Ένα απ’ τα αντιπροσωπευτικά παραδείγματα διαστρέβλωσης και κακοποίησης της ιστορίας που αφορά την εμφυλιοπολεμική περίοδο στην Ελλάδα, είναι αυτό το οποίο αναπαράγεται με ιδιαίτερη σπουδή απ’ την κομμουνιστική Αριστερά και αφορά την υποτιθέμενη συνεργασία μεταξύ του αρχηγού του ΕΔΕΣ, Ναπολέοντα Ζέρβα και των Γερμανών κατακτητών, το φθινόπωρο του 1943. Το βασικό κίνητρο, αναζητείται στον αποπροσανατολισμό της κοινής γνώμης από την διαφορετική ιστορική πραγματικότητα: Το ΕΑΜ-ΕΛΑΣ, ως μεταμφίεση του ΚΚΕ, είχε το ίδιο συνάψει συνθήκες ανακωχής με τους Γερμανούς (κάτι το οποίο αποδεικνύεται με έγγραφα), όχι βέβαια για να ξεκουραστεί απ’ την «αντίσταση», αλλά για να επιδοθεί απερίσπαστο στην διάλυση των άλλων αντάρτικων ομάδων που δεν συντάσσονταν ιδεολογικά με το ΚΚΕ και ιδιαιτέρως της πιο επικίνδυνης: Του ΕΔΕΣ. Ο αντικειμενικός σκοπός του «ξεκαθαρίσματος», ήταν η αποφυγή ανεπιθύμητων καταστάσεων στις πολιτικές διεργασίες μετά την επικείμενη αποχώρηση των Γερμανών απ’ την Ελλάδα και η μονοπώληση της Εθνικής Αντίστασης απ’ το ΚΚΕ (όπως και γίνεται μέχρι σήμερα).
Όσοι ισχυρίζονται ότι ο Ζέρβας συνεργάστηκε με τους Γερμανούς, αντιμετωπίζουν κατ’ αρχάς μια αντικειμενική δυσκολία, την οποία δεν μπορεί να παρακάμψει κάποιος τόσο εύκολα: Την έλλειψη τεκμηρίων. Κανένα συμφωνητικό και καμμία υπογραφή δεν υπάρχει που να τεκμηριώνει τον παραπάνω ισχυρισμό και κυρίως κανένα στοιχείο δεν υπάρχει που να αποδεικνύει τη συκοφαντία ότι ο ΕΔΕΣ πολεμούσε, συμμαχώντας με τους Γερμανούς, εναντίον των Ελλήνων. Όσοι επικαλούνται «στοιχεία», για την δήθεν συνεργασία Ζέρβα-Γερμανών, βρίσκουν καταφύγιο, κυρίως στα βιβλία του Γερμανού ερευνητή Χέρμαν Μέγιερ και στο βιβλίο του Πολυχρόνη Ενεπεκίδη «Η ελληνική αντίστασις», όπου γίνεται επίκληση γερμανικών αρχείων. Ο Μέγιερ επικαλείται μαρτυρίες Γερμανών στρατιωτικών και καταλήγει στο συμπέρασμα ότι ο Ζέρβας τα βρήκε με τους Γερμανούς … Ανάγνωση ολόκληρου του θέματος »
«Ό,τι λέει το Κομμουνιστικό Κόμμα της Σοβιετικής Ένωσης είναι νόμος για το ΚΚΕ. Το Κόμμα μας είναι απόλυτα αφοσιωμένο στη μάνα μας την ΕΣΣΔ». Νίκος Ζαχαριάδης (7η Ολομέλεια της Κεντρικής Επιτροπής του ΚΚΕ, «Νέος Κόσμος», Οκτώβριος 1952)
Έχοντας υπόψιν, την παραπάνω θέση-δόγμα του ΚΚΕ ως προς τον τρόπο του πολιτεύεσθαι, δεν θα πρέπει να αποτελούν έκπληξη οι περισσότερες από τις κινήσεις του «κόμματος του λαού» οι οποίες οδήγησαν στο αιματοκύλισμα τους Έλληνες την δεκαετία του ’40.
Είναι γεγονός όμως, ότι κάποιες απ’ αυτές τις θέσεις, προκαλούσαν θυμηδία ή στην χειρότερη περίπτωση έκπληξη και αντίδραση, ακόμα και σε στελέχη του ίδιου του κόμματος. Όπως για παράδειγμα ένα περιστατικό που αναφέρεται στο βιβλίου του πρώην υπουργού Δημήτριου Θεοχαρίδη, «Το “κατηγορώ” των νεκρών της Ναούσης κατά του Κομμουνισμού».
