Μιας και εξ ορισμού τα «θεόπνευστα» Ευαγγέλια δεν γράφουν ασυναρτησίες και αυτές βρίσκονται στην κακοπιστία των άθεων, οφείλουμε να ξαναρίξουμε μια ματιά στις ιστορίες για την γέννηση του Ιησού.
Ιστορία πρώτη λοιπόν, του Ματθαίου, περιληπτικά:
Οι γονείς του Ιησού βρίσκονται στην Βηθλεέμ. Εκεί γεννιέται το βρέφος, εκεί έρχονται οι Μάγοι, εκεί τα παίρνει ο εβδομηντάχρονος γερο-Ηρώδης και σκέφτεται πως το βρέφος όταν μεγαλώσει μετά από καμια τριανταριά χρόνια θα του πάρει το θρόνο (ούτε εκατό χρόνων δεν θά ‘ναι τότε ο Ηρώδης, πάνω στο άνθος της ηλικίας του), εκεί σκέφτεται να σκοτώσει τον μελλοντικό σφετεριστή κι αντί να στείλει δυο παλικάρια να παρακολουθήσουν τους Μάγους και να εκτελέσουν το βρέφος, οργανώνει ολόκληρα πογκρόμ και εκεί η θεϊκή οικογένεια φεύγει για την Αίγυπτο.
Το πως, τώρα, διέσχισαν καμμιά τριακοσαριά χιλιόμετρα, μέσα απ’ την έρημο του Σινά, μια λεχώνα γυναίκα, ένα βρέφος κι ο γερο-Ιωσήφ είναι μια άλλη ιστορία. Οι μεγαλύτερες τερατολογίες γράφονται με τον απλούστερο τρόπο … Ανάγνωση ολόκληρου του θέματος »
Η χριστιανική ηθική βασίζεται στα εφευρήματα της ένοχης συνείδησης και της ενοχής, που τελικά αναστέλλουν την ελεύθερη βούληση και επομένως την ίδια την ελεύθερη εξέλιξη τής ζωής. Η έλλειψη βούλησης εξαγιάζεται στον Χριστιανισμό κατά τον Ευαγγελισμό, όταν άβουλη η Μαριάμ ακούει και δέχεται μοιρολατρικά αυτά, που της ανακοινώνει ο Γαβριήλ, ψελλίζοντας: «Ιδού η δούλη Κυρίου· γένοιτό μοι κατά το ρήμα σου» (Λουκάς, 1: 38).
Πολλά χωρία, τόσο στην Ιλιάδα όσο και στην Οδύσσεια, παρουσιάζουν ρητά τούς δισταγμούς των ηρώων. Τους δείχνουν τη στιγμή της μάχης να αντιπαραθέτουν μέσα τους αντιφατικά πράγματα, αυτό, που θα ονομάσει αργότερα ο Πλάτων «διάλογο ψυχής με τον εαυτό της». Ο Όμηρος χρησιμοποιεί π.χ. την έκφραση «δίχα θυμόν έχειν», προκειμένου να περιγράψει το πνεύμα τού ήρωα, που αμφιταλαντεύεται μεταξύ δυο αντιφατικών θέσεων (βλ. Οδύσσεια π. 73, που επαναλαμβάνεται ελαφρώς παραλλαγμένο στην τ. 524). Και η λήψη της απόφασης συνδέεται άρρηκτα με μια ρητή ενδοσκόπηση, με τον έλεγχο των υπέρ και των κατά, των κινήτρων, που οδηγούν τον ήρωα στην πράξη ή στην αδράνεια. Όλα αυτά είναι απολύτως εμφανή σε όλη την έκταση των επών.
