Πάρε-Δώσε

Ιστοχώρος ποικίλης ύλης
Ελληνική σημαία Πάρε-Δώσε
  • Ειδοποιήσεις

    Ενημερωθείτε άμεσα, για κάθε νέο άρθρο.
    Loading
  • Ροή σχολίων

Αρχεία της κατηγορίας «Αναδρομές»

Αναδρομή σε γεγονότα του παρελθόντος, τα οποία απασχόλησαν την τότε επικαιρότητα και κοινή γνώμη.

Νίκος Καζαντζάκης: Δε θα ήθελα να πεθάνω ποτέ – Μια συνέντευξη του 1957

  07/07/2009 | Σχολιασμός

Νίκος ΚαζαντζάκηςΣτις αρχές του 1957 η δημοσιογράφος Γιολάντα Τερέντσιο επισκέφθηκε το ζεύγος Καζαντζάκη στο σπίτι τους στην πόλη Αντίμπ. Περιγράφει το χώρο, δίνει ένα σύντομο πορτρέτο του συγγραφέα και καταγράφει τη συζήτηση που είχε μαζί του. Παραθέτουμε ένα απόσπασμα:

Ζουν ήσυχα, ερημικά, οι δυο Έλληνες στο γραφικό μικρό σπίτι της οδού του Μπα-Καστελέ. Απ’ τα παράθυρά τους βλέπουν το λιμάνι της Αντίμπ και τη γαλανή Μεσόγειο. Η πρόσχαρη φιλοξενία της οικοδέσποινας αγκαλιάζει τον επισκέπτη μόλις δρασκελίσει το κατώφλι. Λίγα σκαλιά οδηγούν στο γραφείο του συγγραφέα. Ψηλός, ίσιος, ασκητικός, μ’ ένα καλό χαμόγελο, απλώνει το μπράτσο και σφίγγοντας το χέρι ρωτάει άπληστα, με την ιδιαίτερη προσφορά του: «Τι νέα μας φέρνετε απ’ την Ελλάδα;».

Ευτυχώς, μια σειρά από δημοσιογραφικές έρευνες μ’ έχουν φέρει τελευταία σ’ επαφή με την έξω από την Αθήνα Ελλάδα κι έτσι του διηγούμαι τι είδα και τι άκουσα στα χωριά και τις πόλεις, από τ’ άγρια βράχια της Μάνης ως την κορφή του Βίτσι.

Πως γίνονται και μεγάλα έργα, αλλά πως η φτώχεια μένει πάντοτε φτώχεια και πως η εγκατάλειψη στα χωριά είναι τόση ώστε οι άνθρωποι στη Βόρειο Ελλάδα μου είπαν πως ζούνε «πίσω από τον ήλιο».

Πίσω από τον ήλιο, μουρμουρίζει ο Καζαντζάκης και σημειώνει την απλή αυτή φράση, που βγήκε απ’ τα χείλια του λαού που τόσο βαθιά αγαπάει.

Γ.Τ.: Πέστε μου τώρα και για σας, είσαστε ευχαριστημένος;
Ν.Κ.: Είμαι ευτυχισμένος -αν κι είναι ντροπή να αισθάνεται κανείς ευτυχισμένος μια ώρα τέτοια. Αν δεν ήταν μπροστά η Ελένη, θα σας έλεγα πως αυτή η γυναίκα είναι η αιτία της ευτυχίας μου… πραγματικά, δεν είχα ποτέ μου τολμήσει να φαντασθώ τέτοια κατανόηση από άνθρωπο. Αλλ’ αν εξακολουθήσω, θα θυμώσει… Είμαι ευτυχισμένος γιατί μπορώ να δουλεύω, γιατί δεν έχω καμία φιλοδοξία, κανένα μίσος, γιατί έχω την καρδιά μου καθαρή. Οταν δουλεύει κανείς πνευματικά δεν αρρωσταίνει, δεν γερνάει – αυτό είναι το μυστικό: να μην παρατήσει κανείς τη δουλειά του, γιατί τότε αλίμονο. Πέντε λεπτά μετά τον θάνατό σου, το μυαλό σου να δουλεύει ακόμα. Του Γκαίτε, είμαι σίγουρος, ότι δούλευε και μετά τον θάνατό του, γι’ αυτό όταν ο Εκερμαν ξεσκέπασε το σώμα του, ήταν σαν του εφήβου, είχε πειθαρχήσει στα βάσανά του.

Γ.Τ.: Αν μπορούσατε να ξαναγεννηθείτε, θα το θέλατε;
Ν.Κ.: Δεν θα ήθελα να πεθάνω ποτέ· μ’ ενδιαφέρει η ζωή, ο άνθρωπος -όχι οι άνθρωποι όλοι μαζί.

Γ.Τ.: Πιστεύετε στην ποιοτική εξέλιξη της ανθρωπότητας;
Ν.Κ.: Ενας Αρμένης ποιητής είπε κάποτε: «Ο πιθηκάνθρωπος ξεκίνησε να γίνει άνθρωπος, αλλά δεν έφτασε ακόμα…».

Γ.Τ.: Υπάρχει ελπίδα για τους ανθρώπους να ζήσουν κάποτε ευτυχισμένοι;
Ν.Κ.: Με στοίχημα, σε χίλια χρόνια!… Ενας χωρικός πήρε έναν κόρακα, για να εξακριβώσει αν αλήθεια ζη εκατό χρόνια, μα ο χωρικός πέθανε πρώτος! Ετσι κι εγώ, και χίλια χρόνια αν ζήσω, δεν θα προφτάσω να δω τους ανθρώπους ευτυχισμένους.

Γ.Τ.: Ποια είναι τα μεγαλύτερα εμπόδια στην ευτυχία τους;
Ν.Κ.: Αυτό είναι πολύ δύσκολο ν’ απαντήσει κανείς, αυτό είναι η μεγάλη μου αγωνία… Το μεγαλύτερο εμπόδιο στον άνθρωπο είναι, φαντάζομαι, η έλλειψη πίστης σ’ ένα ιδανικό ανώτερο από το Εγώ του. Αν δεν πιστεύει κανείς σ’ ένα πράγμα ανώτερο από τον εαυτό του, δεν μπορεί να είναι ευτυχισμένος.

