Η απάτη των απολογητών για τις δήθεν αρχαιοελληνικές προφητείες για τον Χριστό
Πρόλογος
Διαβάζουμε σε αρκετούς χριστιανικούς απολογητικούς ιστότοπους, ότι οι αρχαίοι Έλληνες «προφήτευσαν» τον ερχομό του Ιησού. Δηλαδή, αυτοί οι άνθρωποι δεν αρκούνται μόνο στην υπεράσπιση των διαστρεβλώσεων στα ιουδαϊκά κείμενα, τα οποία άλλοτε «τεντώνουν» κι άλλοτε «κόβουν» από τα συμφραζόμενα, προκειμένου να τα κάνουν να μοιάζουν με δήθεν εκπληρωθείσες «προφητείες». Διαστρεβλώνουν επίσης και την αρχαιοελληνική γραμματεία. Η απάτη όμως γίνεται κατάδηλη με μια απλή ανάγνωση ολόκληρου του επίμαχου αποσπάσματος ή κεφαλαίου. Δυστυχώς, λίγοι είναι εκείνοι που μελετούν ώστε να έχουν δική τους άποψη. Οι περισσότεροι αρκούνται σε όσα τους προσφέρουν οι χριστιανικές ιστοσελίδες.
Προφητεύει ο Σωκράτης τον ερχομό του Χριστού; Προφητεύει ο Αισχύλος την λύτρωση και την κατάβαση του Μεσσία στον Άδη για την «σωτηρία»; Προφητεύει ότι ο Χριστός θα γεννηθεί από Παρθένο; Είπαν κάτι οι Σίβυλλες για τον Χριστό; Μίλησε σχετικά ο σοφός νομοθέτης Σόλων, ο πανεπιστήμων Αριστοτέλης, ο Θουκυδίδης, οι επτά σοφοί, ο Μένανδρος;
Όσο αστεία και αν φαίνονται αυτά σε όσους έχουν μια κάποια επαφή με τα κλασσικά κείμενα, εντούτοις υπάρχουν απολογητικές ιστοσελίδες που προπαγανδίζουν αυτά τα απίστευτα ψέματα, προκειμένου να πείσουν τους πιστούς τους ότι ο Χριστιανισμός «προφητεύονταν» από την αρχαιότητα. Και το τραγικότερο είναι ότι αρκετοί τα πιστεύουν, χωρίς να έχουν διαβάσει ποτέ τα κείμενα αυτά!
Θα τα πάρουμε τα πράγματα κατά σειρά και κατά τάξη, ώστε με πολύ απλό τρόπο να δείξουμε και αυτήν την Χριστιανική απάτη. Ας αναλογιστούν οι πιστοί ποιους εμπιστεύονται…
Εισαγωγή
Πριν προχωρήσουμε στο κυρίως θέμα, θα πρέπει εξ αρχής να ξεκαθαρίσουμε ορισμένα βασικά πράγματα, που παραπλανητικώς τα συνδέουν οι χριστιανοί με την ελληνική κοσμοαντίληψη.
Η ιδέα του μεσσιανισμού είναι καθαρά ανατολικής προέλευσης και ουδεμία σχέση έχει με τον ελληνικό τρόπο σκέψης.
Ο μεσσιανισμός, σε γενικές γραμμές, είναι η πίστη ότι κάποια στιγμή θα έρθει από τον Θεό κάποιος «χρισμένος» ηγέτης («Μεσιάχ» στα Εβραϊκά, εξ ου «Μεσσίας»- «Χριστός»), ο οποίος θα επιβραβεύσει τους δικαίους, θα τιμωρήσει τους κακούς και φαύλους, και θα εγκαθιδρύσει μια νέα εποχή βασιλείας, όπου το κακό και η αδικία θα έχουν πλέον καταργηθεί. Αυτό το μοντέλο καλλιεργήθηκε από ορισμένους ανατολικούς λαούς, προκειμένου να επιχειρηθεί να δοθεί απάντηση στο πρόβλημα του «κακού» και της θεοδικίας. Αυτός είναι ο βασικός πυρήνας, και από εκεί και πέρα όλο αυτό διαφοροποιείται, διαμορφώνεται, και αναμιγνύεται στις θρησκευτικές παραδόσεις των ανατολικών λαών.