Παρά ταύτα παρεμβάλλεται εδώ μια συζήτηση -δευτερεύουσα σίγουρα- που δεν θα ήθελα όμως να αποφύγω. Υποστηρίχτηκε[1], και συνεχίζει να υποστηρίζεται[2], ότι δεν θα μπορούσε να υπάρξει πραγματική απόφαση στον ελληνικό κόσμο, τουλάχιστον στα ομηρικά έπη, αλλά και πέραν αυτών, μέχρι τον Πλάτωνα και τον Αριστοτέλη, διότι η αρχαία Ελλάδα αγνοεί την έννοια της βούλησης … Ανάγνωση ολόκληρου του θέματος »
Επειδή, κάποιοι μπορεί να προβάλουν ενστάσεις, ως προς το τι προστάζει ο Θεός, σχετικά με την περιτομή, ας διαβάσουμε το αντίστοιχο «θεόπνευστο» χωρίο της Παλαιάς Διαθήκης, όπου ο Ύψιστος καθιστά απολύτως σαφή, στον «προπάτορα» Αβραάμ, τον βασικό όρο της διαθήκης του: «Τούτη είναι η διαθήκη μου, την οποία θα φυλάξετε ανάμεσα σε μένα και σε σας, και το σπέρμα σου μετά από σένα: Κάθε αρσενικό σας θα περιτέμνεται. Και θα περιτέμνετε τη σάρκα της ακροβυστίας σας, και θα είναι για σημείο τής διαθήκης μου ανάμεσα σε μένα και σε σας· και ένα παιδί οκτώ ημερών θα περιτέμνεται μεταξύ σας, κάθε αρσενικό στις γενεές σας, εκείνος που γεννιέται στο σπίτι, και ο αγορασμένος με αργύρια από κάθε ξένον, που δεν είναι από το σπέρμα σου· εξάπαντος θα περιτέμνεται εκείνος που γεννιέται στο σπίτι σου, και ο αγορασμένος σε σένα με αργύρια· και θα είναι η διαθήκη μου επάνω στη σάρκα σας για αιώνια διαθήκη· και το απερίτμητο αρσενικό, στο οποίο δεν θα περιτέμνεται η σάρκα τής ακροβυστίας του, εκείνη η ψυχή θα εξολοθρευτεί μέσα από τον λαό της· παρέβηκε τη διαθήκη μου» (Γένεσις, 17: 10-14).
Ο Κύριος είναι σαφέστατος και δεν χωρά άλλη ερμηνεία. Ναι -θα πουν κάποιοι χριστιανοί-, αλλά ο Απόστολος Παύλος, άλλα λέει: «Βέβαια, η περιτομή ωφελεί μεν, αν εκτελείς τον νόμο· αν, όμως, είσαι παραβάτης τού νόμου, η περιτομή σου έχει γίνει ακροβυστία. Αν, λοιπόν, ο απερίτμητος τηρεί τα διατάγματα του νόμου, δεν θα λογαριαστεί η ακροβυστία του ως περιτομή;… Ιουδαίος δεν είναι αυτός που είναι κατά το φανερό μέρος Ιουδαίος, ούτε περιτομή αυτή που είναι κατά το φανερό μέρος, αυτή που γίνεται στη σάρκα, αλλ’ Ιουδαίος είναι αυτός που είναι κατά το κρυφό μέρος Ιουδαίος, και περιτομή αυτή της καρδιάς, κατά το πνεύμα, όχι κατά το γράμμα, για τον οποίο ο έπαινος είναι όχι από ανθρώπους, αλλά από τον Θεό» (Προς Ρωμαίους, 2: 25-29). «Προσέξτε, εγώ ο Παύλος σάς λέω ότι, αν κάνετε την περιτομή, ο Χριστός δεν θα σας ωφελήσει σε τίποτε. Διαμαρτύρομαι ξανά προς κάθε άνθρωπο που κάνει την περιτομή, ότι είναι χρεώστης να εκτελεί ολόκληρο τον νόμο… Επειδή, στον Ιησού Χριστό ούτε η περιτομή έχει κάποια ισχύ ούτε η ακροβυστία, αλλά η πίστη, που ενεργείται με αγάπη… Και εγώ, αδελφοί, αν κηρύττω ακόμα την περιτομή, γιατί κατατρέχομαι πλέον; Άρα, καταργήθηκε το σκάνδαλο του σταυρού. Είθε να αποκοπούν αυτοί που σας αναστατώνουν» (Προς Γαλάτες, 5: 2-12).
Με βάση λοιπόν τα παραπάνω, ας μας απαντήσουν οι χριστιανοί (και ιδιαιτέρως οι απολογητές): 1. Τελικά, ποιός την έχει πιο…μεγάλη (την ισχύ λόγου); Ο ίδιος Θεός και η ρητή εντολή του, όπως αυτή καταγράφεται μέσα από τη «θεόπνευστη» Βίβλο, ή ο Παύλος και οι αυθαίρετες θεολογικές ερμηνείες και σοφιστείες του, που παρακινεί στην παραβίασή της, με προφανείς σκοπούς; 2. Η εντολή του Θεού, έχει ημερομηνία λήξεως; Μα δεν λέει σαφώς, ότι «θα είναι η διαθήκη μου επάνω στη σάρκα σας για αιώνια διαθήκη»; 3. Ο Ιησούς, έκανε ή όχι περιτομή, ως γνήσιος Εβραίος, εφαρμόζοντας τον Εβραϊκό Νόμο; Η Εκκλησία εορτάζει τη μέρα αυτή (1η Ιανουαρίου), ναι ή όχι; 4. Κάνει λόγο πουθενά ο Ιησούς, μέσα στα Ευαγγέλια, για αναίρεση της θεϊκής εντολής, ή εφαρμογή της κατά περίσταση; Αυτός δεν ήταν που είπε: «Μη νομίσετε ότι ήρθα για να καταργήσω τον νόμο ή τους προφήτες· δεν ήρθα να καταργήσω, αλλά να εκπληρώσω»; (Κατά Ματθαίον, 5: 17).
