Πάρε-Δώσε

Ιστοχώρος ποικίλης ύλης
Ελληνική σημαία Πάρε-Δώσε
  • Ειδοποιήσεις

    Ενημερωθείτε άμεσα, για κάθε νέο άρθρο.
    Loading
  • Ροή σχολίων

Αρχεία της κατηγορίας «Αναδρομές»

Αναδρομή σε γεγονότα του παρελθόντος, τα οποία απασχόλησαν την τότε επικαιρότητα και κοινή γνώμη.

27 Απριλίου 1941 – Οι πρώτες δραματικές ώρες της γερμανικής Κατοχής στην Αθήνα

  22/01/2009 | Σχολιασμός

27 Απριλίου 1941 - Οι Γερμανοί στην ΑκρόποληΤο πρωί της Κυριακής του Θωμά, 27 Απριλίου 1941, η Αθήνα ξυπνούσε τρομαγμένη. Όλη τη νύχτα την ανατάραζαν υπόκωφοι κρότοι από εκρήξεις αποθηκών πυρομαχικών, που –για να μην πέσουν στα χέρια των Γερμανών– καίγονταν στα προάστια της Αθήνας και του Πειραιά. Από νωρίς το πρωί, γερμανικά αεροπορικά σμήνη πετούσαν επιδεικτικά σε χαμηλό ύψος πάνω από την ελληνική πρωτεύουσα και τις γειτονικές περιοχές.

Κλεισμένοι στα σπίτια τους οι Αθηναίοι περίμεναν με αγωνία και ανησυχία την είσοδο των κατακτητών. Άσχημα συναισθήματα τους έπνιγαν και τους γέμιζαν συγκίνηση. Μέσα από τα σπίτια τους, με κλειστά τα παράθυρα, παρακολουθούσαν τις εξελίξεις, που μετέδιδε το ελεύθερο ακόμη ραδιόφωνο.

Οι εφημερίδες που τυπώθηκαν εκείνο το πρωί, αλλά δεν πρόλαβαν να διανεμηθούν, ανέφεραν ότι αποστρατεύθηκε ο αντιστράτηγος Αλέξανδρος Παπάγος, ότι χορηγήθηκε αμνηστία σε όλα τα πολιτικά αδικήματα που είχαν διαπραχθεί μέχρι τότε στην Κρήτη και ότι ο πρωθυπουργός Εμμανουήλ Τσουδερός αναλάμβανε και το υπουργείο Στρατιωτικών, ενώ το υπουργείο Αγορανομίας ο υπουργος Εσωτερικών και Δημοσίας Τάξεως Κωνσταντίνος Μανιαδάκης.

Ο Ραδιοφωνικός Σταθμός Αθηνών κάθε πέντε λεπτά μετέδιδε διαταγή της μόνης κυβερνητικής αρχής που παρέμενε στην ελληνική πρωτεύουσα, του Ανώτερου Στρατιωτικού Διοικητή Αττικοβοιωτίας υποστράτηγου Χρ. Καβράκου. Λόγω επιτακτικής ανάγκης ζητούσε με τη διαταγή του ο στρατηγός να σταματήσει κάθε κίνηση στην Αθήνα, τον Πειραιά και τα προάστια, όλα τα καταστήματα να είναι κλειστά και οι κάτοικοι στα σπίτια τους, να σταματήσει η αντιαεροπορική άμυνα, οι στρατιωτικές και αστυνομικές δυνάμεις της περιοχής να παραμείνουν στις θέσεις τους και, πρόσθετε στη διαταγή, δεδομένου ότι η πόλις είναι ανοχύρωτος και ουδεμία θα προβληθή αντίστασις, αξιώ όπως μη ακουσθή ουδέ εις πυροβολισμός.

Κωνσταντίνος ΣταυρόπουλοςΕπιχειρώντας να δώσει κουράγιο στους θλιμμένους Αθηναίους, ο εκφωνητής του Ραδιοφωνικού Σταθμού Αθηνών Κωνσταντίνος Σταυρόπουλος μετέδιδε με τη χαρακτηριστική ένρινη φωνή του τις τελευταίες ελεύθερες φράσεις που μπορούσαν να ακουσθούν:

Εδώ ελεύθεραι ακόμα Αθήναι…

Έλληνες! Οι Γερμανοί εισβολείς ευρίσκονται εις τα πρόθυρα των Αθηνών.