Γ.Τ.: Νομίζετε πως μπορεί ν’ αποφευχθεί ο τρίτος παγκόσμιος πόλεμος;
Ν.Κ.: Δεν νομίζω πως θα τον γλιτώσουμε…
(Μην λέτε τέτοια πράγματα! φωνάζει η κυρία Καζαντζάκη. Ο,τι και να βάλουμε στο μυαλό μας, ό,τι και να πούμε, τα πράγματα θα έρθουν αλλιώτικα).
Ν.Κ.: Ο πόλεμος θα σταματήσει όταν ο πιθηκάνθρωπος γίνει άνθρωπος! Ο μεγαλύτερος κίνδυνος σήμερα είναι η διάσταση που υπάρχει ανάμεσα διανοητικού και ηθικού ανθρώπου. Ο διανοητικός άνθρωπος έχει φθάσει στο μαγικό, στο υπεράνθρωπο, ενώ ηθικά είναι ανάπηρος. Οταν αρμονισθούν αυτά τα δύο, τότε θ’ αποκτήσει κι η ανθρωπότητα το ισοζύγιο και θα γίνει ευτυχισμένη. Ο σημερινός άνθρωπος μου θυμίζει τον θηριοδαμαστή που μπήκε στο κλουβί των θηρίων νομίζοντας πως η τίγρη ήταν γυμνασμένη…

Γ.Τ.: Ο πνευματικός άνθρωπος μπορεί ν’ ανήκει σ’ ένα κόμμα ή πρέπει να μένει πάντοτε ανεξάρτητος, για να είναι ελεύθερος να κρίνει; Οπως είπε ο Σαρτρ, κάποτε, ότι ο πνευματικός άνθρωπος πρέπει να πολεμάει την αδικία όπου και να τη βρίσκει.
Ν.Κ.: Είναι δύσκολο για τον πνευματικό άνθρωπο να μείνει μόνος του. Μόνος του είναι αδύνατος, αν ενωθεί όμως με τους άλλους χαλάει. Το πρόβλημα είναι: πώς είναι δυνατόν να ενωθούν οι τίμιοι άνθρωποι; Ο πνευματικός άνθρωπος πρέπει να καταδικάζει την αδικία όπου τη βρίσκει και κάνοντας αυτό που κάνω απαντώ στο ερώτημά σας: γράφω για την ανθρώπινη αξιοπρέπεια που ποδοπατιέται παντού τόσο εύκολα. Αν ενωθώ με τους άλλους θα χάσω την ελευθερία μου. Η ψυχολογία της μάζας είναι αλλιώτικη, μιλάω για τους διανοούμενους σαν μάζα, όχι για τις λαϊκές μάζες, που τις σέβομαι και που έχουν τη δική τους δουλειά. Ενας πνευματικός άνθρωπος μόνος του μπορεί να δουλέψει καλύτερα: ελεύθερος άνθρωπος παλεύει για την ελευθερία. Δέκα ελεύθεροι άνθρωποι, ενωμένοι, χάνουν την ελευθερία τους. Εκείνο που χρειάζεται είναι ν’ ακολουθήσεις τον δρόμο σου ώς την άκρη. Η αξία του δρόμου είναι να μη σταματήσεις ποτέ!

Γ.Τ.: Ποιο είναι το πολυτιμότερο πράγμα στον κόσμο;
Ν.Κ.: Για μένα ο χρόνος. Οπως είπε ο αισθητικός Μπέρναρντ Μπέρενσον, που αποτραβήχτηκε στη Φλωρεντία κι είναι ενενήντα χρονώ, μου έρχεται να κατέβω στο δρόμο και ν’ απλώσω το χέρι μου στους διαβάτες και να τους πω: «Δώστε μου λίγο από το χρόνο που χάνετε…».

Γ.Τ.: Κι εγώ που σας έφαγα τόσην ώρα απ’ τον πολύτιμο χρόνο σας!
Ν.Κ.: Ε, δεν πειράζει, άπλωσα κι εγώ το χέρι μου και κάτι μάζεψα…

Πηγή: antiparos-blog.blogspot.com (Περιοδικό «Ταχυδρόμος» 2 Μαρτίου 1957)

Ο «άγιος» Πρεβέζης, Στυλιανός Κορνάρος – Ο αχόρταγος κι ανικανοποίητος «ιππαστί δεσπότης»

  12/05/2009 | Σχολιασμός

Στυλιανός ΚορνάροςΌλα ξεκίνησαν το 1979, όταν ο τότε υπουργός Παιδείας και Θρησκευμάτων Ιωάννης Βαρβιτσιώτης έλαβε στο γραφείο του μια φωτογραφία και μια ηχογραφημένη τηλεφωνική συνομιλία. Στη φωτογραφία απεικονίζονταν ο μητροπολίτης Πρεβέζης Στυλιανός Κορνάρος, στο κρεβάτι με μια γυμνή γυναίκα να κάθεται πάνω του…ιππαστί, ενώ η μαγνητοταινία ήταν ακόμα πιο αποκαλυπτική. Ούτε λίγο ούτε πολύ ο «ιππαστί δεσπότης» (όπως έμεινε γνωστός έκτοτε) έκανε τηλεφωνικό σεξ με την παντρεμένη ερωμένη του και μετά από ένα πλήθος βρομόλογων…αυτοϊκανοποιούνταν με δυνατές κραυγές. Αφού εξετάστηκαν με τα μέσα της εποχής η φωτογραφία και η μαγνητοταινία για τυχόν πλαστογραφία, απεστάλησαν στον αρχιεπίσκοπο Σεραφείμ για να διεξάγει έρευνα επί του θέματος. Οι έρευνες κράτησαν πολλά χρόνια και επιχειρήθηκε συγκάλυψη του θέματος, «για να μη θιχτεί το κύρος της Εκκλησίας»… Αξίζει να σημειωθεί ότι με αυτό το σκάνδαλο έγινε ευρύτερα γνωστός ο αμφιλεγόμενος δημοσιογράφος Σπύρος Καρατζαφέρης.