Αυτό το μοντέλο προϋποθέτει την χρονική αρχή του κόσμου (που συνοδεύεται από κάποια «πτώση» και «παρακοή», προκειμένου να εισαχθεί το «κακό»). Επίσης, μια μέση περίοδο αναμονής, και ένα τέλος της ανθρώπινης ιστορίας. Μετά αρχίζει μια νέα περίοδος, όπου θα θριαμβεύει η δικαιοσύνη.
Ο χρόνος λογίζεται λοιπόν, γραμμικός. Σαν μια γραμμή. Οι Χριστιανοί, προερχόμενοι από αυτό το σύστημα, απλά προσθέτουν και μία «κάθετη γραμμή», όπου θεωρούν ότι είναι η «κάθοδος» ή η «ενανθρώπηση» του «Θεού Λόγου», και με αυτόν τον τρόπο κάνουν το χρόνο «σταυρωτό». Για την ελληνική κοσμοθεώρηση, τόσο την θρησκευτική όσο και την φιλοσοφική, υπάρχει ένα διαρκές γίγνεσθαι. Ο χρόνος είναι «κύκλος», χωρίς αρχή και τέλος. Αυτό το γίγνεσθαι είναι η αέναη εναλλαγή. Για αυτόν τον λόγο, ποτέ οι αρχαίοι δεν μιλούν για «κτίση», για «αρχή της δημιουργίας», για «δημιουργία εκ του μηδενός», για «ανακαίνιση της κτίσης» κοκ. Για αυτούς, ο κόσμος είναι αυτοσυντηρούμενος, αιώνιος. Η φθορά δεν είναι κάτι το «κακό» που ήρθε εξαιτίας κάποιας παρακοής στο θείο θέλημα, αλλά αποτελεί μηχανισμό της φύσης, ο οποίος σχετίζεται με το γίγνεσθαι που είπαμε πριν.
Ακόμα και ο πατέρας του ιδεαλισμού, ο Παρμενίδης, ο οποίος μαζί με τους άλλους Ελεάτες αποτελούν εξαίρεση μη δεχόμενοι το «γίγνεσθαι» και την κίνηση, δεν αναφέρεται σε δημιουργία. Ο Πλάτων, ίσως ο μεγαλύτερος ιδεαλιστής του αρχαίου κόσμου, στον «Τίμαιο», αναφέρεται στον σχηματισμό του κόσμου από προϋπάρχουσα ύλη, με βάση τα πρότυπα του κόσμου των Ιδεών.
Οι αρχαίοι Έλληνες δεν περίμεναν παθητικά κάποια λύτρωση. Ούτε την είχαν ανάγκη, ούτε περίμεναν από άλλους την λύση. Και πολύ περισσότερο, από τον ουρανό. Ο απόστολος Παύλος αναφέρεται σε αυτήν την αλήθεια επιγραμματικά: «Ἰουδαῖοι σημεῖον αἰτοῦσιν καὶ Ἕλληνες σοφίαν ζητοῦσιν» (Α’ Προς Κορινθίους, 1:22). Η διαφορά του «αιτώ» από το «ζητώ», δείχνει και την διαφορά στην αντίληψη. Το «αιτώ» δείχνει παθητικότητα, ενώ το «ζητώ» ενεργητικότητα. Οι μεν αιτούν σημείο, οι δε ζητούν σοφία. Οι μεν έχουν ως κέντρο κάποιον θεό, για αυτό και οι Ιουδαίοι αιτούσαν σημείο από τον ουρανό, σύμφωνα με την ευαγγελική διήγηση. Οι Έλληνες έχουν κέντρο τον κόσμο και τον άνθρωπο. Ζητούν να ανακαλύψουν τους αιώνιους φυσικούς νόμους και τον τρόπο ώστε ο άνθρωπος, αφού του προσφέρθηκε το ζειν, να κατακτήσει το ευ ζειν.
Τα επιτεύγματα του πολιτισμού, όπως νομοθεσία, πολιτική, φιλοσοφία, τέχνες, γράμματα, θρησκεία, τα οποία αποσκοπούσαν στο να κάνουν τον άνθρωπο καλύτερο, στο «σοφία ζητούσιν» οφείλονται.