Αδέλφια! Κρατήστε καλά μέσα στην ψυχή σας το πνεύμα του μετώπου.

Ο εισβολεύς εισέρχεται με όλας τας προφυλάξεις εις την έρημον πόλιν με τα κατάκλειστα σπίτια.

Έλληνες! Ψηλά τις καρδιές!

Την ίδια ώρα που ακούγονταν τα λόγια αυτά, στις 8 το πρωί
Ανάγνωση ολόκληρου του θέματος »

Ο εξορκισμός της Ανελίζε Μίχελ – Η πραγματική ιστορία του «εξορκισμού της Έμιλι Ρόουζ»

  20/01/2009 | Σχολιασμός

Η Ανελίζε Μίχελ (Anneliese Michel· το πραγματικό όνομα της κινηματογραφικής «Emily Rose», που έγινε γνωστή από την ταινία «Ο εξορκισμός της Έμιλι Ρόουζ») ήταν μια Γερμανίδα σπουδάστρια κολεγίου, γεννημένη στο Λάιμπλφινγκ, ένα μικρό χωριό της Βαυαρίας, στη Γερμανία. Οι γονείς της ήταν βαθιά θρησκευόμενοι άνθρωποι (καθολικοί) κι έτσι μεγάλωσε σε ένα έντονα θρησκευτικό περιβάλλον.

Από τη γέννησή της, στις 21 Σεπτεμβρίου του 1952, η Ανελίζε Μίχελ είχε μια κανονική νεανική ζωή. Χωρίς προειδοποίηση, η ζωή της άλλαξε σε μια μέρα το 1968 όταν η ίδια άρχισε να τρέμει και ήταν ανίκανη να ελέγξει το σώμα της. Δεν μπορούσε να καλέσει τους γονείς της, Τζόζεφ και Άννα, η οποιαδήποτε από της 3 αδελφές της. Ένας νευρολόγος από την ψυχιατρική κλινική Βίρτσμπουργκ διέγνωσε επιληψία. Εξαιτίας της δύναμης που είχαν αυτές οι επιληπτικές κρίσεις και η κατάθλιψη που απήλθε, η Ανελίζε μεταφέρθηκε σε ψυχιατρικό νοσοκομείο για ιατρική φροντίδα και περίθαλψη.

Η διαμονή της στο νοσοκομείο δεν βελτίωσε την υγεία της. Επιπλέον άρχισε να πάσχει κι από κατάθλιψη. Έχοντας επικεντρώσει τη ζωή της στην καθολική πίστη, η Ανελίζε άρχισε να αποδίδει την κατάστασή της στην ύπαρξη δαιμόνων. Σταδιακά απέκτησε μια δυσανεξία με θρησκευτικούς χώρους και σύμβολα, όπως ο σταυρός. Αργά ή γρήγορα, αφότου οι επιθέσεις άρχισαν, η Ανελίζε άρχισε να «βλέπει» δαιμονικές μορφές κατά της διάρκεια της καθημερινής της προσευχής.

Ήταν τέλη του 1970 και καθώς
Ανάγνωση ολόκληρου του θέματος »

Δέσποινα Αχλαδιώτη – Η θρυλική «κυρά της Ρω»

  14/01/2009 | Σχολιασμός

Δέσποινα Αχλαδιώτη - Η κυρά της ΡωΗ Ρω ή Ρώγη ή Ροπή, όπως την αναφέρουν διάφοροι χάρτες ή παλιά βιβλία, βρίσκεται 4 μίλια δυτικά από το Καστελλόριζο και σε απόσταση 12 μιλίων από τις τoυρκικές ακτές.
Είναι το πρώτο νησάκι που βλέπει ο επισκέπτης από το πλοίο λίγο πριν φτάσει στο νησί προερχόμενος από τη Ρόδο, με την ελληνική σημαία να ανεμίζει και το Κάστρο να δεσπόζει στη μέση και ψηλά, σαν μάρτυρας μιας μακράς Ιστορίας πολυκύμαντης αλλά όχι ξεχασμένης.