Σύμφωνα με μαρτυρίες ιερέων στο Σπύρο Καρατζαφέρη, ο συγκεκριμένος μητροπολίτης είχε πολύ πλούσια ερωτική ζωή, τις περισσότερες φορές με παντρεμένες γυναίκες. Συγκεκριμένα, ο οδηγός του και μεταφορέας των γυναικών του πατήρ Σταύρος Κασκάνης δήλωσε ότι σε ένα χρόνο πέρασαν από το μέγαρο του μητροπολίτη πάνω από…50 γυναίκες. Ανέφερε ακόμα περίεργες ιστορίες με ομαδικά όργια και φωτογραφήσεις των ερωμένων του σε ερωτικές πόζες, ακόμα και μέσα στην εκκλησία! Εκτός από χρέη οδηγού και μεταφορέα γυναικών, ο π. Κασκάνης ήταν και ο προσωπικός φωτογράφος του «αγίου» Πρεβέζης. Αυτός αποθανάτιζε τις ερωμένες του δεσπότη σε διάφορες στάσεις, ικανοποιώντας (και αυτό) το βίτσιο του Στυλιανού.

Το ποτήρι όμως ξεχείλισε όταν ο…αχόρταγος δεσπότης έστρεψε τις ορμές του στην ίδια τη γυναίκα του οδηγού και φωτογράφου του, π. Κασκάνη! Μετά από όλες τις «εξυπηρετήσεις» που του είχε κάνει, ο ιερέας έβλεπε τον αχόρταγο ρασοφόρο σάτυρο να του κλέβει και την παπαδιά! Μάλιστα, η συγκεκριμένη παπαδιά δήλωσε στο δημοσιογράφο ότι συνευρέθηκε με τον Στυλιανό μετά από επανειλημμένες απειλές κατά της ίδιας και του άντρα της, ότι θα «τους καταστρέψει».

Στην ηχογραφημένη συνομιλία διαρκείας μιας ώρας περίπου, το λεξιλόγιο ήταν τόσο «σκληρό», ώστε σύμφωνα με δηλώσεις του, ο μητροπολίτης Μυτιλήνης Ιάκωβος που ανέλαβε την ανάκριση λιποθύμησε μόλις την άκουσε (αν και οι «κακές γλώσσες» λένε ότι λιποθύμησε λόγω έντονης ερωτικής εξάψεως η οποία προκλήθηκε απ’ όσα «γαργαλιστικά» άκουγε)! Ένα ενδεικτικό απόσπασμα είναι το ακόλουθο:
– Θα είσαι η γλυκιά και φλογερή πουτάνα μου. Πες μου τι θα είσαι;
– Θα είμαι η πουτάνα σας δέσποτα!

(σ.σ.: ως φαίνεται, ο Στέφανος Κορκολής, ήρθε δεύτερος, ως προς την χρήση αυτής της «ιστορικής» φράσεως)

Στις εφημερίδες δημοσιεύονται φωτογραφίες του Μητροπολίτη. Επί ημέρες οι εφημερίδες δημοσιεύουν αναλυτικές αναφορές για την υπόθεση μαζί με τους σκανδαλιστικούς διαλόγους. H υπόθεση φθάνει να γίνει ακόμη και θεατρικό έργο και κινηματογραφική ταινία («Ο άγιος Πρεβέζης», του Δημήτρη Κολλάτου). Ο μητροπολίτης Πρεβέζης υποχρεώνεται σε παραίτηση για «λόγους υγείας». Στη διάρκεια της εκκλησιαστικής ανάκρισης, μετά από πολύμηνες και κουραστικές ανακρίσεις, ο βασικός κατήγορος ιερέας δηλώνει ότι δεν μπορεί να προσκομίσει το «αρνητικό» της φωτογραφίας και ύστερα από αυτό ο Στυλιανός Κορνάρος απαλλάσσεται. Δεν του δίδεται όμως η δυνατότητα να επιστρέψει στη μητρόπολη. Τα υπόλοιπα χρόνια της ζωής του τα πέρασε σε ένα μικρό διαμέρισμα της οδού Κεφαλληνίας στην Κυψέλη μαζί με τη μητέρα του και την αδελφή του.

Ο Στυλιανός Κορνάρος, είχε διατελέσει στρατιωτικός ιερέας και εξομολόγος στο στρατόπεδο συγκέντρωσης της Μακρονήσου μετά τον εμφύλιο, ενώ σύμφωνα με καταγγελίες απειλούσε τους κρατούμενους ακόμα και με…πιστόλι, ενώ συμμετείχε ενεργά σε βασανιστήρια. Επιπλέον, «κάρφωνε» τυχόν πληροφορίες που αποσπούσε μέσω του ιερού μυστηρίου της εξομολόγησης στους διοικητές του στρατοπέδου, με ολέθρια αποτελέσματα για τους κρατούμενους που νόμιζαν πως όσα έλεγαν ήταν εμπιστευτικά. Λόγω μάλιστα αυτής της τακτικής του, του αποδόθηκε το προσωνύμιο «παπα-Καρφής».

Ο Στυλιανός Κορνάρος απεβίωσε τον Δεκέμβριο του 1999 και κηδεύθηκε στην Τήνο.

Πηγές
falsefaith.blogspot.com | tovima.gr

«Πέφτουν οι σφαίρες σαν το χαλάζι κι ο τραυματισμένος καλλιτέχνης αναστενάζει» – Τα τηλεοπτικά ήθη μιας άλλης εποχής

  10/05/2009 | Σχολιασμός

Πέφτουν οι σφαίρες σαν το χαλάζι - Νίκος ΑλευράςΉταν ένα Σαββατόβραδο του 1984, όταν προβλήθηκε στην ΕΡΤ2 (πρώην Υ.Ε.Ν.Ε.Δ.) η λογοκριμένη το 1977, ταινία του σκηνοθέτη Νίκου Αλευρά, «Πέφτουν οι σφαίρες σαν το χαλάζι» (πλήρης τίτλος: Πέφτουν οι σφαίρες σαν το χαλάζι κι ο τραυματισμένος καλλιτέχνης αναστενάζει). Καθώς η ταινία ήταν πανελληνίως άγνωστη, ο τίτλος στην αρχή προϊδέαζε, για ταινία περιπέτειας ή πολεμικής δράσης, ή εν πάση περιπτώσει, για μια ταινία όπου θα «συμμετείχαν» πραγματικές σφαίρες.