Την μαρτυρία, την δίνει σημαίνον στέλεχος του ΚΚΕ και του ΕΛΑΣ την περίοδο εκείνη. Όπως σημειώνει ο συγγραφέας, «Με την βοήθεια Ναουσσαίων συναντήθην σε ένα εμπορικό και παρουσία τριών εγκρίτων πολιτών της πόλεως, με ένα από τα σημαίνοντα στελέχη του ΚΚΕ και του ΕΛΑΣ, που υπήρξε μάλιστα για μεγάλο χρονικό διάστημα κομματικός υπεύθυνος της πολιτικής οργανώσεως κι εν συνεχεία αξιωματούχος του ΕΛΑΣ… Θέλησε να κρατήση την ανωνυμία όχι από φόβο ή υπολογισμό, αλλά κυρίως γιατί δεν θέλει να κάμουν γύρω απ’ αυτόν συζητήσεις οι συμπολίτες του…».
Μεταφέρεται αυτούσιο το απόσπασμα που αναφέρεται στην συγκεκριμένη μαρτυρία (τα έντονα δικά μου): … Ανάγνωση ολόκληρου του θέματος »
«Όποιος ξέρει την αλήθεια και την κρύβει είναι εγκληματίας». Μπέρτολτ Μπρεχτ
Με θάρρος μπροστά στην αλήθεια
Η ζωή της ελληνικής πολιτικής προσφυγιάς στις σοσιαλιστικές χώρες, είναι ελάχιστα γνωστή στον ελληνικό χώρο. Ήταν εύκολη η προσαρμογή των ανταρτών τον Δημοκρατικού Στρατού και χιλιάδων άλλων ανθρώπων που μετά την ήττα, κατατρεγμένοι και κυνηγημένοι, βρήκαν άσυλο στις λαϊκές δημοκρατίες; Ποιο ήταν το ανθρώπινο κόστος της προσαρμογής αυτής;
Οι συνθήκες ζωής και προσαρμογής των Ελλήνων πολιτικών προσφύγων οριοθετήθηκαν από τις δομές των συστημάτων των χωρών στις οποίες φιλοξενήθηκαν και εγκαταστάθηκαν και από ένα ειδικό ασφυκτικό καθεστώς που επέβαλλαν οι εναλλασσόμενες και αλληλοσπαρασσόμενες σταλινικές ηγεσίες του ΚΚΕ. Κάτω από αυτή την ιδιόμορφη κατάσταση, γράφτηκε μια από τις πιο αποκαρδιωτικές σελίδες στην ιστορία τον ελληνικού επαναστατικού κινήματος. Είναι η σελίδα με τους ατέλειωτους και ποικιλόμορφους σκληρούς διωγμούς και κατατρεγμούς που δοκίμασαν οι πολιτικοί πρόσφυγες από το ίδιο τους το κόμμα που πίστεψαν και με αυτοθυσία υπηρέτησαν.
Η καταγραφή και η ανάγνωση μιας τέτοιας σελίδας προκαλεί τέτοιο συγκλονισμό και τόση οδύνη, που να αναρωτιέται κανείς αν ήταν χρήσιμο να προστεθεί στον κατάλογο μιας καθόλου ενθουσιαστικής βιβλιογραφίας για τα έργα και τις ημέρες των ανθρώπων που βρέθηκαν να καθοδηγούν ένα από τα ζωντανότερα και ηρωικότερα κομμουνιστικά κόμματα στον κόσμο, το Κομμουνιστικό Κόμμα Ελλάδας. Η απόκρυψη όμως της αλήθειας στο αριστερό κίνημα θα ήταν ασυγχώρητο έγκλημα. Θα βοηθούσε μόνο αυτούς που έμαθαν να δρουν στα σκοτεινά, αυτούς που συρρίκνωσαν επικίνδυνα το ρωμαλέο αριστερό ελληνικό κίνημα κι έκαναν τη μεγάλη πλειοψηφία του ελληνικού λαού διστακτική και καχύποπτη απέναντι στις προθέσεις του.
