Ο χριστιανός αυτοκράτορας Ιουστινιανός έκλεισε την Ακαδημία του Πλάτωνος το έτος 529, αποσκοπώντας να δώσει ένα καίριο κτύπημα στην ελληνική θρησκεία. Η συγκεκριμένη σχολή αποτελούσε το βασικότερο προπύργιο του εθνικού κόσμου. Εάν έκλεινε, θα κατάφερνε να προσθέσει ένα τεράστιο ογκόλιθο στον συστηματικό και θεσμοθετημένο διωγμό του Ελληνισμού ως σκέψης και τρόπου ζωής. Μια προσπάθεια που ενυπήρχε ως ιδέα στον Κωνσταντίνο τον Χλωρό, άρχισε να υλοποιείται από τον γιο του τον Κωνσταντίνο, ενισχύθηκε από τους διαδόχους του, και κορυφώθηκε επί Θεοδοσίου, ο οποίος έδωσε στο θρησκευτικό χριστιανικό «ορθόδοξο» σύμβολο της πίστεως νομική ισχύ. Εξαίρεση αποτέλεσε η σύντομη βασιλεία του Ιουλιανού, ο οποίος προσπάθησε να επαναφέρει την ανεξιθρησκεία.
Στο βιβλίο «Αντιπαγανιστική νομοθεσία» (σε μετάφραση της Αφροδίτης Καμαρά), διαβάζουμε τον σχετικό νόμο του «Θεοδοσιανού Κώδικα» που εκδόθηκε κατά το έτος 392:
Κανείς δεν θα έχει το δικαίωμα να τελέσει θυσίες. Κανείς δεν θα περιφέρεται στους ναούς. Κανείς δεν θα αποδίδει τιμές στα ιερά. Όλοι θα αποδέχονται ότι ο νόμος μας τους αποκλείει από την άνομη είσοδό τους στους ναούς, έτσι ώστε αν κάποιος επιχειρήσει να κάνει κάτι σχετικό με τους θεούς ή με τις ιερές τελετουργίες, παραβαίνοντας την απαγόρευσή μας, ας γνωρίζει ότι δεν θα αποφύγει την τιμωρία και ότι δεν θα τύχει ειδικών προνομίων ή χάριτος από τον αυτοκράτορα.
Το έργο του ελληνολάτρη αυτοκράτορα Ιουλιανού, με τίτλο «Εις τους απαίδευτους κύνας» (Προς τα αμόρφωτα σκυλιά -δηλαδή τους αμόρφωτους κυνικούς φιλόσοφους), είναι ένα κείμενο σεβασμού για τον φιλόσοφο Διογένη τον Κυνικό, ενώ ταυτόχρονα αποδοκιμάζει τους διαδόχους του, τους λεγόμενους ψευδοκυνικούς. Είχε προηγηθεί ένας μακροσκελής λόγος με τίτλο «Κατά του κυνικού Ηράκλειου, σχετικά με το πώς πρέπει να εφαρμόζεται ο Κυνισμός και το αν ταιριάζει να πλάθει μύθους ο κυνικός».
Η έντονη απάντηση του Ιουλιανού στους σαρκασμούς του Ηράκλειου του Κυνικού εναντίον των θεών, δεν στάθηκε ικανή να σταματήσει την ασεβή και αρνητική στάση των κυνικών, που συνέχισαν να βάλλουν εναντίον κάθε παραδοσιακού πολιτιστικού στοιχείου, υποσκάπτοντας τα ίδια τα θεμέλια της φιλοσοφίας, ενώ δεν δίσταζαν ν’ αμφισβητήσουν ακόμη και τους ιδρυτές της δικής τους φιλοσοφικής σχολής. Το σκάνδαλο, που είχε πρόσφατα προκαλέσει κάποιος κυνικός αιγυπτιακής καταγωγής, δίνει στον αυτοκράτορα την ευκαιρία ν’ ασχοληθεί με το παράδειγμα του Διογένη, του οποίου είχε κατηγορηθεί η μωροφιλοδοξία και η ματαιοδοξία. Παρ’ όλο που ο λόγος «Εις τους απαίδευτους κύνας» απευθυνόταν γενικώς στους εκπροσώπους της σχολής, ορισμένοι μελετητές υπέθεσαν ότι μεταξύ αυτών συμπεριλαμβανόταν και ο Νείλος, ο αποδέκτης της επιστολής 82 του Ιουλιανού, ο οποίος ωστόσο, όπως προκύπτει από την προς αυτόν επιστολή, είναι προχωρημένης ηλικίας και μέλος της Ρωμαϊκής Συγκλήτου.