Ένα επιπλέον στοιχείο που θα πρέπει να αναφέρουμε, είναι η διαφορά μεταξύ «χρησμού» και «προφητείας». Όπως προκύπτει από την αρχαιοελληνική γραμματεία, ο χρησμός είχε χαρακτήρα συμβουλευτικό, και ήταν η απάντηση των «θεών» προς αποκατάσταση ενός λάθους, ή μιας αδικίας, ή το πώς θα ήταν καλύτερο να κινηθεί κάποιος προκειμένου να αποφύγει συμφορές. Η «προφητεία» όμως έχει χαρακτήρα «αποκάλυψης» του μέλλοντος. Ο «Θεός», αφού είναι εκτός χωροχρόνου (άραγε στο «ποτέ» και στο «πουθενά»;), ως «παντογνώστης», γνωρίζει αυτό που εμείς λέμε «μέλλον» και το αποκαλύπτει σε μας.
Όσοι λοιπόν ισχυρίζονται ότι οι αρχαίοι Έλληνες «προφήτευσαν» τον ερχομό κάποιου που θα μας «σώσει», ψεύδονται ασυστόλως. Διότι πολύ απλά, αυτό που λένε δεν ταιριάζει με τα αρχαιοελληνικά πρότυπα.
Η απάτη των χριστιανών της ΟΟΔΕ για τον Σωκράτη
Η απολογητική ιστοσελίδα ΟΟΔΕ, σε άρθρο της που φέρει τον τίτλο «Μερικές προφητείες των φιλοσόφων για τον Χριστό», παρουσιάζει αποσπάσματα από δύο έργα του Πλάτωνα, όπου υποτίθεται ότι ο Σωκράτης «προφητεύει» τον «λυτρωτή». Είναι αδύνατον, για όσους εντρυφούν στα πλατωνικά έργα, να μην μειδιάσουν.
α) Το πρώτο πλατωνικό έργο είναι ο διάλογος «Αλκιβιάδης Β΄» ή αλλιώς «Ερασταί».
Ο δεύτερος τίτλος του έργου έχει σπουδαία σημασία, διότι γίνονται φανερές οι πραγματικές έννοιες των όρων «εραστής-ερώμενος», όπως έχουμε δείξει με στοιχεία εδώ και εδώ.
Για να καταλάβουν και οι φίλοι αναγνώστες που ίσως δεν έχουν διαβάσει τον συγκεκριμένο διάλογο, αυτός γίνεται με αφορμή την παρέμβαση του Σωκράτη μεταξύ δύο νέων που συζητούν. Ο Σωκράτης δράττεται της ευκαιρίας να μιλήσει για την σωματική καλλιέργεια μέσα από την γυμναστική, και του πνεύματος μέσα από την φιλοσοφία. Όσα λέει, σε αυτά τα πλαίσια τα αναφέρει.
Όμως, ισχυρίζεται ο χριστιανός απολογητής, ότι ο Σωκράτης «ξεκαθαρίζει ότι «περιμένει να έρθει κάποιος να μπορεί να μας διδάξει» όσα η φιλοσοφία δεν μπορεί, «κάποιον που ενδιαφέρεται».
Ας δούμε τί λέει στην πραγματικότητα ο Σωκράτης: «ἀναγκαῖον οὖν ἐστι περιμένειν ἕως ἄν τις μάθῃ ὡς δεῖ πρὸς θεοὺς καὶ πρὸς ἀνθρώπους διακεῖσθαι».
Ο Σωκράτης λέει στον Αλκιβιάδη ότι είναι ανάγκη να περιμένει, μέχρι κάποιος να μάθει πως πρέπει να συμπεριφέρεται στους θεούς και στους ανθρώπους. Δεν αναφέρεται σε κάποιον «μεσσία», αλλά στον δάσκαλο. Εδώ ακριβώς είναι η παιδαγωγική σχέση «εραστή-ερώμενου», όπου μέσα από αυτήν, ο μαθητής θα διδαχτεί αξίες και ιδανικά. Αυτά τα λέει λίγο πριν θυσιάσουν στους θεούς. Και αυτό πολύ σημαντικό στοιχείο, διότι αφενός δείχνει ότι ο Σωκράτης ήταν πιστός στον πολυθεϊσμό (όχι στον μονοθεϊσμό, όπως αναφέρει η ίδια ιστοσελίδα αλλού!), αφετέρου ότι αποκλείεται κάθε ομοφυλοφιλική σχέση (όπως υποστηρίζει αλλού η ίδια ιστοσελίδα!). Και γιατί αποκλείεται; Διότι η νομοθεσία του Σόλωνος απαγόρευε στους κίναιδους την συμμετοχή τους σε ιεροπραξίες και την είσοδό τους στα γυμναστήρια. Δεν είναι βέβαια η πρώτη φορά που η ΟΟΔΕ φάσκει και αντιφάσκει, όπως είχαμε δείξει παλαιότερα.
