Πάρε-Δώσε

Ιστοχώρος ποικίλης ύλης
Ελληνική σημαία Πάρε-Δώσε
  • Ειδοποιήσεις

    Ενημερωθείτε άμεσα, για κάθε νέο άρθρο.
    Loading
  • Ροή σχολίων

Αρχεία της κατηγορίας «Αναδημοσιεύσεις»

Ενδιαφέροντα άρθρα και θέματα από άλλες ιστοσελίδες.

Κράτος και θρησκεία

  31/07/2009 | Σχολιασμός

Κάθε Έλληνας που έχει υπηρετήσει στη δεκαετία του ’70 ή προηγουμένως, αν σέβεται τον εαυτό του απεχθάνεται την Εκκλησία. Αυτούς τους μυστήριους με τα γένια και τα σατέν που στηνόντουσαν δίπλα σε διάφορους συνταγματάρχες και εσύ έπρεπε να στέκεσαι κλαρίνο, γιατί πριν από δύο χιλιάδες χρόνια ένας Εβραίος προφήτης ονόματι Ιωάννης πιθανόν να είχε βαφτίσει έναν ανερχόμενο και πολλά υποσχόμενο προφήτη στα νερά του Ιορδάνη, γιατί ντάλα καλοκαίρι κάποιος πατέρας της Εκκλησίας αποφάσισε ότι πρέπει να γιορτάζεται η μνήμη της μαμάς του νεαρού προφήτη και να πηγαίνεις άγημα με βήμα κηδείας, επειδή ένας διοικητής της Γαλιλαίας πριν από δύο χιλιάδες χρόνια δεν έδωσε χάρη στον Ιησού. Αυτό σημαίνει ότι η Εκκλησία συνεργάστηκε με τη χούντα; Με τη στενή έννοια του όρου, όχι. Με την ευρεία, όμως, έννοια του όρου, βεβαίως. Όχι επειδή όρκιζε τους Παπαδόπουλους και τους Ζωιτάκηδες, ούτε επειδή δεν είχε πρόβλημα στο σύνθημα «Ελλάς Ελλήνων χριστιανών». Η ενοχή της Εκκλησίας ήταν του τύπου «θέλει να κρυφτεί, αλλά η χαρά δεν την αφήνει». Πελάτες -έστω και με το ζόρι- έφερνε η δικτατορία στην Εκκλησία και ποιος μαγαζάτορας δεν θέλει τον πελάτη;

Επίσης, ποιος μαγαζάτορας όταν έχει την αγορανομία δική του δεν θα κοιτάξει να κλείσει το μαγαζί του ανταγωνιστή του; Η σφραγίδα της «επίσημης προμηθεύτριας μεταφυσικών πιστεύω», που έχει εξασφαλίσει η ελληνική Εκκλησία χάρη στο Σύνταγμα, την έκανε να υπερασπίζεται το προϊόν της «έναντι του ανταγωνισμού». Οι Ιεχωβάδες κυνηγήθηκαν στην Ελλάδα, τυπικά επειδή δεν ήθελαν να παίρνουν όπλα όταν γίνονταν στρατιώτες, ουσιαστικά όμως επειδή ήταν αντίπαλο χριστιανικό δόγμα. Στους Ιεχωβάδες απαγορευόταν να προσηλυτίζουν πολίτες, τη στιγμή που η Ορθόδοξη Εκκλησία είχε όλα τα Μέσα, τον Στρατό και την Αστυνομία δικά της για να προσηλυτίζει. Η «εξύβριση των θείων» ήταν αυτόφωρο και μη εξαγοράσιμο αδίκημα. Το να βρίσεις τον Μωάμεθ ή τον Βούδα δεν ήταν.