«Όταν παρήγγειλα το βιβλίο αυτό του Άλιστερ Μακ Γκραθ, δεν περίμενα με τίποτα, ότι θα αντίκριζα ένα τόσο υψηλό επίπεδο προσέγγισης του θέματος. Έχοντας υπ’ όψιν το πραγματικά αστείο και φανατικό βιβλίο του Ντώκινς, που με μεγάλη δυσκολία καταφέρνει ένας σοβαρός άνθρωπος να διαβάσει, λόγω της ρηχότητας των επιχειρημάτων του, φανταζόμουν ότι και η απάντηση στο βιβλίο αυτό, θα ήταν εξ’ ίσου ανιαρή, παραβιάζοντας “ανοικτές πύλες”. Όμως γελάστηκα!
Ο συγγραφέας του βιβλίου: “Η αυταπάτη του Ντώκινς”, αντιπαραθέτει στη μονομέρεια και στις αστειότητες του Ντώκινς, τη σοβαρότητα και την υπεύθυνη πληροφόρηση. Στη θρησκευτική υστερία της αθεϊστικής θρησκείας, την επιστημονική προσέγγιση, και στον λαϊκισμό τη σε βάθος διάκριση των ζητημάτων. Ενώ ο Ντώκινς αντιμετωπίζει τους αναγνώστες του ως ανόητους δέκτες οποιασδήποτε προχειρότητας, ο Άλιστερ Μακ Γκραθ τους αντιμετωπίζει με σεβασμό, και λαμβάνει υπ’ όψιν του όλες τις παραμέτρους του κάθε θέματος, χωρίς να επιχειρεί (σαν τον Ντώκινς) να αλλοιώσει τα δεδομένα, για να βγάλει στημένα επιχειρήματα και συμπεράσματα.
Το ότι ο Άλιστερ θα εξέθετε τόσο ανεπανόρθωτα τις απόψεις του Ντώκινς, ήταν αναμενόμενο. Αυτό όμως που εκπλήσσει πραγματικά, είναι το πώς ο Άλιστερ, μέσα σε μόνο 150 σελίδες, εντοπίζει όλα τα αδύνατα σημεία του Ντώκινς, και τα απαντά με τέτοια οξυδέρκεια και πληρότητα.
Αν και τα κεφάλαια του βιβλίου αυτού, είναι μεστά νοήματος και βάθους, είναι εκπληκτική και χαρακτηριστική η ευκολία με την οποία ο συγγραφέας καταφέρνει να μεταδώσει στον αναγνώστη τα νοήματα, (κάτι στο οποίο και η εξαιρετική μετάφραση σίγουρα παίζει το δικό της ρόλο). Είναι εκπληκτική η ευκολία και η ικανοποίηση με την οποία διαβάζεται αυτό το βιβλίο, και μάλιστα ένα τέτοιου είδους βιβλίο!
Αντί ο συγγραφέας, να απαντάει λέξη προς λέξη στον Ντώκινς, (κάτι που θα έκανε το βιβλίο του μάλλον κουραστικό και ογκώδες), με μεγάλη οξύνοια εντοπίζει τη ρίζα των σκέψεων του Ντώκινς, εξιχνιάζει τις πηγές του, (ακόμα και όταν ο Ντώκινς τις αποκρύπτει), και μαζί με μια ιστορική ανασκόπηση της κάθε βασικής ιδέας του Ντώκινς, όχι μόνο την καταρρίπτει θεαματικά, αλλά και προχωράει τις σκέψεις του στα όρια της σύγχρονης γνώσης για το κάθε επί μέρους ζήτημα. Η διαφορά επιπέδου μεταξύ του ΜακΓκραθ και του Ντώκινς, είναι τόσο εμφανής, που ο συγγραφέας, απαντώντας στον Ντώκινς, δίνει την εικόνα ενός υπομονετικού καθηγητή, που διορθώνει έναν κακό και αμελή μαθητή του Δημοτικού!