Αποδίδοντας στη ματαιοδοξία τον θάνατο του Διογένη, ο οποίος πέθανε τρώγοντας ωμό χταπόδι, κάποιος κυνικός θεώρησε καλό να στηριχτεί στο στοιχείο αυτό για να υπονομεύσει το κύρος των διδαγμάτων της Στοάς και να υποστηρίξει, κατ’ αντίθεση προς τον Αντισθένη και τον ίδιο τον Σωκράτη, πως «ο θάνατος είναι κακό». Για τον Ιουλιανό ωστόσο η αρρώστια είναι πιο τρομερή -εξ ου και η παρέκβαση που αναφέρεται στην κακή χρήση των ασθενειών, τις οποίες οι πλούσιοι αντιμετωπίζουν ως ηδονή. Ο αυτοκράτορας θα παρουσιάσει λοιπόν δημόσια ό,τι γνωρίζει για τους κυνικούς, έχοντας στο μυαλό του όσους σκέφτονταν ν’ ακολουθήσουν τη συγκεκριμένη φιλοσοφία ζωής.
Παρά τις αυξημένες υποχρεώσεις του με τις προετοιμασίες για τον πόλεμο εναντίον του Σαπώρ Β’, τις πολιτικές και στρατιωτικές δραστηριότητες πριν από την αναχώρησή του, που έλαβε χώρα στις 21 Ιουνίου 362, ο Ιουλιανός έχει τον χρόνο και τη διάθεση να συνθέσει τον λόγο «Εις τους απαίδευτους κύνας». Σύμφωνα με τα στοιχεία από το ίδιο το κείμενο (ο αντίπαλος του διστάζει να πλυθεί με κρύο νερό, παρ’ όλο που πλησιάζει η 21 Ιουνίου, μέρα του θερινού ηλιοστασίου), ο αυτοκράτορας θα πρέπει να συνέθεσε στην Κωνσταντινούπολη το έργο τούτο, που, κατά τη δήλωσή του, τον απασχόλησε για δυο μόνο μέρες, ελάχιστο καιρό πριν την αναχώρησή του, κατά το πρώτο δεκαπενθήμερο του Ιουνίου, λίγο πριν τη θέσπιση του νόμου που απαγόρευε στους χριστιανούς να ασχολούνται με τη διδασκαλία των κλασικών κειμένων. … Ανάγνωση ολόκληρου του θέματος »
Όταν αντικρίζουμε τα αγάλματα των θεών, ας μην τα βλέπουμε σαν σκέτες πέτρες ή ξύλα, αλλά ούτε να θεωρούμε πως είναι οι ίδιοι οι θεοί. Βέβαια, και τις εικόνες των βασιλιάδων δεν τις λέμε ξύλο και πέτρα και χαλκό αλλά ούτε και βασιλιάδες -εικόνες των βασιλέων τις λέμε. Όποιος λοιπόν αγαπά τον βασιλιά, βλέπει με ευχαρίστηση την εικόνα του, όπως και όποιος αγαπά το παιδί του βλέπει μ’ ευχαρίστηση την εικόνα του παιδιού και όποιος αγαπά τον πατέρα του, την εικόνα του πατέρα· όποιος λοιπόν αγαπάει τους θεούς, αντικρίζει με ευχαρίστηση τα αγάλματα και τις εικόνες των θεών, νιώθοντας την ίδια στιγμή σεβασμό και ρίγος καθώς τον βλέπουν, αόρατοι, οι θεοί.