Γρήγορα οι τηλεθεατές αντιλήφθηκαν, ότι δεν πρόκειται για κάτι τέτοιο, αλλά για μια ταινία με περίεργη και ακαταλαβίστικη υπόθεση, διανθισμένη με μερικές σκηνές γυμνού. Παρ’ ότι οι αισθησιακές ταινίες με γυμνό και ερωτικές σκηνές, δεν ήταν κάτι πρωτοφανές για την κρατική τηλεόραση (οι πιτσιρικάδες της εποχής, όταν έπαιζε τέτοιες ταινίες η τηλεόραση, έστω και σχετικά σπάνια, έλεγαν «σήμερα παίζει “τσόντα” η τηλεόραση», χαρακτηριστικό μάλλον της «αθωότητας» και των ηθών της τότε τηλεόρασης), εν τούτοις η συγκεκριμένη τολμηρή ταινία, ξεσήκωσε αντιδράσεις, όχι γιατί είχε ερωτικές σκηνές (που δεν είχε), αλλά λόγω, κυρίως, μιας συγκεκριμένης σκηνής, όπου ένας γενειοφόρος μαντράχαλος (ήταν ο σκηνοθέτης και πρωταγωνιστής της ταινίας, Νίκος Αλευράς [ανηψιός του άλλοτε προέδρου της Βουλής, Γιάννη Αλευρά]), εμφανιζόταν να υποδύεται ένα…μωρό και φορώντας…πάνα να θηλάζει στην αγκαλιά μιας γυναίκας (υποτίθεται της μάνας του, αν και έμοιαζε συνομήλική του)! Είχε ήδη προηγηθεί μια σκηνή, όπου η ίδια γυναίκα ψηλάφιζε τ’ απόκρυφα του εν λόγου μαντράχαλου, βάζοντάς του στην…ευαίσθητη περιοχή, ταλκ, επειδή είχε…συγκαεί. Σε μερικές από τις σκανδαλιστικές σκηνές που ακολούθησαν, ο σκηνοθέτης βρίσκεται σε μια κούνια, όπου και δέχεται την επίσκεψη γυμνόστηθων γυναικών της γειτονιάς, που τον παινεύουν. Εδώ εντοπίζεται και η ατάκα: «Αχ, το άτιμο, έβγαλε και τριχούλες!».

Οι εξελίξεις ήταν καταιγιστικές και κωμικοτραγικές. Εκτός από τις «σφαίρες που έπεφταν σαν το χαλάζι» στην τηλεόραση, σαν το χαλάζι άρχισαν να πέφτουν και τα τηλεφωνήματα των σκανδαλισμένων και έξαλλων τηλεθεατών, στο τηλεφωνικό κέντρο της ΕΡΤ2. Φημολογούνταν, πως ένα από αυτά τα τηλεφωνήματα, ήταν του τότε πρωθυπουργού, Ανδρέα Παπανδρέου. Ο πρόεδρος του σταθμού, Σάκης Αποστολόπουλος, βρισκόμενος κάτω από πίεση και μάλλον σε κατάσταση πανικού, αποφασίσει και κατεβάζει τον διακόπτη κι έτσι επί μισή σχεδόν ώρα, ελλείψει εναλλακτικού προγράμματος, οι τηλεθεατές έβλεπαν στους δέκτες τους «χιόνι». Σύντομα κατέφθασε και στο κτήριο, τόσο η Αστυνομία, όσο κι ο εισαγγελέας, ενδεικτικό της «σοβαρότητας» της κατάστασης.

Την επόμενη κιόλας μέρα, σύσσωμο το διοικητικό συμβούλιο της ΕΡΤ2 παραιτήθηκε, ενώ την Δευτέρα που κυκλοφόρησαν και οι εφημερίδες έκαναν λόγο, με πηχαίους τίτλους, για «Αίσχος!» και «Ντροπή!», ρίχνοντας το ανάθεμα σε όσους «έβαλαν την τσόντα στα σπίτια», μέσω της τηλεόρασης. Δεν παρέλειψαν βέβαια να σχολιάσουν την απονομή ευθυνών και τις συνεπόμενες παραιτήσεις και «καρατομήσεις», κάνοντας λογοπαίγνιο, ανάλογου του τίτλου της ταινίας: «Πέφτουν τα κεφάλια σαν το χαλάζι». Δεν έλειψε όμως και η πολιτική και η κομματική εκμετάλλευση του θέματος, που έριξε περισσότερο λάδι στη φωτιά και κράτησε στην επικαιρότητα το «σκάνδαλο» για αρκετό καιρό, το οποίο έγινε γνωστό και πέραν των ελληνικών συνόρων.

Το αστείο της υπόθεσης ήταν, πως μετά από λίγον καιρό, η συγκεκριμένη ταινία (που μόνο «τσόντα» δεν ήταν), προβλήθηκε σε μερικούς κινηματογράφους της Αθήνας κι έγινε…λαϊκό προσκύνημα!

Άλλες εποχές, άλλα ήθη…

Η δίκη του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη

  07/05/2009 | Σχολιασμός

Ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης στη φυλακήΑποτέλεσμα των αγώνων του ελληνικού έθνους εναντίον των Τούρκων ήταν να έλθει η πολυπόθητη λευτεριά (1827). Πρώτος κυβερνήτης του νέου ελληνικού κράτους ήταν ο Ιωάννης Καποδίστριας (1828-1831), που προσπάθησε να δημιουργήσει κρατικό μηχανισμό, μέσα από το χάος που είχε αφήσει ο εφτάχρονος πόλεμος και πέτυχε πολλά πράγματα στον τομέα αυτό. Μετά τη δολοφονία του (Σεπτέμβριος 1831) έγινε βασιλιάς της Ελλάδας ο Βαυαρός Όθωνας (1833-1862), που κυβέρνησε στην αρχή απολυταρχικά, αλλά αναγκάσθηκε να παραχωρήσει το 1843 σύνταγμα. Το 1862 εκθρονίστηκε και μια νέα εθνοσυνέλευση εξέλεξε βασιλιά τον Γεώργιο Α’.