Είναι αλήθεια ότι κάθε τίμιος αγωνιστής διακατέχεται από τον παλιό και γνωστό φόβο, μήπως τέτοιες «αποκαλύψεις» «δίνουν όπλο στον εχθρό». Κι ακόμα ότι «βγάζοντας στη φόρα τ’ άπλυτά μας», δημιουργούμε σοβαρές αναστολές και ανασχέσεις στην ανάπτυξη του κινήματος. Σήμερα όμως δημιουργείται ο τύπος του νέου κομμουνιστή, του ώριμα σκεπτόμενου ανθρώπου, και οι φόβοι αυτοί δεν έχουν θέση στην ψυχή και στον νου του…
Τα πρώιμα χρόνια της ελληνικής Αριστεράς και η Φεντερασιόν του Αβραάμ Μπεναρόγια
Μέχρι τα πρώτα χρόνια του 20ού αιώνα η ελληνική Αριστερά διέπονταν από την ιδεολογία της κοινωνικής απελευθέρωσης, σε συνδυασμό με το αίτημα για την απελευθέρωση των λαών που ήταν υπόδουλοι στην Οθωμανική Αυτοκρατορία. Με κεντρικές μορφές, όπως ο σημαντικότερος Έλληνας σοσιαλιστής της εποχής, ο Σταύρος Καλλέργης, ο Μαρίνος Αντύπας, ο Νίκος Γιαννιός, ο Γεώργιος Σκληρός κ.ά., το σοσιαλιστικό κίνημα που κινούνταν στα όρια του ελλαδικού χώρου, θα ερχόταν αντιμέτωπο με νέα δεδομένα, όταν θα πραγματοποιούνταν η ενσωμάτωση της Θεσσαλονίκης και της Μακεδονίας: Στην Βόρεια Ελλάδα, το εβραιοβουλγαρικό σοσιαλιστικό κίνημα είχε πολύ μεγαλύτερη επιρροή, σε μια βάση διαφόρων εθνοτήτων που αποτελούσαν την περίφημη «μακεδονική σαλάτα».
Όταν απελευθερώθηκε η Θεσσαλονίκη από τον ελληνικό στρατό τον Οκτώβριο του 1912, οι μόνοι που αισθάνθηκαν απελευθερωμένοι, ήταν οι Έλληνες, οι οποίοι όμως μειοψηφούσαν σε πληθυσμό εκείνη την εποχή στην πόλη (σε σύνολο 150.000, οι Έλληνες ήταν 40.000, οι Εβραίοι 60.000, οι Τούρκοι 45.000 και οι λοιπές εθνότητες 5.000). Η μεγαλύτερη κοινότητα της Θεσσαλονίκης, η εβραϊκή, δεν είδε με καθόλου καλό μάτι την αλλαγή του καθεστώτος. Οι Εβραίοι, στα πλαίσια της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, την οποία θεωρούσαν ως πατρίδα τους, έλεγχαν κάθε οικονομική δραστηριότητα. Τα νέα δεδομένα, προκαλούσαν γι’ αυτούς οικονομικές απώλειες, καθώς η αποχώρηση των ηττημένων αποτελούσε και απώλεια χρεών. Επιπλέον, τα όρια της ελληνικής επικράτειας, ήταν σαφώς πιο στενά απ’ αυτά της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, στα οποία δρούσαν πριν εμπορικά και αυτή τη φορά έβλεπαν στα πρόσωπα των Ελλήνων τον κίνδυνο του ανταγωνισμού, τον οποίον δεν είχαν με τους μουσουλμάνους και τους Βούλγαρους, οι οποίοι περιορίζονταν στις αγροτικές ασχολίες και στο «χαμαλίκι». Εκτός όμως των οικονομικών λόγων, υπήρχε και ο φόβος των αντιποίνων, καθώς η εβραϊκή κοινότητα, όχι μόνο είχαν ενισχύσει οικονομικά τον πόλεμο των Τούρκων εναντίον των Ελλήνων, πραγματοποιώντας έρανο, με το τεράστιο ποσό των 650.000 χρυσών λιρών, αλλά μέλη της είχαν δημιουργήσει στρατιωτικό σώμα εθελοντών, για να πολεμήσουν στο πλευρό των Τούρκων κι εναντίον των Ελλήνων (δημοσίευμα εφημερίδας «Εστία», 9 Οκτωβρίου 1912). Εξ άλλου, ήταν ακόμη νωπές οι μνήμες από τον λιθοβολισμό Ελλήνων αιχμαλώτων, από Εβραίους στην Θεσσαλονίκη. Υπό αυτές τις συνθήκες και παρ’ ότι ο Βενιζέλος είχε φροντίσει να καθησυχάσει την εβραϊκή κοινότητα παραχωρώντας τους και ιδιαίτερα προνόμια (π.χ. εξαγορά στρατιωτικής θητείας, διατήρηση της αργίας του Σαββάτου, διατήρηση της ισπανοεβραϊκής γλώσσας στις οικονομικές συναλλαγές κ.ά.), οι Εβραίοι ξεκίνησαν προσπάθειες «διεθνοποίησης» της πόλης στέλνοντας εκκλήσεις, πότε στους Βούλγαρους για να προστατέψουν με περιπολίες τις εβραϊκές συνοικίες, πότε στους Αυστριακούς, με αίτημα αυτή τη φορά, να προσαρτήσουν την Θεσσαλονίκη και την Μακεδονία, στην Αυστρουγγαρία, και πότε αποστέλλοντας επιτροπή στο Λονδίνο με αίτημα την αυτονόμηση της Μακεδονίας.