Χρόνια ολόκληρα φάγαμε στα σχολεία να αποστηθίζουμε τις φυλές του Ισραήλ, σαν να είχαμε γεννηθεί στην Καπερναούμ. Μέχρι το ’80 ήταν αδύνατον να παντρευτείς, να πεθάνεις ή να βγάλεις ταυτότητα χωρίς να ανακατευτεί η Εκκλησία. Ο πατήρ Αυγουστίνος στην Πάτρα
Ανάγνωση ολόκληρου του θέματος »

Ποιμένες και ποίμνιο – Η ηθική της αμαρτίας και των «δούλων»

  30/07/2009 | Σχολιασμός

Για να γνωρίσει κανείς τον εαυτό του, λέει ο Νίτσε, πρέπει πρώτα να τον αναζητήσει. Πρέπει λοιπόν να επιστρέψει στις ρίζες, στο «απώτερο παρελθόν». Διότι «το μέλλον ανήκει σ’ εκείνον ο οποίος θα έχει την πιο μακριά μνήμη».

Το μεγάλο έγκλημα των ηθικολόγων στα μάτια του Νίτσε, είναι ότι έδωσαν στον πόνο μια δηλητηριασμένη εξήγηση: Εάν κανείς υποφέρει, είναι γιατί έκαμε ένα λάθος, μια αμαρτία. Παράλληλα, οι ιερείς «στιγμάτισαν όλα τα αισθήματα της ηδονής, βλέποντας σ’ αυτά την αμαρτία και την γοητεία», «έδωσαν τα ονόματα τα πιο ιερά στα αισθήματα αδυναμίας», «παραχάραξαν την Αγάπη για να την κάμουν Εγκατάλειψη και Αλτρουισμό», «είδαν στην μεγαλοσύνη μία άρνηση» , «θεώρησαν τη ζωή σαν τιμωρία, την ευτυχία σαν πειρασμό, το πάθος σαν κάτι το διαβολικό, την εμπιστοσύνη σαν ανίερη» (ίδιο έργο).

Η φοβερότερη ασθένεια
Για τον Νίτσε, βρισκόμαστε μπροστά σε μία ασθένεια: «την τρομερότερη ασθένεια πού ενδήμησε ποτέ μέσα στους ανθρώπους». Η καταγωγή της ασθένειας αυτής είναι η εμφάνιση, σε μια καθορισμένη εθνογεωγραφική περίμετρο, ενός ηθικού τύπου, φορέως μιας νοοτροπίας και μιας προθέσεως, του οποίου ή τελειότερη ενσάρκωση είναι ο ιερεύς. Για τον ιερέα, οποιοδήποτε γεγονός είναι μία ηθική ένδειξη. Ο κόσμος δεν είναι πλέον γεμάτος γεγονότα αντικειμενικά ουδέτερα, τα οποία αξιολογούνται από τις συγκυρίες. Είναι γεμάτος μόνον από τιμωρίες και ανταμοιβές. Οποιοδήποτε ευτυχές γεγονός είναι ένδειξη μιας ανταμοιβής «γραμμένης» στην αιώνια τάξη πραγμάτων. Οποιοδήποτε ατυχές γεγονός είναι ένδειξη μιας τιμωρίας, που τιμωρεί ένα «ηθικό λάθος» σημερινό, περασμένο, ή και μελλοντικό.

Η προσπάθεια επέτυχε; Είναι γιατί η θεότης άκουσε τις εκκλήσεις που της έκαμαν.
Απέτυχε; Είναι γιατί οι προσευχές δεν ήσαν αρκετά ευλαβείς, ή γιατί ο ενδιαφερόμενος ήταν ασεβής (δεν ήταν αγνός).
Ξεκινά κανείς μία επίμεμπτη πράξη και παρ’ όλα αυτά κερδίζει; Είναι γιατί συγχωρήθηκε.
Απέτυχε και πιάστηκε; Τιμωρήθηκε.
Έτσι, για κάθε συγκυρία της ζωής, με κατάλληλο χειρισμό της διαλεκτικής και της λογοκοπίας, εγκαλώντας αδιερεύνητα και ανεξέλεγκτα δόγματα, ο ιερεύς εξηγεί ακάματα το γιατί και το πως, των καταστάσεων που ο ίδιος φαντάζεται
Ανάγνωση ολόκληρου του θέματος »