Όταν ο Αλκιβιάδης τον ρωτά πότε θα έρθει ο χρόνος αυτός και ποιός θα είναι ο δάσκαλος, ο Σωκράτης απαντά, «οὗτος ᾧ μέλει περὶ σοῦ». Εκείνος που ενδιαφέρεται για σένα. Δηλαδή, ο «εραστής». Επίσης, ας προσέξουμε ότι ο Σωκράτης αναφέρεται συγκεκριμένα στο πρόσωπο του Αλκιβιάδη. Ο Αλκιβιάδης όμως, ούτε τον «Χριστό» γνώρισε, ούτε την χριστιανική Εκκλησία, ώστε να διδαχτεί από τον «Χριστό» μέσω αυτής.
β) Επίσης, ισχυρίζεται ο χριστιανός απολογητής, «επίσης προφητεύει ότι δια του Θεού μόνο γίνεται ο άνθρωπος να απολυτρωθεί από την αμαρτία», παραθέτοντας από την «Απολογία του Σωκράτους»…
«Τοιούτος ουν άλλος ου ραδίως υμίν γενήσεται, ω άνδρες, αλλ’ εάν εμοί πείθησθε, φείσεσθε μου, υμείς δ’ ίσως ταχ’ αν αχθόμενοι, ώσπερ οι νυστάζοντες εγειρόμενοι, κρούσαντες αν με, πειθόμενοι Ανύτω ραδίως αν αποκτείναιτε, είτα τον λοιπόν βίον καθεύδοντες διατελεοίτ’ αν, ει μη τινα άλλον ο Θεός υμίν επιπέμψειε κηδόμενος υμών».
Σταματούν εδώ και συνεχίζουν: «Σαφέστατα λοιπόν, εδώ ο Σωκράτης, μίλησε για «κάποιον άλλον, που ο Θεός θα στείλει στους ανθρώπους μετά τη δική του εκτέλεση». Λοιπόν, εμείς τα λέμε ή ο Σωκράτης; Αυτός τίμησε τον εαυτό του προφητεύοντας για τον Χριστό».
Η παραπομπή που δίνουν στο σημείο αυτό «Απολογία Σωκράτους, ΙΗ», δεν είναι σωστή. Η σωστή είναι «Απολογία Σωκράτους, 31a 1-6».
Αμέσως μετά όμως ο Σωκράτης διευκρινίζει με τον πλέον σαφή τρόπο αν αναφέρεται στον Χριστό ή σε άλλον. Κάτι που όμως δεν το αναφέρει η ΟΟΔΕ…
«Ότι δ’ εγώ τυγχάνω ων τοιούτος οίος υπό του θεού τη πόλει δεδόσθαι, ενθένδε αν κατανοήσαιτε», δηλαδή, «Το ότι πράγματι εγώ είμαι εκείνος που έδωσε ο θεός στην πόλη γι’ αυτόν το σκοπό, μπορείτε να το καταλάβετε εύκολα» (31a 7-8).
Συνεπώς, δεν αναφέρεται σε κάποιον ουρανοκατέβατο «μεσσία», αλλά σε κάποιον που θα δρα όπως ο ίδιος. Πώς δρούσε ο Σωκράτης; Με το να συζητά στην αγορά και να οδηγεί ανθρώπους στην αρετή.
Η απάτη της ΟΟΔΕ για τον Αισχύλο
Στο ίδιο άρθρο όμως, ισχυρίζονται ότι και ο Αισχύλος, ο μεγάλος τραγικός, «προφήτευσε» και αυτός, στον «Προμηθέα δεσμώτη».
Παρακαλώ πολύ, να διαβάσετε την συνέχεια του άρθρου της ΟΟΔΕ, και να κάνετε την σύγκριση με τα στοιχεία που θα παρατεθούν εδώ. Για να συνειδητοποιήσουμε πόσο αναξιόπιστη σελίδα είναι και πόσο παραπλανά τους χριστιανούς αναγνώστες της.