Αν τώρα κάποιος νομίζει πως αυτά τα αγάλματα δεν μπορούν να καταστραφούν επειδή κάποτε ονομάστηκαν εικόνες των θεών, θα τον θεωρήσω τελείως άμυαλο· γιατί θα ‘πρεπε τότε να μην είχαν φτιαχτεί από ανθρώπινα χέρια. Είναι άλλωστε δυνατόν, ένας άθλιος και αμαθής άνθρωπος να καταστρέψει το έργο ενός καλού και σοφού· όμως τα ζωντανά αγάλματα που έφτιαξαν οι θεοί από την αόρατη ουσία τους, εκείνες δηλαδή οι θεότητες* που περιφέρονται κυκλικά στον ουρανό, μένουν στον αιώνα τον άπαντα. Ας μην χάνει λοιπόν κανείς την πίστη του στους θεούς, επειδή βλέπει και ακούει ότι κάποιοι φέρθηκαν υβριστικά προς τα αγάλματα και τους ναούς… [* Εννοεί τα ουράνια σώματα και κυρίως τον ήλιο.]
Να μη σας ξεγελάει λοιπόν κανείς με τα λόγια ούτε να σας κλονίζει την πίστη στην πρόνοια. Κι εκείνοι που σας χλευάζουν γι’ αυτά, δηλαδή οι Ιουδαίοι προφήτες, τι έχουν να πούνε για τον ναό τους που τρεις φορές γκρεμίστηκε κι ακόμα δεν έχει ανεγερθεί; Δεν το ‘πα αυτό χλευαστικά, εγώ που πρώτος ύστερα από τόσα χρόνια σκέφτηκα να τον ανοικοδομήσω προς τιμήν του θεού που λατρευόταν σ’ αυτόν· χρησιμοποίησα το παράδειγμα θέλοντας να δείξω ότι κανένα ανθρώπινο έργο δεν είναι άφθαρτο και ότι οι προφήτες που έγραφαν τέτοια πράγματα παραληρούσαν, συντροφιά με ξεκουτιασμένες γριούλες.
Πηγή: Απόσπασμα από την «Επιστολή προς τον αρχιερέα Θεόδωρο» («Ιουλιανός» – Εκδόσεις «Θύραθεν»)
Για την Ελλάδα
Φεύγοντας για την Ελλάδα, τότε που όλοι νόμιζαν πως με στέλναν εξορία, τάχα δεν δόξασα την τύχη μου σαν να γιόρταζα τη μεγαλύτερη γιορτή, λέγοντας πως εκείνη η αλλαγή ήταν για μένα ό,τι καλύτερο και πως είχα ανταλλάξει, όπως λένε, «Χαλκό με χρυσάφι και εννιά βόδια με εκατό»; Τέτοια αγαλλίαση ένιωθα που μού ‘λαχε να πάω στην Ελλάδα αντί να μείνω σπίτι μου· κι ας μην είχα εκεί ούτε χωράφι ούτε κήπο ούτε ένα σπιτάκι δικό μου. (Επιστολή στον φιλόσοφο Θεμίστιο)
Για τον Ελληνισμό
Ο Ελληνισμός μέχρι τώρα δεν προοδεύει σύμφωνα με τις δυνατότητές του και φταίμε γι’ αυτό εμείς οι ίδιοι που τον ακολουθούμε… Γιατί είναι ντροπή να μη βρίσκουν από μας βοήθεια οι δικοί μας άνθρωποι, τη στιγμή που ούτε ένας Ιουδαίος δεν ζητιανεύει, τη στιγμή που οι ασεβείς χριστιανοί κοντά στους δικούς τους ταίζουν και τους δικούς μας…
Κάνε τους Έλληνες να συνηθίσουν σε τέτοιες καλές πράξεις, διδάσκοντάς τους πως από τα παλιά χρόνια η αγαθοεργία είναι δικό μας έργο. Κι ο Όμηρος ακόμα βάζει τον Εύμαιο να λέει: «Ξένε, θα ‘μαι ασυγχώρητος, ακόμα κι αν μου ‘ρθει κάποιος, χειρότερος από σένα, να μη τον τιμήσω· γιατί απ’ τον Δία μάς έρχονται όλοι, κι οι ξένοι κι οι φτωχοί· η προσφορά μου είναι μικρή αλλά τερπνή συνάμα».