Νίκος Καζαντζάκης: Δε θα ήθελα να πεθάνω ποτέ – Μια συνέντευξη του 1957

  07/07/2009 | Σχολιασμός

Νίκος ΚαζαντζάκηςΣτις αρχές του 1957 η δημοσιογράφος Γιολάντα Τερέντσιο επισκέφθηκε το ζεύγος Καζαντζάκη στο σπίτι τους στην πόλη Αντίμπ. Περιγράφει το χώρο, δίνει ένα σύντομο πορτρέτο του συγγραφέα και καταγράφει τη συζήτηση που είχε μαζί του. Παραθέτουμε ένα απόσπασμα:

Ζουν ήσυχα, ερημικά, οι δυο Έλληνες στο γραφικό μικρό σπίτι της οδού του Μπα-Καστελέ. Απ’ τα παράθυρά τους βλέπουν το λιμάνι της Αντίμπ και τη γαλανή Μεσόγειο. Η πρόσχαρη φιλοξενία της οικοδέσποινας αγκαλιάζει τον επισκέπτη μόλις δρασκελίσει το κατώφλι. Λίγα σκαλιά οδηγούν στο γραφείο του συγγραφέα. Ψηλός, ίσιος, ασκητικός, μ’ ένα καλό χαμόγελο, απλώνει το μπράτσο και σφίγγοντας το χέρι ρωτάει άπληστα, με την ιδιαίτερη προσφορά του: «Τι νέα μας φέρνετε απ’ την Ελλάδα;».

Ευτυχώς, μια σειρά από δημοσιογραφικές έρευνες μ’ έχουν φέρει τελευταία σ’ επαφή με την έξω από την Αθήνα Ελλάδα κι έτσι του διηγούμαι τι είδα και τι άκουσα στα χωριά και τις πόλεις, από τ’ άγρια βράχια της Μάνης ως την κορφή του Βίτσι.

Πως γίνονται και μεγάλα έργα, αλλά πως η φτώχεια μένει πάντοτε φτώχεια και πως η εγκατάλειψη στα χωριά είναι τόση ώστε οι άνθρωποι στη Βόρειο Ελλάδα μου είπαν πως ζούνε «πίσω από τον ήλιο».

Πίσω από τον ήλιο, μουρμουρίζει ο Καζαντζάκης και σημειώνει την απλή αυτή φράση, που βγήκε απ’ τα χείλια του λαού που τόσο βαθιά αγαπάει.

Γ.Τ.: Πέστε μου τώρα και για σας, είσαστε ευχαριστημένος;
Ν.Κ.: Είμαι ευτυχισμένος -αν κι είναι ντροπή να αισθάνεται κανείς ευτυχισμένος μια ώρα τέτοια. Αν δεν ήταν μπροστά η Ελένη, θα σας έλεγα πως αυτή η γυναίκα είναι η αιτία της ευτυχίας μου… πραγματικά, δεν είχα ποτέ μου τολμήσει να φαντασθώ τέτοια κατανόηση από άνθρωπο. Αλλ’ αν εξακολουθήσω, θα θυμώσει… Είμαι ευτυχισμένος γιατί μπορώ να δουλεύω, γιατί δεν έχω καμία φιλοδοξία, κανένα μίσος, γιατί έχω την καρδιά μου καθαρή. Οταν δουλεύει κανείς πνευματικά δεν αρρωσταίνει, δεν γερνάει – αυτό είναι το μυστικό: να μην παρατήσει κανείς τη δουλειά του, γιατί τότε αλίμονο. Πέντε λεπτά μετά τον θάνατό σου, το μυαλό σου να δουλεύει ακόμα. Του Γκαίτε, είμαι σίγουρος, ότι δούλευε και μετά τον θάνατό του, γι’ αυτό όταν ο Εκερμαν ξεσκέπασε το σώμα του, ήταν σαν του εφήβου, είχε πειθαρχήσει στα βάσανά του.