Ως την ενηλικίωση του Όθωνα (20 Μαΐου 1835) τα βασιλικά καθήκοντα τα ασκούσε μια πενταμελής επιτροπή, η αντιβασιλεία, που την αποτελούσαν ο κόμης Άρμανσπεργκ, ο καθηγητής Μάουερ και ο υποστράτηγος Χέιντεκ, με πάρεδρα μέλη τους Άμπελ και Γκρένερ. Με τη σύμβαση της 25ης Απριλίου/7ης Μαΐου 1832 δόθηκε το δικαίωμα στην Αντιβασιλεία να ασκεί πλήρως την εξουσία.

Οι «Προστάτιδες Δυνάμεις» προσπαθούσαν να εδραιώσουν την επιρροή τους στην Ελλάδα, με πρωτοπόρο την Αγγλία, η οποία είχε ως στόχο να εκμηδενίσει τόσο τη ρωσική, όσο και τη γαλλική επιρροή. Για την επιτυχία αυτού του διπλού σκοπού οι Άγγλοι διέθεταν ένα αποφασιστικό όργανο, τον πρόεδρο της αντιβασιλείας κόμη Άρμανσπεργκ. Οι άλλοι όμως αντιβασιλείς ακολουθούσαν διαφορετικούς δρόμους. Ο Μάουερ και ο Άμπελ έκλιναν, φανερά, υπέρ της Γαλλίας, ενώ ο Χέιντεκ υπέρ της Ρωσίας. Η βρετανική διπλωματία, συνεπώς, έπρεπε να αποδυθεί σε ένα διμέτωπο αγώνα. Εάν όμως τον επιχειρούσε φανερά, ίσως να αποτύγχανε. Διότι υπήρχε κίνδυνος να ενωθούν οι δύο αντίπαλοί της, Ρωσία και Γαλλία και να την πολεμήσουν από κοινού. Κατέφυγε, λοιπόν, σε μια μακιαβελική ενέργεια, η οποία είχε περισσότερες ελπίδες επιτυχίας. Συμμάχησε, πρόσκαιρα, με τον ένα από τους δυο αντιπάλους της, για να εξοντώσει τον άλλο. Συγκεκριμένα συνεργάστηκε με τη γαλλική μερίδα, για να εκμηδενίσει τη ρωσική διότι, άλλωστε, η τελευταία αυτή ήταν και η περισσότερο επίφοβη. Ο αντιβασιλιάς Χέιντεκ, που την υποστήριζε, δεν ήταν ένας ισχυρός αντίπαλος. Η ρωσόφιλη όμως παράταξη, το κόμμα δηλαδή των ρωσοφρόνων, αποτελούσε αντίπαλο πολύ υπολογίσιμο. Διότι στην παράταξη αυτή ανήκαν το μεγαλύτερο μέρος του λαού και οι δυναμικότεροι στρατιωτικοί ηγέτες, με επικεφαλής τον Θεόδωρο Κολοκοτρώνη. Εναντίον των ρωσοφρόνων, συνεπώς, έπρεπε να δοθεί η μάχη. Και τότε πλέχτηκε μια ατελείωτη μηχανορραφία, της οποίας τα νήματα κινούσαν άλλοτε μεν οι αντιβασιλείς, άλλοτε δε οι πρέσβεις των μεγάλων δυνάμεων και όσοι βρίσκονταν πίσω από αυτούς, ως όργανα ή και ως απλοί πράκτορες.

Φθάνοντας λοιπόν, στην Ελλάδα η αντιβασιλεία διατήρησε το υπάρχον κυβερνητικό σχήμα ως τις 15 Απριλίου 1833, οπότε όρισε μέλη του επονομαζόμενου υπουργικού συμβουλίου το Σπυρίδωνα Τρικούπη, τον Αλέξανδρο Μαυροκορδάτο, το Γεώργιο Ψύλλα, το Γεώργιο Πραΐδη και τον Ιωάννη Κωλέττη. Σύνθεση με καταφανή την υπεροχή του «αγγλικού κόμματος» και μειωμένη στο ελάχιστο του «γαλλικού». Μόνος εκπρόσωπός του, ο Ιωάννης Κωλέτης, είχε κληθεί να αναλάβει το χωρίς ιδιαίτερη πολιτική βαρύτητα Υπουργείο των Ναυτικών. Το «ρωσικόν» κόμμα δεν αντιπροσωπεύτηκε διόλου στην κυβέρνηση. Είχε άλλωστε ήδη δεχθεί ένα σοβαρό πλήγμα, όταν δεν αναγνωρίστηκε στο Θεόδωρο Κολοκοτρώνη η αρχιστρατηγία και όταν οι περισσότεροι, εκτός από ελάχιστους, ισχυροί άνδρες του καποδιστριακού κόμματος αποκλείστηκαν από επίσημα αξιώματα.

Απέκλεισε επίσης από την απονομή τιμητικών διακρίσεων, εκτός από το Θεόδωρο Κολοκοτρώνη και σε στρατιωτικούς ηγέτες, όπως τον Τζαβέλα και το Θεόδωρο Γρίβα. Από αυτές τις πρώτες ενέργειες της Αντιβασιλείας γίνεται φανερό ότι η στάση της απέναντι στα κόμματα, αντανακλούσε και τις διαθέσεις της απέναντι στις Δυνάμεις που τα προστάτευαν. Κατά τη γνώμη της Αντιβασιλείας, οι Δυνάμεις συνιστούσαν απειλή για την εξουσία. Έτσι ευθύς εξαρχής απέβλεψε στη συνένωση όλων των κομμάτων κάτω από την αιγίδα του στέμματος, καθώς και στη διασφάλιση της ανεξαρτησίας της χώρας από την ξένη επέμβαση.

