκες και παρ’ ότι ο Βενιζέλος είχε φροντίσει να καθησυχάσει την εβραϊκή κοινότητα παραχωρώντας τους και ιδιαίτερα προνόμια (π.χ. εξαγορά στρατιωτικής θητείας, διατήρηση της αργίας του Σαββάτου, διατήρηση της ισπανοεβραϊκής γλώσσας στις οικονομικές συναλλαγές κ.ά.), οι Εβραίοι ξεκίνησαν προσπάθειες «διεθνοποίησης» της πόλης στέλνοντας εκκλήσεις, πότε στους Βούλγαρους για να προστατέψουν με περιπολίες τις εβραϊκές συνοικίες, πότε στους Αυστριακούς, με αίτημα αυτή τη φορά, να προσαρτήσουν την Θεσσαλονίκη και την Μακεδονία, στην Αυστρουγγαρία, και πότε αποστέλλοντας επιτροπή στο Λονδίνο με αίτημα την αυτονόμηση της Μακεδονίας.
Ένα από τα κινήματα αυτονόμησης της Μακεδονίας και της Θράκης, ήταν το εργατικό σωματείο «Εργατική Σοσιαλιστική Ομοσπονδία Θεσσαλονίκης» πιο γνωστό με τον ισπανοεβραϊκό τίτλο «Φεντερασιόν», το οποίο είχε ιδρυθεί το 1909 από τον Εβραίο τυπογράφο, βουλγαρικής καταγωγής, Αβραάμ Μπεναρόγια και τον επίσης Εβραίο Κουν Βεντούρα. Η Φεντερασιόν, που αποτελούνταν κυρίως από Εβραίους και Βούλγαρους, αρχικά ήταν ανοιχτά υπέρ των Νεότουρκων και κατά του διαμελισμού της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Η οργάνωση εκπροσωπούνταν μάλιστα από το 1910 στο οθωμανικό κοινοβούλιο, με τον Βούλγαρο Ντίμιταρ Βλάχοφ. Προσγειωμένος όμως στην ωμή πραγματικότητα της προσάρτησης της Μακεδονίας στην Ελλάδα και κάτω από την διεθνή αντίληψη που υπήρχε για το μέλλον της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, ο Μπεναρόγια αναπροσάρμοσε την τακτική του και κάτω από τον σοσιαλιστικό μανδύα, προπαγάνδιζε μέσα από την εφημερίδα της οργάνωσης «Αβάντι», την αυτόνομη ομοσπονδία της Μακεδονίας, ως τμήμα μιας Βαλκανικής Ομοσπονδίας.
Γράφει για την Φεντερασιόν, ο διατελέσας προσωρινός Γενικός Γραμματέας του ΚΚΕ (1925-1926) και βουλευτής (1926-28), Ελευθέριος Σταυρίδης («Τα Παρασκήνια του ΚΚΕ»): … Ανάγνωση ολόκληρου του θέματος »