Όταν οι Τούρκοι κατέλαβαν το Καστελλόριζο, την ονόμασαν «Καρά αντά», από το μελανωπό χρώμα των βουνών της.
Η ονομασία «Άι Γιώργης» δόθηκε από το μικρό εκκλησάκι με τη λιτή αιγαιοπελαγίτικη, μοναστηριακού ρυθμού, αρχιτεκτονική που μέχρι σήμερα σώζεται ιερό και αμόλυντο στο μικρό και πεταλοειδές λιμανάκι της Ρω.
Κοντά του υπάρχει μια μικρή αγροτική έκταση, που καλλιεργεί ο εκάστοτε διαμένων κτηνοτρόφος.
Η Pω ανήκει «κατά κυριότητα» στο Δήμο Μεγίστης, ο οποίος κάθε τέσσερα χρόνια την εκμισθώνει σε κτηνοτρόφο κάτοικο Καστελλορίζου με τη διαδικασία πλειοδοτικού διαγωνισμού.

Σ΄ αυτό το άγονο νησί, έζησε μια Ελληνίδα νησιώτισσα. Η Δέσποινα Αχλαδιώτη
Ανάγνωση ολόκληρου του θέματος »

Οι Κουτσαβάκηδες κι ο Μπαϊρακτάρης

  22/12/2008 | Σχολιασμός

Χαρακτηριστικός τύπος ΚουτσαβάκηΑθήνα, 19ος αιώνας, συνοικία του Ψειρή (συναντάται κι ως Ψυρή ή Ψυρρή).
Η συνοικία αυτή έγινε πασίγνωστη, λόγω του ότι, το κυρίαρχο στοιχείο της, ήταν οι Κουτσαβάκηδες, ιδιόρρυθμοι τύποι κακοποιών, που είχαν κυριαρχήσει στην περιοχή αυτή, επί 50 περίπου χρόνια, από τα τελευταία χρόνια του Όθωνος, εώς το τέλος του 19ου αιώνος και είχαν μεταβάλει τον κοσμοβριθή οικισμό του Ψειρή, σε ένα «κράτος εν κράτει».

Το όνομά τους οι Κουτσαβάκηδες, το οφείλουν στον Μήτσο Κουτσαβάκη, έναν δεκανέα του στρατού επί Όθωνος, που είχε γίνει ονομαστός για τα κατορθώματά του ως κακοποιός.
«Κατ’ εικόνα και ομοίωσιν» αυτού, αναφάνηκαν και πολλοί άλλοι που ήταν ιδιόρρυθμοι και τυποποιημένοι στο ήθος, στην ενδυμασία, στην κόμμωση, ακόμη και στους τρόπους και τις μεθόδους.
Σαν αντάξιοι μιμητές του αρχικού τους προτύπου, επονομάσθηκαν κι αυτοί «Κουτσαβάκηδες», ή «Κούτσαβοι», αλλά παράλληλα και «Παλληκαράδες».