Τα δικά μας καλά, ας μην αφήνουμε να τα μιμούνται με ζήλο οι άλλοι, ενώ εμείς τα ντροπιάζουμε με την αδιαφορία μας… (Επιστολή στον αρχιερέα Γαλατίας Αρσάκιο)
Για την παιδεία στην Ελλάδα
Νομίζω πως χάρη στην παιδεία και τη φιλοσοφία, στη σημερινή Ελλάδα έχει συμβεί κάτι παρόμοιο μ’ εκείνο που βρίσκουμε στους μύθους και τις διηγήσεις των Αιγυπτίων: Λένε λοιπόν, πως κι οι Αιγύπτιοι θεωρούν ότι ο Νείλος γενικά είναι σωτήρας και ευεργέτης της χώρας τους και, κυρίως, αποτρέπει την καταστροφή από τη φωτιά, κάθε φορά που ο ήλιος μετά από μεγάλο κύκλο και σε συζυγία με εξέχοντες αστερισμούς γεμίζει τον αέρα φωτιά και κατακαίει τα πάντα· γιατί ο καύσωνας, λένε, δεν έχει τη δύναμη να εξαντλήσει και να στερέψει τις πηγές του Νείλου. Έτσι και στην Ελλάδα δεν χάνεται η φιλοσοφία· δεν εγκατέλειψε ούτε την Αθήνα ούτε τη Σπάρτη ούτε την Κόρινθο· χάρη σ’ αυτές τις πηγές «δεν μένει το Άργος διψασμένο»… Κι η Αθήνα έχει πολλά και καθάρια τρεχούμενα νερά που αναβλύζουν από το έδαφός της, αλλά και πολλά που συρρέουν απ’ έξω, όχι λιγότερο πολύτιμα από τα ντόπια· κι οι άνθρωποι εκεί τα αγαπούν και τα προσέχουν, επιθυμώντας να αποκτήσουν τον μοναδικό πλούτο που αξίζει να φθονεί κανείς.
Μα τι μ’ έχει πιάσει; Και τι είδους ομιλία είχα σκοπό να ολοκληρώσω αν όχι τον έπαινο της αγαπημένης μου Ελλάδας, που δεν μπορώ να τη φέρω στον νου χωρίς να μένω έκθαμβος με κάθε τι δικό της; («Εγκώμιο στην αυτοκράτειρα Ευσεβία»)… Ανάγνωση ολόκληρου του θέματος »
«Το έργο του Ιουλιανού, “Μισοπώγων”, είναι τόσο θαυμάσιο και πνευματώδες, ώστε με δυσκολία μπορεί κανείς να το αποδώσει σε αυτοκράτορα». Will Durrant
Ο αυτοκράτορας του Βυζαντίου, Ιουλιανός, έγραψε τον «Μισοπώγωνα» στις αρχές του 363, όταν βρισκόταν στην Αντιόχεια, προετοιμαζόμενος για να εκστρατεύσει εναντίον των Περσών. Ο Ιουλιανός είχε την πρόθεση να μεταφέρει την πρωτεύουσα της Ανατολικής Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας (Βυζάντιο), από την Κωνσταντινούπολη στην Αντιόχεια. Εκεί συνάντησε όμως μια εχθρότητα, κυρίως λόγω του ότι δεν ήταν χριστιανός (Ο φιλέλληνας Ιουλιανός ήταν ο μοναδικός μη χριστιανός αυτοκράτορας του Βυζαντίου και είχε απαγορέψει μάλιστα με νόμο, να τον αποκαλούν «δεσπότη»), αλλά ακολουθούσε την ελληνική θρησκεία. Η σεμνότητά του και ο λιτός τρόπος ζωής του, που δεν συμβάδιζε με ζωή αυτοκράτορα, έγιναν αντικείμενο χλεύης και ειρωνείας απ’ τους χριστιανούς κατοίκους της Αντιόχειας. Τον παρομοίαζαν σαν πίθηκο και νάνο, ενώ δεν παρέλειπαν να επικρίνουν τις θυσίες ζώων στους θεούς, παρομοιάζοντάς τον με χασάπη. Βασικός στόχος όμως της χλεύης, αποτέλεσε η «φιλοσοφική» γενειάδα του Ιουλιανού, με την οποία όπως έλεγαν ειρωνικά, μπορούσε να πλέξει κάποιος σκοινιά.