Μια από τις αιτίες για τις οποίες δυσπιστούσε απέναντι στα κόμματα, ενεργώντας ουσιαστικά για τη διάλυσή τους, οφειλόταν στο γεγονός ότι τα τελευταία δε δίσταζαν να καταφεύγουν στις Δυνάμεις προκειμένου να επιτυγχάνουν στις επιδιώξεις τους, παρέχοντάς τους τις δυνατότητες και τα προσχήματα για να επεμβαίνουν στις ελληνικές υποθέσεις. Στην προσπάθειά της να αντιμετωπίσει τα κόμματα η Αντιβασιλεία, χρησιμοποίησε διπλή τακτική. Μακροπρόθεσμα προσπάθησε να μη δημιουργηθούν θεσμικά πλαίσια, ευεργετικά και αποτελεσματικά για την επιβίωση και την ανάπτυξή τους. Βραχυπρόθεσμα προσπάθησε να συμπιέσει και να αναστείλει τις δραστηριότητες των κομμάτων. Ο πρώτος τρόπος έθιγε τους βασικούς παράγοντες που ευνοούσαν την ύπαρξη των κομμάτων. Ο δεύτερος απέβλεπε στο να ελέγχει κάθε εκδήλωση της πολιτικής ζωής.

Στις 3 Φεβρουαρίου 1833, ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης, φιλοξενούμενος στη ναυαρχίδα του Ρώσου ναυάρχου Ρίκορδ, έγραψε και έστειλε επιστολή στον υπουργό εξωτερικών της Ρωσίας Νέσελροδ, εκφράζοντας την ανησυχία του για την εκκλησιαστική πολιτική της Αντιβασιλείας. Στην απάντησή του στις 11 Ιουλίου 1833 ο Ρώσος υπουργός συμβούλευε για τη συσπείρωση των Ελλήνων γύρω από το θρόνο και την επιμονή στην πίστη και τη θρησκεία τους. Τον ίδιο καιρό οι Ναπαίοι κυκλοφορούσαν προς υπογραφή ένα κείμενο απευθυνόμενο προς τον τσάρο, με το οποίο ζητούσαν την ανάκληση της Αντιβασιλείας, ώστε να αναλάμβανε αμέσως ο Όθωνας τα υψηλά καθήκοντα.

Αυτές ήταν οι ενέργειες που αποτέλεσαν την αποκαλούμενη «κύρια συνομωσία». Παράλληλα, μια μικρότερης ευρύτητας «συνομωσία» με κύριο μοχλό της τον καθηγητή Φραντς, διερμηνέα στα γραφεία της Αντιβασιλείας, απέβλεπε να ορισθεί ως μοναδικό μέλος της Αντιβασιλείας ο κόμης Άρμανσπεργκ. Η πρώτη «συνομωσία» απέβλεπε στην ανάκληση όλων των μελών της Αντιβασιλείας, ενώ η δεύτερη ζητούσε να ανακληθούν τα δυο μέλη της. Αργότερα ο Άρμανσπεργκ άφησε να εννοηθεί ότι υπεύθυνος για την πολιτική αυτή ήταν ο Μάουερ και ο Χέιντεκ.

Όταν ο κόμης Διονύσιος Ρώμας, επέστρεψε από ένα ταξίδι, στη διάρκεια του οποίου είχε επισκεφτεί και τη βαυαρική πρωτεύουσα, διαβεβαίωσε τον Κολοκοτρώνη στην Τρίπολη και τον Πλαπούτα στο Άργος για τις φιλικές διαθέσεις του Άρμανσπεργκ προς τους καποδιστριακούς. Οι πληροφορίες αυτές ενθάρρυναν τους Ναπαίους, που θεώρησαν προτιμότερο σ΄ αυτή την περίοδο ένας Αντιβασιλέας, ο Άρμανσπεργκ φυσικά, παρά να αναλάβει ο Όθωνας του οποίου δε γνώριζαν τις σκέψεις. Η Αντιβασιλεία, προκειμένου να εμποδίσει ενδεχόμενη εξέγερση των Ναπαίων και να στερήσει από τον Άρμανσπεργκ πιθανούς συμμάχους, έδρασε αποφασιστικά. Πρώτη της ενέργεια ήταν η σύλληψη και απέλαση του καθηγητή Φραντς. Τρεις εβδομάδες αργότερα, στις 18 Σεπτεμβρίου 1833, ακολούθησαν περί τις είκοσι συλλήψεις ρωσόφρονων οπλαρχηγών: Θεόδωρος Κολοκοτρώνης, ΔημήτριοςΠλαπούτας, ο πρωτοσύγγελος Αμβρόσιος Φραντζής, Νικόλαος Κριεζώτης, Ιωάννης Μαμούρης, Τσάμης Καρατάσος, Σπυρομήλιος, οι αδελφοί Αδάμ και Αναγνώστης Παρατσωραίος, Ι. Ρούκης, Γ. Βάγιας, Κίτσος Τζαβέλλας, Αποστολάρας, Κ. Δημητρακόπουλος, Κ. Πελοπίδας, Δ. Χοϊδάς, Γενναίος Κολοκοτρώνης, Θεόδωρος Γρίβας και άλλοι στρατιωτικοί γνωστοί για την αφοσίωσή τους στο καποδιστριακό κόμμα και για τους δεσμούς τους με το Θεόδωρο Κολοκοτρώνη. Τους περισσότερους από αυτούς, δεμένους με αλυσίδες, τους έφεραν στο Ναύπλιο, τους πέρασαν από τους δρόμους για να τους διαπομπεύσουν και άλλους μεν έκλεισαν στο Ιτς Καλέ και άλλους δε φυλάκισαν στο Μπούρτζι.