Γ.Τ.: Αν μπορούσατε να ξαναγεννηθείτε, θα το θέλατε;
Ν.Κ.: Δεν θα ήθελα να πεθάνω ποτέ· μ’ ενδιαφέρει η ζωή, ο άνθρωπος -όχι οι άνθρωποι όλοι μαζί.

Γ.Τ.: Πιστεύετε στην ποιοτική εξέλιξη της ανθρωπότητας;
Ν.Κ.: Ενας Αρμένης ποιητής είπε κάποτε: «Ο πιθηκάνθρωπος ξεκίνησε να γίνει άνθρωπος, αλλά δεν έφτασε ακόμα…».

Γ.Τ.: Υπάρχει ελπίδα για τους ανθρώπους να ζήσουν κάποτε ευτυχισμένοι;
Ν.Κ.: Με στοίχημα, σε χίλια χρόνια!… Ενας χωρικός πήρε έναν κόρακα, για να εξακριβώσει αν αλήθεια ζη εκατό χρόνια, μα ο χωρικός πέθανε πρώτος! Ετσι κι εγώ, και χίλια χρόνια αν ζήσω, δεν θα προφτάσω να δω τους ανθρώπους ευτυχισμένους.

Γ.Τ.: Ποια είναι τα μεγαλύτερα εμπόδια στην ευτυχία τους;
Ν.Κ.: Αυτό είναι πολύ δύσκολο ν’ απαντήσει κανείς, αυτό είναι η μεγάλη μου αγωνία… Το μεγαλύτερο εμπόδιο στον άνθρωπο είναι, φαντάζομαι, η έλλειψη πίστης σ’ ένα ιδανικό ανώτερο από το Εγώ του. Αν δεν πιστεύει κανείς σ’ ένα πράγμα ανώτερο από τον εαυτό του, δεν μπορεί να είναι ευτυχισμένος.

Γ.Τ.: Νομίζετε πως μπορεί ν’ αποφευχθεί ο τρίτος παγκόσμιος πόλεμος;
Ν.Κ.: Δεν νομίζω πως θα τον γλιτώσουμε…
(Μην λέτε τέτοια πράγματα! φωνάζει η κυρία Καζαντζάκη. Ο,τι και να βάλουμε στο μυαλό μας, ό,τι και να πούμε, τα πράγματα θα έρθουν αλλιώτικα).
Ν.Κ.: Ο πόλεμος θα σταματήσει όταν ο πιθηκάνθρωπος γίνει άνθρωπος! Ο μεγαλύτερος κίνδυνος σήμερα είναι η διάσταση που υπάρχει ανάμεσα διανοητικού και ηθικού ανθρώπου. Ο διανοητικός άνθρωπος έχει φθάσει στο μαγικό, στο υπεράνθρωπο, ενώ ηθικά είναι ανάπηρος. Οταν αρμονισθούν αυτά τα δύο, τότε θ’ αποκτήσει κι η ανθρωπότητα το ισοζύγιο και θα γίνει ευτυχισμένη. Ο σημερινός άνθρωπος μου θυμίζει τον θηριοδαμαστή που μπήκε στο κλουβί των θηρίων νομίζοντας πως η τίγρη ήταν γυμνασμένη…