Έτσι, δήθεν προφητεύει ο Αισχύλος δια στόματος Ερμή, ότι τα βάσανα του Προμηθέα θα λάβουν τέλος μόνο όταν κάποιος θεός θα πάρει πάνω του τα βάσανά του και να πάει στον Άδη. Ποιός; Ο Χριστός.
Και παραθέτουν: «Σ’ αυτά τα βάσανά σου τέρμα κανένα να μην περιμένεις πριν να φανεί και να θελήσει κάποιος απ’ τους θεούς να πάρει τα βάσανά σου επάνω του και να πάει στον σκοτεινό Άδη στα σκοτεινιασμένα βάθη του Ταρτάρου».
Η παραπομπή που δίνουν είναι και πάλι λάθος. Δεν είναι οι στίχοι 1026-1028, αλλά οι στίχοι 1040-1043.
Και ισχυρίζονται: «Πρόσεξε προφητεία! Προδιέγραψε εδώ ο Αισχύλος, τη βούληση του Θεού Λόγου, του Ιησού Χριστού, να πάρει πάνω του τα βάσανά μας, και να κατεβεί ως τον Άδη με τη σταυρική του θυσία για να μας σώσει!».
Όμως, ο Αισχύλος (που παραποιείται βάναυσα από τους χριστιανούς), συνεχίζει τα λόγια του Ερμή: « Σκέψου καλά, δεν είναι τούτα μονάχα κούφιος κομπασμός, μα λόγος που αλήθεια θα γένει· δεν ξέρει ο Δίας ψέματα ν’ αραδιάζει, μα ό, τι λέει το κάνει πράξη ευθύς» (1044-1047).
Δηλαδή, ο ίδιος ο Δίας είναι που δίνει την υπόσχεση και ο ίδιος θα την εκτελέσει. Πώς είναι δυνατόν, μπορεί να διερωτηθεί κανείς. Ο «κακός» Δίας δεν είναι που τον έδεσε επειδή ευεργέτησε την ανθρωπότητα; Αυτά έχουν εξηγηθεί από τον Ησίοδο από παλαιότερα, τα οποία θα δούμε στο τέλος. Προς το παρόν, μένουμε στον Αισχύλο, ο οποίος αντλεί και αυτός από εκεί που άντλησε και ο Ησίοδος, δηλαδή από την ελληνική μυθολογική παράδοση. Αν αυτά θα γίνουν με την βούληση του Δία, ο Χριστός που κολλάει;
Ακόμα ένα σημείο που παραποιούν, βρίσκεται στον διάλογο Ιούς-Προμηθέα, όπου ο Προμηθέας αναγγέλλει ότι ο ελευθερωτής του θα προέλθει από απόγονο της Ιούς, από την 13η γενεά. Και σταματούν εδώ, χωρίς να αναφέρουν και τα υπόλοιπα, διότι αν τα αναφέρουν, θα τους χαλάσει η «προφητεία». Λέει λοιπόν ο Αισχύλος:
«Ιώ: Ποιος θα σε λύσει, ο Δίας άμα δε θέλει;
Προμηθεύς: Κάποιος δικός σου γόνος πρέπει να’ ναι.
Ιώ: Τι λες; Θα σε λυτρώσει γιος δικός μου;
Προμηθεύς: Τρίτη γενιά μετά τις δέκα πρώτες».
(στίχοι 781-784)
Οι 13 γενιές, συνεπώς, μετρούν από την Ιώ, όχι από τον Αισχύλο. Και αυτό, είναι απόλυτα συνεπές με την μυθολογία, από όπου ο Αισχύλος αντλεί το υλικό για την τραγωδία του. Ο 13ος απόγονος της Ιούς είναι ο Ηρακλής.
Η γενεαλογία πάει έτσι: Ιώ – Έπαφος – Λιβύη – Βήλος – Αίγυπτος – Λυγκέας – Άβας – Ακρίσιος – Δανάη – Περσεύς – Ηλεκτρύων – Αλκμήνη – Ηρακλής. 13 γενιές λοιπόν (Αθ. Σταγειρίτης, Ωγυγία, Δ’ τόμος, σελ. 356-373).