Ένα από τα κινήματα αυτονόμησης της Μακεδονίας και της Θράκης, ήταν το εργατικό σωματείο «Εργατική Σοσιαλιστική Ομοσπονδία Θεσσαλονίκης» πιο γνωστό με τον ισπανοεβραϊκό τίτλο «Φεντερασιόν», το οποίο είχε ιδρυθεί το 1909 από τον Εβραίο τυπογράφο, βουλγαρικής καταγωγής, Αβραάμ Μπεναρόγια και τον επίσης Εβραίο Κουν Βεντούρα. Η Φεντερασιόν, που αποτελούνταν κυρίως από Εβραίους και Βούλγαρους, αρχικά ήταν ανοιχτά υπέρ των Νεότουρκων και κατά του διαμελισμού της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Η οργάνωση εκπροσωπούνταν μάλιστα από το 1910 στο οθωμανικό κοινοβούλιο, με τον Βούλγαρο Ντίμιταρ Βλάχοφ. Προσγειωμένος όμως στην ωμή πραγματικότητα της προσάρτησης της Μακεδονίας στην Ελλάδα και κάτω από την διεθνή αντίληψη που υπήρχε για το μέλλον της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, ο Μπεναρόγια αναπροσάρμοσε την τακτική του και κάτω από τον σοσιαλιστικό μανδύα, προπαγάνδιζε μέσα από την εφημερίδα της οργάνωσης «Αβάντι», την αυτόνομη ομοσπονδία της Μακεδονίας, ως τμήμα μιας Βαλκανικής Ομοσπονδίας.
Γράφει για την Φεντερασιόν, ο διατελέσας προσωρινός Γενικός Γραμματέας του ΚΚΕ (1925-1926) και βουλευτής (1926-28), Ελευθέριος Σταυρίδης («Τα Παρασκήνια του ΚΚΕ»): … Ανάγνωση ολόκληρου του θέματος »
Ο Άρης Βελουχιώτης (κατά κόσμον Θανάσης Κλάρας) γεννήθηκε στην Λαμία στις 27 Αυγούστου του 1905. Η οικογένειά του ήταν, με τα κριτήρια της εποχής, από τις πλέον επιφανείς στην πόλη. Ο πατέρας του, ο Δημήτριος Κλάρας, ήταν δικηγόρος και χρημάτισε μάλιστα και πρόεδρος του Δικηγορικού Συλλόγου της πόλης. Η μητέρα του, το γένος Ζέρβα (όπου πιθανολογείται μακρινή συγγένεια με τον Ναπολέοντα Ζέρβα), ανήκε επίσης σε οικογένεια συμβολαιογράφου. Η πατρική περιουσία περιλάμβανε κτήματα, ελαιοτριβείο και σαπωνοποιείο στην περιοχή της Στυλίδας. Αν και οι πολιτικές πεποιθήσεις του πατέρα του (αντιβασιλικός) δεν ταυτίζονταν με τις κρατούσες στην πόλη, ο τελευταίος συμμετείχε συχνά στα κοινά. Παρά την επαφή του με τα γράμματα, εξαιτίας και της μεγάλης βιβλιοθήκης του πατέρα του, ο νεαρός Θανάσης δεν τέλειωσε το Γυμνάσιο. Το 1919, σε ηλικία 14 ετών, εγγράφεται στην Αβερώφειο Μέση Πρακτική Σχολή Λαρίσης, του υπουργείου Γεωργίας, εκ της οποίας απεφοίτησε μετά τριετία ως γεωργοτεχνίτης με επίδοση «Καλώς» και διαγωγή «Καλώς». Μετά το πέρας των σπουδών του τοποθετήθηκε, από το Υπουργείο Γεωργίας, στο χωριό Μπουκιά (Παρανεότιον) της Δράμας και ακολούθως μετετέθη στην περιοχή των Τρικάλων. … Ανάγνωση ολόκληρου του θέματος »