Γ.Τ.: Ο πνευματικός άνθρωπος μπορεί ν’ ανήκει σ’ ένα κόμμα ή πρέπει να μένει πάντοτε ανεξάρτητος, για να είναι ελεύθερος να κρίνει; Οπως είπε ο Σαρτρ, κάποτε, ότι ο πνευματικός άνθρωπος πρέπει να πολεμάει την αδικία όπου και να τη βρίσκει.
Ν.Κ.: Είναι δύσκολο για τον πνευματικό άνθρωπο να μείνει μόνος του. Μόνος του είναι αδύνατος, αν ενωθεί όμως με τους άλλους χαλάει. Το πρόβλημα είναι: πώς είναι δυνατόν να ενωθούν οι τίμιοι άνθρωποι; Ο πνευματικός άνθρωπος πρέπει να καταδικάζει την αδικία όπου τη βρίσκει και κάνοντας αυτό που κάνω απαντώ στο ερώτημά σας: γράφω για την ανθρώπινη αξιοπρέπεια που ποδοπατιέται παντού τόσο εύκολα. Αν ενωθώ με τους άλλους θα χάσω την ελευθερία μου. Η ψυχολογία της μάζας είναι αλλιώτικη, μιλάω για τους διανοούμενους σαν μάζα, όχι για τις λαϊκές μάζες, που τις σέβομαι και που έχουν τη δική τους δουλειά. Ενας πνευματικός άνθρωπος μόνος του μπορεί να δουλέψει καλύτερα: ελεύθερος άνθρωπος παλεύει για την ελευθερία. Δέκα ελεύθεροι άνθρωποι, ενωμένοι, χάνουν την ελευθερία τους. Εκείνο που χρειάζεται είναι ν’ ακολουθήσεις τον δρόμο σου ώς την άκρη. Η αξία του δρόμου είναι να μη σταματήσεις ποτέ!

Γ.Τ.: Ποιο είναι το πολυτιμότερο πράγμα στον κόσμο;
Ν.Κ.: Για μένα ο χρόνος. Οπως είπε ο αισθητικός Μπέρναρντ Μπέρενσον, που αποτραβήχτηκε στη Φλωρεντία κι είναι ενενήντα χρονώ, μου έρχεται να κατέβω στο δρόμο και ν’ απλώσω το χέρι μου στους διαβάτες και να τους πω: «Δώστε μου λίγο από το χρόνο που χάνετε…».

Γ.Τ.: Κι εγώ που σας έφαγα τόσην ώρα απ’ τον πολύτιμο χρόνο σας!
Ν.Κ.: Ε, δεν πειράζει, άπλωσα κι εγώ το χέρι μου και κάτι μάζεψα…

Πηγή: antiparos-blog.blogspot.com (Περιοδικό «Ταχυδρόμος» 2 Μαρτίου 1957)

Θρησκεία και Δαρβίνος – Οι διαχρονικοί διωγμοί της «Εξέλιξης» από την Εκκλησία

  07/07/2009 | Σχολιασμός

Κάρολος ΔαρβίνοςΔύο θεωρίες έτειναν προς την εξήγηση της γένεσης των φυτικών και ζωικών ειδών: Η θεωρία της εξέλιξης, που ανάγεται στην αρχαία ελληνική φιλοσοφική σκέψη και η θεωρία της δημιουργίας, σύμφωνη με το ιουδαιοχριστιανικό δόγμα της εφ’ άπαξ δημιουργίας όλων των όντων από τον Θεό. Η μεν πρώτη αποτελούσε την κυρίαρχη σκέψη κατά την Αρχαιότητα, ενώ η δεύτερη την επιβληθείσα μεσαιωνική θεωρία.

Όταν τον ιη΄ αι. ο Δαρβίνος έφερε πάλι στο προσκήνιο τη θεωρία της εξέλιξης, η επίθεση της Εκκλησίας ήταν ολομέτωπη. Οι αντιδράσεις συνεχίζονται μέχρι τις ημέρες μας με τις απαγορεύσεις της διδασκαλίας της δαρβινικής θεωρίας σε εκπαιδευτικά ιδρύματα των Η.Π.Α., αντί της οποίας διδάσκεται η -σύμφωνη με το βιβλικό δόγμα- ψευδο-επιστημονική θεωρία του «Ευφυούς Σχεδιασμού».