Οι συλλήψεις έγιναν με μυστικότητα, χωρίς να γνωστοποιηθούν στο υπουργικό συμβούλιο. Η διαταγή της σύλληψης είχε υπογραφτεί μόνο από τους Αντιβασιλείς Μάουερ και Άμπελ. Όταν ο Γεώργιος Ψύλλας, υπουργός των Εσωτερικών, διαμαρτυρήθηκε στο Μάουερ για την παρατυπία, εκείνος τον απείλησε ότι θα διάταζε και τη δική του σύλληψη, διότι ως αρμόδιος υπουργός έπρεπε να έχει ανακαλύψει έγκαιρα τη «συνομωσία». Ακολούθησε η αποχώρηση του Τρικούπη, του Πραΐδη και του Ψύλλα από το υπουργικό συμβούλιο. Διασώθηκε ο Αλέξανδρος Μαυροκορδάτος, μοναδικό πλέον μέλος του «αγγλικού» κόμματος στην κυβέρνηση, στον οποίο ανατέθηκε το υπουργείο των Εξωτερικών και προσωρινά το υπουργείο Ναυτικών. Η σύνθεση του νέου υπουργικού συμβουλίου (Οκτώβριος 1833) του οποίου πρόεδρος ορίστηκε ο Μαυροκορδάτος ήταν η ακόλουθη: Ν. Θεοχάρης υπουργός των Ναυτικών, ο Ι. Κωλέττης των Εσωτερικών, ο Κ. Σχινάς της δικαιοσύνης και προσωρινά των εκκλησιαστικών. Στο επόμενο οκτάμηνο, διάστημα που μεσολάβησε ανάμεσα στη σύλληψη (Σεπτέμβριος 1833) και στη δίκη (Μάιος 1834) του Κολοκοτρώνη και των συντρόφων του, εκδηλώθηκε σοβαρή κρίση ανάμεσα στα μέλη της Αντιβασιλείας. Η κρίση είχε ως αποτέλεσμα την ανάκληση των Μάουερ και Άμπελ, μετά τη δίκη των στρατηγών (Ιούλιος 1834).

Η δίκη άρχισε στις 30 Απριλίου 1834 και διήρκεσε μέχρι τις 26 Μαΐου του ιδίου έτους. Διεξήχθη στο τουρκικό τζαμί του Ναυπλίου. Την εισαγγελική έδρα είχε ο Εδουάρδος Μάσον, «ο εμπαθής εκείνος πολέμιος», όπως γράφει ο ιστορικός Μέντελσον, «της ρωσικής μερίδος και του Κολοκοτρώνη, υπερασπισθείς τον φονιά του Καποδίστρια Γεώργιο Μαυρομιχάλη». Σκωτσέζος, νομικός, θεολόγος και φιλόσοφος, είχε έλθει το 1824 στην Ελλάδα με την ιδιότητα του φιλέλληνα. Δεν είχε σπουδαία δράση κατά τον Αγώνα, μετά την απελευθέρωση δε άρχισε να δικηγορεί, έως ότου ο Όθωνας τον διόρισε καθηγητή της ιστορίας του Πανεπιστημίου Αθηνών. Αναμίχθηκε στις εσωτερικές μας διενέξεις και υπηρέτησε, ουσιαστικά, την αγγλική πολιτική. Το πάθος, με το οποίο υπερασπίσθηκε το Μαυρομιχάλη και το μένος με το οποίο κατηγόρησε τον Κολοκοτρώνη, φανερώνουν όχι μόνον την πολιτική του τοποθέτηση, αλλά και το δισυπόστατο χαρακτήρα του. Ένας ξένος, και αυτός, που κάτω από την ηθική δικαίωση του φιλελληνισμού, αναμίχθηκε, κατά τρόπο εξοργιστικό, στις εσωτερικές υποθέσεις των Ελλήνων. Τον κατείχε, όπως και άλλους παρεμφερείς φιλέλληνες, η εγωιστική πεποίθηση ότι οι μικρές ή μεγάλες υπηρεσίες που είχαν προσφέρει στην αγωνιζόμενη χώρα τούς έδι-ναν ιδιαίτερα δικαιώματα, ακόμα και το ύπατο δικαίωμα να κρίνουν επί της ζωής των επιφανέστερων ανδρών αυτού του τόπου.

Η τακτική του Μάσον κατά το στάδιο της προανάκρισης έδειξε ότι έλειπε από τη νομική και φιλοσοφική του σκέψη η βαθύτερη έννοια της δικαιοσύνης. Προσπάθησε με διάφορα τεχνάσματα, να κατασκευάσει ψευδομάρτυρες ή να διαστρέψει τις μαρτυρικές καταθέσεις. Απέφυγε συστηματικά να αναζητήσει την αλήθεια, όση κρυβόταν κάτω από την καιροσκοπική δίωξη του Κολοκοτρώνη και διακήρυττε ότι ήταν ακλόνητα πεπεισμένος περί της ενοχής του γέρου. Όταν πήγε στο Ιτς Καλέ, όπου ήταν φυλακισμένος ο Γέρος του Μοριά, για να ανακρίνει τον εγκάθειρκτο στρατηγό και τον πίεζε επί ώρες να ομολογήσει ότι «είχε προπαρασκευάσει αποστασίαν εναντίον της κυβερνήσεως», ο Κολοκοτρώνης, με πολύ πικρή θυμοσοφία, τον αποστόμωσε, αναφέροντας την ιστορία του λύκου και της προβατίνας, του λύκου ο οποίος για να βρει δικαιολογία να φάει την προβατίνα, άρχισε να της φωνάζει: «μου θόλωσες το νερό της πηγής και δεν μπορώ να πιω». Ανάλογους δικολαβισμούς επικαλέσθηκε ο Μάσον και κατά τη διάρκεια της δίκης και κατά τη σύνταξη του κατηγορητηρίου, όπως θα δούμε στη συνέχεια.

Από όλες τις δεινές κατηγορίες, καμία δεν αποδείχτηκε κατά τρόπο αδιαμφισβήτητο. Και αν ακόμη υπήρχαν κάποιες ενδείξεις, αοριστίες, κατά το πλείστον, έλλειπαν όμως τα αδιαφιλονίκητα εκείνα στοιχεία που θα θεμελίωναν την παραπομπή του Κολοκοτρώνη και του Πλαπούτα, και μάλιστα «επί εσχάτη προδοσία». Οι 44 μάρτυρες κατηγορίας, που παρουσιάστηκαν, δεν κατέθεσαν στοιχεία που να μη μπορούν να αμφισβητηθούν. Αντιστρόφως οι 115 μάρτυρες υπεράσπισης που εξετάσθηκαν διέψευσαν τα περισσότερα σημεία της κατηγορίας.