Φορούσαν μαύρο σακάκι, αλλά το φορούσαν μόνο απ’ το αριστερό μανίκι. Είχαν ριγέ χρωματιστό παντελόνι, που ήταν πολύ φαρδύ στα σκέλη, αλλά και πολύ στενό στους αστράγαλους. Στη μέση τους είχαν ζωσμένο ένα πολύ πλατύ και πολύπτυχο ζωνάρι, όπου τοποθετούσαν, τόσο τα όπλα τους (συνήθως κουμπούρες ή φοβερές αμφίστομες κάμες), όσο και τα καπνιστικά τους είδη. Στο κεφάλι φορούσαν μια μαύρη ρεπούμπλικα, με πλατύ όμως πένθος που το αποκαλούσαν «θλίψη» ή «χλίψη». Υπετίθετο, ότι το πένθος αυτό το όφειλαν στον ανύπαρκτο θάνατο κάποιου συγγενούς ή στενού φίλου, που κι εκείνος κατά την έκφραση του Θουκυδίδη «εσιδηροφόρει» σαν αυτούς, που ήταν κι εκείνος «μάγκας βαρύς κι ασήκωτος», που φορούσε αναρριχτό σακάκι, αλλά και είχε πέσει νεκρός κατά την εκτέλεση κάποιας γενναίας πράξης, αλυσμόνητο θύμα για στιγμές γεμάτες φιλότιμο.
Αλλά και τα παπούτσια τους ήταν παράδοξα. Ήταν στιβάλια με ψηλό τακούνι, στενά και μυτερά, που έπρεπε να είναι ανορθωμένα μπροστά στην άκρη, σαν ρύγχος. Κι έπρεπε να είναι πολύ τριζάτα.
Τα μαλλιά τους ήταν πλούσια, κατέβαιναν ως τα μάτια, αφημένα με περίτεχνη αμέλεια και ήταν πάντα αλειμμένα με χοιρινό λίπος, που αποτελούσε το κύριο καλλυντικό των τύπων εκείνων.
Τα μουστάκια τους ήταν άφθονα, στριμμένα στις άκρες κι ενώνονταν με τις άλλες τρίχες στα μάγουλα, ενώ δεν διατηρούσαν πραγματικά γένια.

Οι Κουτσαβάκηδες βάδιζαν λικνιστά, με το κεφάλι ελαφρά σκυμμένο προς τα δεξιά και κουνώντας τα χέρια τους. Είχαν σχεδόν πάντα, ύφος βλοσυρό. Κάθε τόσο όμως αναστέναζαν, θέλοντας να δείξουν ότι έκρυβαν στην καρδιά τους κάποιο βαρύ «ντέρτι», δηλαδή στενοχώρια.
Όταν κάθονταν στα καφενεία, έβγαζαν το ένα παπούτσι (πράγμα εύκολο, γιατί τα στιβάλια ήταν με λάστιχο) και τοποθετούσαν έπειτα το γυμνό πόδι ορθογώνια στο ύψος του γόνατος του άλλου ποδιού. Συνήθως όμως κάρφωναν και την κάμα τους πάνω στο ξύλινο τραπέζι, επίδειξη και σύμβολο εφεδρικού δυναμισμού για άμεση δράση.
Αλλοίμονο στον περαστικό διαβάτη που θα τους κοίταζε (κατά την κρίση τους) χωρίς τον απαιτούμενο σεβασμό. Συχνά άπλωναν μπροστά στην καρέκλα τους και πάνω στο έδαφος, την άκρη του μακριού ζωναριού τους. Κι ορμούσαν με φονικές διαθέσεις εναντίον εκείνου που θα τολμούσε να το πατήσει. Απ’ αυτή τη συνήθεια γεννήθηκε και η φράση «Απλώνει το ζωνάρι του για καβγά»
Ανάγνωση ολόκληρου του θέματος »

Παλιές και αστείες ελληνικές διαφημίσεις

  11/12/2008 | Σχολιασμός

«Γκαρσόν, λεκιάστηκα!»,
«Μα ποιος είσαι; η Δομή είσαι;»,
«Ακάκιεεε! Μην ξεχάσεις τα μακαρόνια να ‘ναι Μίσκο!»,
«Μαριάννα, τι γίνεται στο Αιγαίο;»,
«Είμαι κεφάτη, γυρίζω απ’ του Βερόπουλου!».

Διαφημιστικές ατάκες, που χρόνια μετά, ηχούν στ’ αυτιά μας και μας προσκαλούν σε μια αναδρομή στο παρελθόν.
Κάποτε, ίσως και να ήταν αρκετά εκνευριστικές, καθώς μας «έκοβαν» στη μέση της εκπομπής που παρακολουθούσαμε και ειδικά στην εποχή που η κρατική τηλεόραση είχε το μονοπώλιο και δεν υπήρχε η δυνατότητα του «ζάπινγκ».

Κάποιες απ’ αυτές, ίσως μας θυμίσουν την παιδική μας ηλικία και κάποιες άλλες θα μας πάνε ακόμα πιο πίσω, όταν δεν είχαμε καν γεννηθεί ακόμα…

 
Εναλλαγή σε εμφάνιση φορητής συσκευής