Η «Πέμπτη φάλαγγα» είναι ένας όρος που χρησιμοποιείται κυρίως στην πολιτική και θέλει να δηλώσει, πως ένας σχηματισμός (π.χ. κόμμα), εκτός από από τις επιθέσεις των άλλων που δέχεται, υπονομεύεται κι εκ των έσω.
Ο όρος γεννήθηκε κατά τον ισπανικό εμφύλιο πόλεμο (1937-1939), όταν ο στρατηγός του Φράνκο, Εμίλιο Μόλα, επιτέθηκε κατά της Μαδρίτης με τέσσερις φάλαγγες. Όταν ο υπερασπιστής της Μαδρίτης, στρατηγός Χοσέ Μιάχα, ενημερώθηκε πως τέσσερις φάλαγγες κατευθύνονται προς την Μαδρίτη, έχοντας υπόψιν και «φωτογραφίζοντας» μια σημαντική μερίδα πολιορκημένων που υποστήριζαν τους πολιορκητές, απάντησε: «Φοβάμαι μόνο την πέμπτη…».
Οι αρχαίοι Μακεδόνες, την παραμονή του γάμου τους, έβγαιναν με φίλους στο κυνήγι, στο οποίο έπρεπε απαραίτητα να σκοτώσουν ένα αγριογούρουνο, για να το προσφέρουν σαν δώρο στη νύφη. Οι Θρακιώτες, πάλι, την ημέρα του γάμου τους, έπρεπε να ημερέψουν ένα άγριο άλογο, από τα γνωστά θρακικά άλογα, που την παλιά εποχή θεωρούνταν τα πιο άγρια του κόσμου.
Αλλά το πιο παράξενο έθιμο που κρατάει από τα αρχαιότατα μινωικά χρόνια, είναι των Κρητικών. Από την παραμονή του γάμου τους οι Κρητικοί συγκέντρωναν σε ένα μεγάλο δωμάτιο διάφορα πήλινα βάζα κι ενώ τραγουδούσαν και χόρευαν, τα έσπαζαν ένα ένα. Η συνήθεια αυτή με τον καιρό, γενικεύτηκε σε όλη την Ελλάδα κι έτσι σήμερα όχι μονάχα σε γάμους, αλλά και σε κάθε είδους διασκέδαση, οι Έλληνες τους αρέσει πάνω στον ενθουσιασμό τους να σπάνε ποτήρια και πιάτα. Από αυτό άλλωστε, βγήκε η φράση «τα σπάσαμε» που τη λέμε μετά από κάθε διασκέδαση.
Παλαιότερα, όταν τα παιδιά μάθαιναν τα υποκοριστικά, ο δάσκαλος τούς έλεγε ότι η αρχική τους κατάληξη ήταν σε -ιo και ότι στα μεσαιωνικό χρόνια ήταν σε -ιον και -ιν, για να καταλήξει στο τέλος στο απλό -ι. Π.χ. παιδίον, παιδίν, παιδί. Επίσης, τους δίδασκε ότι ο τύπος των θηλυκών τριτόκλιτων ήταν σε -ις και κατέληξε να φύγει το τελικό -ς. Π.χ. πόλις, πόλι.
Όταν στους τελευταίους αιώνες άρχισαν να γράφουν το χέρι, το πόδι, χωρίς το -ν και η πίστι, η πόλι χωρίς το -ς, οι τύποι που είχαν το νι και σίγμα θεωρούνταν οι πιο σωστοί και οι κομψότεροι. Γι’ αυτό, όποιος μιλούσε με το νι και με το σίγμα, μιλούσε σωστό και τέλεια. Απ’ αυτό, λοιπόν, βγήκε η φράση: «Του τα είπα με το νι και με το σίγμα», που σήμερα σημαίνει επακριβώς, αυτολεξεί, με κάθε λεπτομέρεια.
Η φράση «έπιασε τον παπά απ’ τ’ αρχίδια» χρησιμοποιείται για να δηλώσει πως κάποιος είναι προνομιούχος, αλλά το προνόμιό του, είναι ευτελές και υποτιμητικό. Η κανονική φράση όμως είναι «Έπιασε τον Πάπα απ’ τ’ αρχίδια», κι αυτό γιατί προέκυψε από τον μεσαιωνικό θρύλο της πάπισσας Ιωάννας, που έγινε γνωστή και μέσα από το μυθιστόρημα τού Εμμανουήλ Ροΐδη «Πάπισσα Ιωάννα», με τον επεξηγηματικό υπότιτλο «Μεσαιωνική μελέτη».
Σύμφωνα μ’ αυτόν τον θρύλο, που κινείται στα όρια τού μύθου και της πραγματικότητας, μια γυναίκα, μεταμφιεσμένη σε άντρα, κατάφερε να αναρριχηθεί με την ιδιότητα αυτή στην ιεραρχία της ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας και να φτάσει να αναλάβει μέχρι και το αξίωμα του Πάπα, σε μια εποχή που τοποθετείται στο 855-858. Σ’ αυτή την περίοδο, ιστορικά, ως πάπας διατέλεσε ο Βενέδικτος Γ΄.
Έκτοτε, σύμφωνα με τον θρύλο, προς αποφυγήν του ίδιου παθήματος, σε κάθε εκλογή Πάπα, ο καμεράριος (το δεξί του χέρι και αναπληρωτής του) αναλαμβάνει να διαπιστώσει τον…ανδρισμό του, ψηλαφίζοντας τους…όρχεις του.
Εξαιτίας, αυτού του μοναδικού «προνομίου», που έχει ο καμεράριος (να πιάνει δηλαδή τους όρχεις τού Πάπα), προέκυψε και η αντίστοιχη παροιμιώδης έκφραση.