Οι κατηγορούμενοι στρατηγοί, με απλή στολή καπετάνιου χωρίς παράσημα οδηγούνται στην αίθουσα και κάθονται στον πάγκο τους συνοδευόμενοι από όργανα τάξης και τους συνηγόρους τους. Συνήγοροι και χωροφύλακες παίρνουν κι αυτοί τις θέσεις τους. Η εμφάνιση του Κολοκοτρώνη στο εδώλιο συγκλόνισε το ακροατήριο. Όταν μάλιστα ο Γέρος, ρωτήθηκε «Τι επάγγελμα έχεις;» και έδωσε την ιστορική απάντηση «Στρατιωτικός! Κρατάω σαράντα εννιά χρόνους στο χέρι το ντουφέκι και πολεμώ για την πατρίδα!», ρίγος και δέος κατέλαβε ακόμη και τους εχθρούς του στρατηλάτη
Ανάγνωση ολόκληρου του θέματος »

Θυμάστε την Άναμπελ από τα «Κορίτσια στον ήλιο» και τον ξανθό πρίγκιπα της «Επιχείρησις Απόλλων»;

  21/04/2009 | Σχολιασμός

«Στάσου, που πας; Θέλω να σου δώσω μύγδαλααα!».
Και ποιος δεν θυμάται την ατάκα του βοσκού Γιάννη Βόγλη που κυνηγούσε σε κάμπους και σε καλαμιές την γλυκύτατη τουριστριούλα, που έφερε το όνομα «Άναμπελ»; Έκτοτε και αρκετά χρόνια αργότερα, πολλοί αναρωτιώνταν τι να απέγινε η όμορφη Άναμπελ -κατά κόσμον Αν Λόνμπεργκ (Anne Lonnberg)- και πως να είναι τώρα.

Για να είμαι ειλικρινής μπήκα στον πειρασμό να ψάξω, ωθούμενος κι από την δική μου περιέργεια. Δεν βρήκα και πολλά στοιχεία για την Σουηδέζα (γεννημένη στις Η.Π.Α.), που φαίνεται ότι έθεσε τις βάσεις για την κινηματογραφική της καριέρα στην Ελλάδα, στην δεκαετία του ’60, γυρίζοντας μερικές ταινίες, με αποκορύφωμα βέβαια τα «Κορίτσια στον ήλιο», τα οποία είχαν επενδυθεί μουσικά, με την θαυμάσια μουσική του Σταύρου Ξαρχάκου. Ο κύκλος της στην Ελλάδα, φαίνεται να έκλεισε το 1975 με την συμμετοχή της στην κατασκοπική ταινία «Συνομωσία στη Μεσόγειο» (ξενόγλωσσος τίτλος «The navel»).

Anne LonnbergΗ «Άναμπελ» δεν έκανε την μεγάλη κινηματογραφική καριέρα, αλλά συμμετείχε σε μερικές γνωστές ταινίες, όπως το «Εφτά μέρες στο Πεκίνο» (1976) και τρία χρόνια αργότερα υποδυόταν ένα από τα κορίτσια του Τζέιμς Μποντ στην ταινία «Moonraker» (1979). Τον Ιούλιο του ίδιου έτους, μ’ αυτή την ιδιότητα (κορίτσι του Τζέιμς Μποντ) είχε την τιμητική της στο ανδρικό περιοδικό «Playboy». Συμμετείχε επίσης, σε μερικές γνωστές τηλεοπτικές σειρές, όπως «Η κόρη του Μιστράλ».

Μια από τις τελευταίες της εμφανίσεις, τουλάχιστον στο διεθνές καλλιτεχνικό στερέωμα, φαίνεται να είναι ένα σύντομο πέρασμα στην γνωστή ταινία του 1988, «Η αβάσταχτη ελαφρότητα του είναι», στην οποία υποδυόταν μια Ελβετίδα φωτογράφο. Τα ίχνη της «Άναμπελ», χάνονται κάπου στα 1991, με την συμμετοχή της στην τηλεοπτική σειρά «Οι περιπέτειες του Γουλιέλμου Τέλλου», καθώς δεν μπόρεσω να βρω περισσότερες πληροφορίες από αυτό το χρονικό σημείο και μετά…

Μία άλλη μορφή που χαράχτηκε στην μνήμη των φίλων του παλιού ελληνικού κινηματογράφου, ήταν ο Τόμας Φριτς (Thomas Fritsch), που γνωρίσαμε το 1968 στην ελληνοσουηδική κινηματογραφική παραγωγή «Επιχείρησις Απόλλων», ως γοητευτικό πρίγκηπα που προσπαθεί να κερδίσει την καρδιά της ξεναγού Έλενας Ναθαναήλ, με κάθε τρόπο: Είτε σαν λαθρεπιβάτης στο λεωφορείο, είτε από αέρος με το ελικόπτερό του, είτε προσπαθώντας ακόμα και να «παίξει» στο μπαγλαμαδάκι ή την κιθάρα του, τις νοσταλγικές μελωδίες του Γιάννη Μαρκόπουλου.

Thomas FritschΣε αντίθεση με την Αν Λόνμπεργκ, ο Φριτς έχει μια σχετικά πλούσια παρουσία στα καλλιτεχνικά δρώμενα (κυρίως της μικρής οθόνης). Ο 65χρονος σήμερα (γεννημένος το 1944) Γερμανός ηθοποιός, εξακολουθεί να δίνει το παρόν κυρίως σε τηλεοπτικές σειρές της Γερμανίας, είτε σαν ηθοποιός, είτε «δανείζοντας» τη φωνή του σε πρωταγωνιστές ξένων μεταγλωττισμένων τηλεοπτικών σειρών και ταινιών.

Ο Τόμας Φριτς δεν ξέχασε την Ελλάδα και έχει αγοράσει μάλιστα σπίτι στην Μύκονο (εκεί γυρίστηκαν και κάποιες σκηνές της ταινίας), την οποία επισκέπτεται, αρκετά διακριτικά, φροντίζοντας να μένει μακριά από τη «βαβούρα» του κοσμοπολίτικου νησιού.

 
Εναλλαγή σε εμφάνιση φορητής συσκευής