Πολλά είδη φυτών και ζώων υπήρχαν πριν από εκατομμύρια χρόνια, αλλά εξαφανίσθηκαν και δεν υπάρχουν σήμερα (π.χ. οι δεινόσαυροι). Άλλα ζώα, που δεν υπήρχαν παλαιότερα, εμφανίστηκαν πολύ αργότερα (π.χ. τα θηλαστικά). Είναι αντιεπιστημονικό και πέραν της λογικής να υποστηρίζεται, ότι όλα τα ζώα εμφανίσθηκαν κάποια συγκεκριμένη χρονική στιγμή εφ’ άπαξ και δια παντός, όπως οι παρά φύση ιουδαιογενείς θρησκείες διδάσκουν με το δόγμα της δημιουργίας των όντων από τον Θεό
Ανάγνωση ολόκληρου του θέματος »

Ευρωπαϊκές πόλεις και προέλευση ονομασίας

  07/07/2009 | Σχολιασμός

Ξεκινάμε το ταξίδι μας από την Κύπρο και την πρωτεύουσα Λευκωσία. Η ονομασία της ασφαλώς ετυμολογείται από το λευκός, αλλά χωρίς να ξέρουμε την ακριβή ετυμολογία. Το βέβαιο είναι πως η πρώτη ονομασία της πόλης ήταν Λευκόθεον, ενώ στα βυζαντινά χρονικά αναφέρεται ως Λευκουσία, πράγμα που οδήγησε πολλούς να την ετυμολογήσουν από το λευκή + ουσία, ενώ επίσης υπάρχει η παράδοση ότι την ανοικοδόμησε ο Λεύκος, γιος του Πτολεμαίου Α’. Όταν ήρθαν οι Λουζινιάν, την εποχή της Φραγκοκρατίας, παρετυμολόγησαν το όνομα με το ελληνικό νίκη κι έτσι προέκυψε το Nicosia, όπως είναι γνωστή η πόλη στις περισσότερες ευρωπαϊκές γλώσσες. Η τουρκική ονομασία, Lefkoşa, έρχεται από τα ελληνικά.

Από τη Λευκωσία προχωράμε στη Μάλτα, το άλλο μικρό νησιωτικό κράτος. Εδώ η πρωτεύουσα λέγεται Βαλέτα, και πήρε το όνομά της από τον Ζαν Παριζό ντε λα Βαλέτ, τον μεγάλο μάγιστρο του τάγματος των Ιπποτών της Μάλτας, που υπεράσπισε με επιτυχία το νησί στη μνημειώδη πολιορκία από τους Τούρκους το 1565. Ένα πρόσφατο ελληνικό βιβλίο που περιγράφει μυθιστορηματικά αυτά τα γεγονότα, είναι η Πανάκεια του Παναγιώτη Κονιδάρη.

Από τη Μάλτα στην Πορτογαλία. Η Λισαβόνα είναι η πρωτεύουσα, Lisboa στα πορτογαλικά. Στα μεσαιωνικά λατινικά λεγόταν Ulisipona, στα κλασικά λατινικά Olisippo ή Ulisippo, Ολυσιπώνα την αναφέρει ο Στράβωνας, και σύμφωνα με το θρύλο την ίδρυσε ο Οδυσσέας (Ulysses), πράγμα που εξηγεί υποτίθεται τις ονομασίες αυτές, αν και πιθανότερη είναι η φοινικική ετυμολογία.

Επόμενος σταθμός, η Μαδρίτη, Madrid στα ισπανικά. Το όνομα από ένα φρούριο του 10ου αιώνα που λεγόταν Magerit στα αραβικά, το οποίο πολλοί θεωρούν ότι προέρχεται από το λατινικο Majoritum (major=μείζων, σπουδαίος) αλλά μάλλον το λατινικό είναι παρετυμολογία του αραβικού ονόματος.