Καλώ ανεπιφύλακτα τον κάθε ενδιαφερόμενο, να διαβάσει αυτό το βιβλίο. Θα είναι στα χέρια κάθε πιστού ανθρώπου, ένα εργαλείο για βοήθεια διόρθωσης των στεβλών επιχειρημάτων του Αθεϊσμού, και μία αφορμή έμπνευσης και βαθιού στοχασμού, έστω και αν καταπιάνεται με κάτι τόσο ρηχό, όπως οι σκέψεις του Ντώκινς. Καλώ επίσης ανεπιφύλακτα και κάθε Αθεϊστή, να διαβάσει μαζί με τον Ντώκινς και τον Άλιστερ Μακ Γκραθ και να τους συγκρίνει. Ίσως έτσι καταλάβει τη διαφορά επιπέδου. Τη διαφορά του θρησκευτικού φανατισμού που εκπροσωπεί ο Ντώκινς, από την πραγματικά ορθολογική και επιστημονική προσέγγιση του θέματος. Μια τέτοια σύγκριση σίγουρα είναι σε θέση να αποδείξει σε κάθε νοήμονα άνθρωπο, τον πραγματικά αυταπατημένο!».
Ομολογώ, πως όταν διάβασα την άνωθεν «βιβλιοκριτική» της θεοσεβούς ΟΟΔΕ, για το αντιβιβλίο του πρώην άθεου και νυν χριστιανού, Άλιστερ ΜακΓκραθ, μου καρφώθηκε η επιθυμία -ή η περιέργεια αν θέλετε- να το διαβάσω ολόκληρο, για να διαπιστώσω κατά πόσο κατατροπώνει τον Ντόκινς, αν και τα αποσπάσματα που παρατέθηκαν εκεί, ήταν ενδεικτικά του όλου ύφους του βιβλίου.
Επειδή λοιπόν, έτυχε να πέσει στα χέρια μου αυτό το βιβλίο, σε ηλεκτρονική μορφή, κι επειδή είχα ήδη το βιβλίο του Ντόκινς, σκέφτηκα να κάνω λίγο πιο ενδιαφέρουσα και έντιμη την αντιπαράθεση: Να παραθέσω εδώ, όλα τα σημεία στα οποία απαντάει ο ΜακΓκράθ και ταυτόχρονα να είναι στην διάθεση του αναγνώστη το βιβλίο του Ρίτσαρντ Ντόκινς, στο οποίο απαντά ο ΜακΓκραθ, «Η περί Θεού αυταπάτη». Βεβαίως, επειδή δεν είναι δυνατόν να δημοσιευθεί σε ένα άρθρο ολόκληρο το βιβλίο, παρατίθεται το «ζουμί» των απαντήσεων του ΜακΓκραθ, με εκτενή αποσπάσματα. Ωστόσο, επειδή κάποιος μπορεί να εξαπολύσει την κατηγορία ότι με την επιλεκτική παράθεση κειμένου, ενδέχεται να αδικείται ο ΜακΓκραθ, στο τέλος του κειμένου, επισυνάπτεται ολόκληρο το βιβλίο, για όποιον έχει αμφιβολίες, επιφυλάξεις, ή θέλει να το διαβάσει ολόκληρο.
Προηγουμένως όμως, μερικές παρατηρήσεις, τόσο πάνω στο βιβλίο, όσο και στην «βιβλιοκριτική»…
Το βιβλίο, όσο κι αν θέλει να προϊδεάσει θετικά ο «βιβλιοκριτικός», είναι όντως ανούσιο, κουραστικό και βαρετό. Ο συγγραφέας επιδίδεται σε απεραντολογίες και φλύαρες «βαθυστόχαστες» αναλύσεις, βυθίζοντας στην σύγχυση ακόμη και το καλοπροαίρετο αναγνωστικό κοινό και αποφεύγοντας να σηκώσει μέχρι πάνω το γάντι. Το ότι ο ΜακΓκραθ δεν απαντάει σημείο προς σημείο στον Ντόκινς, αλλά συμπυκνώνει τις απαντήσεις του, μπορεί να ερμηνευθεί ποικιλότροπα. Μπορεί ο «βιβλιοκριτικός» της ΟΟΔΕ, να βλέπει σ’ αυτό μια «διαφορά επιπέδου», αλλά κάποιος άλλος, θα μπορούσε να διακρίνει, διαβάζοντας ολόκληρο το βιβλίο, μια αντικειμενική αδυναμία του συγγραφέα να συγκρουστεί κατά μέτωπο με τον Ντόκινς. Κι αυτό γίνεται φανερό, καθώς στις περισσότερες απαντήσεις του ο ΜακΓκραθ, δεν χρησιμοποιεί επιχειρήματα από το θεολογικό του οπλοστάσιο, αλλά τα ψάχνει στην αντίπερα όχθη: Τους έχοντες ενστάσεις ή διαφωνούντες με τον Ντόκινς επιστήμονες -και μη. Κι όταν δεν το κάνει αυτό, απλά πετάει τη μπάλα στην εξέδρα. Ουσιαστικά, το βιβλίο απευθύνεται σε όσους ψάχνουν απεγνωσμένα ένα στήριγμα για να σταθούν απέναντι σ’ αυτά που λέει ο Ντόκινς -θα έλεγα μάλλον, ότι είναι καθαρά θέμα αυθυποβολής το να πειστούν ότι το βιβλίο είναι «κόλαφος».