Ο Ιουλιανός έγραψε πικραμένος τον «Μισοπώγωνα», αποδίδοντας στους Αντιοχείς αγνωμοσύνη και αχαριστία, όταν υπέπεσε στην αντίληψή του, ένα σημείωμα που κυκλοφορούσε στην πόλη, το οποίο έγραφε: «Tò Χ δεν αδίκησε σε τίποτε την πόλη, ούτε το Κ», δηλαδή «Ο Χριστός δεν αδίκησε σε τίποτε την πόλη, ούτε ο Κωνστάντιος» (σ.σ.: Ο προηγούμενος αυτοκράτορας). Όταν τέλειωσε το γράψιμό του, ολόκληρο το κείμενο του Mισοπώγωνα «προετέθη» -δηλαδή αναρτήθηκε- στα προπύλαια του παλατιού, σε σημείο όπου μπορούσε να διαβαστεί από τον κάθε κάτοικο της Αντιόχειας. Δύσκολο να φανταστεί κάποιος την αντίδραση των Αντιοχέων σ’ αυτό που διάβαζαν. Σίγουρα πάντως είχαν άγνοια ότι πρωταγωνιστούσαν κι αυτοί σε ένα γεγονός μοναδικό: Ήταν η πρώτη και τελευταία φορά στην ιστορία, που ηγέτης κράτους απευθυνόταν με τέτοιο ύφος και ήθος σε πολίτες -ή, καλύτερα, σε υπηκόους, τους οποίους πάσχιζε να μετατρέψει σε πολίτες… Το μόνο που γνωρίζουμε είναι ότι έναν μήνα αργότερα ο Ιουλιανός -όπως είχε προειδοποιήσει και μέσα από τον «Μισοπώγωνα»- εγκατέλειψε την Αντιόχεια. Οι Αντιοχείς τού έστειλαν αντιπροσωπία για να αποκαταστήσουν τις σχέσεις τους, όμως χωρίς αποτέλεσμα. Είχε άλλωστε ξεκινήσει την εκστρατεία κατά των Περσών (όπου κι έχασε τη ζωή του), και τα στρατιωτικά ζητήματα προείχαν των πολιτικών…
Ο «Μισοπώγων», αποτελεί ένα μοναδικό μνημείο στα παγκόσμια χρονικά, αποκαλυπτικού και ειλικρινούς λόγου, ηγέτη κράτους προς πολίτες. Ποτέ δεν έχει διδαχθεί μάθημα ήθους με τέτοια παρρησία, αστεϊσμό και (αυτο)σαρκασμό. Ο «Μισοπώγων», εκτός από τη μεγάλη αξία του ως ιστορικό έγγραφο μεγάλης λογοτεχνικής αξίας, το οποίο φανερώνει το πνευματικό και ηθικό επίπεδο του Ιουλιανού (αν και κάποιοι χριστιανοί συγγραφείς επιχείρησαν να τον προβάλλουν ως διαταραγμένη ψυχολογικά προσωπικότητα, θέλοντας έτσι να ακυρώσουν τον λόγο του). Είναι ένα γραπτό μνημείο ελληνικού ήθους, αν λάβει κανείς υπόψιν ότι κάποιος άλλος αυτοκράτορας, ενδεχομένως να απαντούσε στις κοροϊδίες και την χλεύη, όχι διά του γραπτού (δια)λόγου, αλλά με βασανιστήρια, φυλακίσεις κι εκτελέσεις («Όσο για τις βρισιές με τις οποίες με λούσατε –δημόσια και ιδιωτικά- με στίχους αναπαίστων· τώρα που και εγώ ο ίδιος έχω κατηγορήσει τον εαυτό μου, σας επιτρέπω ακόμη μεγαλύτερη αθυροστομία, μιας και δεν πρόκειται να σας κάνω ποτέ κανένα κακό –να σφάξω κανέναν ή να χτυπήσω ή να αλυσοδέσω ή να φυλακίσω»). Διαβάζοντας κάποιος τον λόγο αυτό, κάποιες στιγμές θα μπει στον πειρασμό να κάνει θλιβερές συγκρίσεις με σημερινούς πολιτικούς και διανοούμενους … Ανάγνωση ολόκληρου του θέματος »