Αλλά αφού βρεθήκαμε στην Ισπανία θα πάμε και στη Βαρκελώνη, Barcelona. Λεγόταν Βαρκινών την ελληνιστική εποχή και λέγεται πως οφείλει τ’ όνομά της στον Αμίλκα Βάρκα, τον Καρχηδόνιο στρατηγό που θρυλείται πως την ίδρυσε.

Δυο βήματα πιο πέρα είναι η Μασσαλία, πανάρχαια αποικία των Φωκαέων –το όνομα βέβαια δεν έχει ελληνική προέλευση, ίσως προέρχεται από κάποια ντόπια φυλή. Στα γαλλικά είναι Marseille, το επιπλέον r ίσως να το πήρε από τη συσχέτιση με τον θεό του πολέμου (Mars). Ανεβαίνουμε στο Παρίσι, που πήρε τ’ όνομά του από τους Parisii, μια κελτική φυλή που ζούσε εκεί και που είχε πρωτεύουσα τη Lutetia ή Λουτέτσια, όνομα γνωστό στους φίλους του Αστερίξ. Ο Ιουλιανός, που είχε αγαπήσει το Παρίσι όπου έζησε χρόνια, έγραφε για «την φίλην Λουτεκίαν, ονομάζουσιν δε ούτως οι Κελτοί των Παρισίων την πολίχνην».

Το Λουξεμβούργο οι ντόπιοι το λένε Letzebuerg. Το όνομα ανάγεται σε ένα ερειπωμένο ρωμαϊκό κάστρο, πάνω στο βράχο του Μποκ, που το αγόρασε ο κόμης Σιγεφρείδος το 963, και ονομαζόταν Lucilinburhuc. Το πρώτο μισό της λέξης είναι το παλαιογερμανικό luzel που οδήγησε, μεταξύ άλλων, στο σημερινό αγγλικό little, ενώ στο δεύτερο μισό αναγνωρίζουμε την κατάληξη burg. Μικρό κάστρο επομένως, Καστράκι.

Μετά θα πάμε στις Βρυξέλλες, Bruxelles στα γαλλικά, παλιότερα Bruocsella, από το γερμανικό broka που θα πει βάλτος και το sali, δωμάτιο, κτίριο, δάνειο από το λατινικό cella. Παναπεί, σπίτι στους βάλτους.

Ανεβαίνουμε λίγο πιο πάνω στο Άμστερνταμ, Amsterdam. Πρόκειται για τον υδατοφράκτη (dam) πάνω στον ποταμό Άμστελ. Από εκεί και η γνωστή μάρκα μπίρας. Την εποχή του, ο Κοραής το έλεγε Αμστελόδαμον. Όμως, έδρα της ολλανδικής κυβέρνησης είναι η Χάγη, όνομα που το δανειστήκαμε από το γαλλικό Hague. Στα ντόπια λέγεται Den Haag, σύντμηση του ’s-Gravenhage, που σημαίνει «ο φράχτης του κόμη», απόηχος μιας εποχής που οι ευγενείς περίφραζαν απέραντες εκτάσεις.

Θα περάσουμε απέναντι, στο μεγάλο νησί. Λονδίνο, London η πρωτεύουσα, Londinium στα λατινικά και Λονδίνιον στη Γεωγραφία του Κλαυδίου Πτολεμαίου. Κατά μία θεωρία, προέρχεται από το κελτικό Linn-din, το φρούριο (din) στη λίμνη (linn). Όμως υπάρχουν και άλλες πολλές θεωρίες. Παλιότερα το λέγαμε και Λόντρα (από τα ιταλικά), απ’ όπου μας έχει μείνει το ουσιαστικό «Λονδρέζος»
Ανάγνωση ολόκληρου του θέματος »

 
Εναλλαγή σε εμφάνιση φορητής συσκευής