Φυσικά, επειδή αυτή η άποψη είναι υποκειμενική, το κατά πόσο το καταφέρνει, θα πρέπει να το διαπιστώσει ο καθένας μόνος του, προχωρώντας στην ανάγνωση … Ανάγνωση ολόκληρου του θέματος »
Παρ’ ότι στην σύγχρονη εποχή, η ομοφυλοφιλία αποτάσσεται -υποκριτικά- από την χριστιανική Εκκλησία, ως κάτι ανόσιο και μιαρό, εν τούτοις δεν ήταν ανέκαθεν αυτή η στάση της…
Στο Βυζάντιο, η ιδιαιτερότητα αυτή, όχι μόνο ήταν ανεκτή, αλλά είχε ουσιαστικά και την εκκλησιαστική κάλυψη, καθώς η νόμιμη συμβίωση ή και γάμος μεταξύ ομοφυλόφιλων, δεν ήταν σπάνιο φαινόμενο.
Καθώς, η ομοφυλοφιλία, δεν ήταν -ούτε και είναι- άγνωστο φαινόμενο στις τάξεις της Εκκλησίας (τουναντίον μάλιστα), για να δώσει μια νομιμοφάνεια στις σχέσεις αυτές, επινόησε την λεγόμενη «αδελφοποίηση» (ή «αδελφοποιία»). Με την ορολογία αυτή, νοείται η με θρησκευτική τελετή -δήθεν πνευματική- ένωση δύο ανδρών, για την οποία γράφτηκε και επίσημη ευχή «εις Αδελφοποιίαν πνευματικήν», που διαβαζόταν από τον ιερέα μπροστά από το Ευαγγέλιο. Η «Ακολουθία της Αδελφοποιίας» όμως, είναι ολόιδια με την Ακολουθία του –γνωστού ετερόφυλου- Γάμου (ζευγάρι εμπρός από τον ιερέα, Ευαγγέλιο, κεριά, κουμπάρος, συγγενείς κ.τ.λ.).
Στην πραγματικότητα δηλαδή, δεν πρόκειται για καμμία πνευματική ένωση, αλλά για κανονικό γάμο μεταξύ ανδρών και ευλογία από τον ιερέα της σαρκικής ομοφυλόφιλης ένωσης. Αυτό ομολογείται και από το ίδιο το «Πηδάλιον», στο οποίο αναφέρεται χαρακτηριστικά, ότι οι άνδρες κατά την αδελφοποιησία «υπανδρεύονται αναμεταξύ των». Το «Πηδάλιον» απαγορεύει τέτοιες τελετές χαρακτηρίζοντας τους νυμφίους ως «ψευδαδελφοποιητούς», που ικανοποιούν «τας ηδονάς και τα σαρκικά των θελήματα»: «Η δε λεγομένη αδελφοποιησία είναι εμποδισμένη από το λε’ κεφ. του ιγ΄ τίτλου του ε’ βιβλίου του νόμου (σελ. 217, της Γιουρ Γραικόρ.) τελείως να μην γίνεται, και αποβεβλημένη εστίν από την Εκκλησίαν του Χριστού… Όθεν η τοιαύτη αδελφοποιησία όχι μόνον δεν γίνεται, ή λογίζεται τελείως εμπόδιον εις το να υπανδρεύωνται αναμεταξύ των οι τοιούτοι ψευδαδελφοποιητοί, αλλ’ ουδέ όλως πρέπει να γίνεται. Απόβλητον γάρ εστι τούτο από την Εκκλησίαν του Χριστού, ως πολλών κακών και απωλείας πρόξενον ψυχικής εις τους περισσοτέρους, και ύλη δια να πληρόνουν τινες τας ηδονάς και τα σαρκικά των θελήματα, καθώς η δοκιμή μυρία έδειξε τα παραδείγματα κατά διαφόρους καιρούς και τόπους». («Πηδάλιο», «Περί συνοικεσίων», κεφάλαιο Ι’). … Ανάγνωση ολόκληρου του θέματος »