Περί του Ηρακλή πρόκειται και όχι περί του Χριστού! Για αυτό και στο «Προμηθεύς λυόμενος», μέρος της τριλογίας του Αισχύλου, από το οποίο έχουμε μόνο αποσπάσματα, ο Ηρακλής λύνει τον Προμηθέα. Τα στοιχεία όμως, δεν τελειώνουν εδώ.
Ο Αισχύλος, συνεπέστατος προς την μυθολογία, δίνει και την καταγωγή του Ηρακλή.
«… στο Άργος αυτή η βασιλική γενιά θα δώσει. Μα ο λόγος μου θα πήγαινε σε μάκρος, αν όλα τα ιστορούσα ένα προς ένα. Απ’ τη σπορά της κάποιος αντρειωμένος άντρας θα γεννηθεί, λαμπρός τοξότης, που απ’ τα πάθη αυτά θα με λυτρώσει» (στίχοι 880-883).
Αυτά παραλείπονται από τους νεοαπολογητές, αν και αναφέρονται σαφέστατα στο έργο που επικαλούνται, «Προμηθέας δεσμώτης».
Ο ελευθερωτής του Προμηθέα, θα έχει καταγωγή από το Άργος. Πράγματι, με βάση την μυθολογία, η μητέρα του Ηρακλή, η Αλκμήνη, ήταν από το Άργος, και μαζί με τον άνδρα της έφυγαν από εκεί κυνηγημένοι και εγκαταστάθηκαν στην Θήβα, όπου γεννήθηκε ο Ηρακλής, εξ ου και καλείται ο Ηρακλής Θηβαίος.
Ας περάσουμε τώρα και στον Ησίοδο, για να συμπληρωθεί η εικόνα.
Λέει ο Ησίοδος στην «Θεογονία»: «Κι έδεσε με βασανιστικά τον ποικιλόβουλο Προμηθέα πικρά δεσμά περνώντας του κολόνα στη μέση κι ενάντια του ύψωσε μακρόφτερο αετό· κι αυτός το συκώτι το αθάνατο έτρωγε, κι αυτό μεγάλωνε το ίδιο γύρω τη νύχτα, όσο όλη τη μέρα έτρωγε το μακροφτέρουγο πουλί. Αυτόν όμως της ομορφόσφυρης Αλκμήνης ο γερός γιος ο Ηρακλής σκότωσε κι έδιωξε το κακό βλάψιμο απ’ το γιο του Ιαπετού και τον ελευθέρωσε απ’ το μαρτύριο όχι χωρίς τη θέληση του Ολύμπιου Δία του υψηλού βασιλιά, για να πάρει τη δόξα ο Θηβογέννητος Ηρακλής πιο μεγάλη ακόμη από πριν στην πολύτροφη γη» (στίχοι 521-531).
Τέλος, ας δοθεί απάντηση και στα λεγόμενα των «απολογητών» περί του κακού Δία που τιμώρησε τον Προμηθέα επειδή έκανε καλό στην ανθρωπότητα.
Μετά την Τιτανομαχία, μαζεύτηκαν οι θεοί και οι άνθρωποι στην Μηκώνη, για να ορίσουν τα δικαιώματα του κάθε ένα. Εκεί, ο Προμηθέας προσπάθησε να ξεγελάσει τον Δία. Πήρε ένα βόδι, το έσφαξε, το τεμάχισε, και με το μισό τομάρι τύλιξε όλα τα ψαχνά, και με το άλλο μισό όλα τα λίπη και τα κόκαλα, και πρότεινε στον Δία να διαλέξει. Ο Δίας το κατάλαβε, αλλά προσποιήθηκε ότι δεν ήξερε, και διάλεξε αυτό με τα κόκαλα. Το ψαχνό το πρόσφερε ο Προμηθέας στους ανθρώπους. Ο Δίας οργίστηκε με τον Προμηθέα και τους ανθρώπους για τον δόλο τους, και έτσι διέκοψε την παροχή της «φωτιάς». Όμως, ο Προμηθέας, ξαναπήρε την «φωτιά» και την έδωσε στους ανθρώπους (Θεογονία, στίχοι 535-569). Τότε τιμωρήθηκε, αλλά αργότερα ο ίδιος ο Δίας επέτρεψε στον Ηρακλή να τον ελευθερώσει.
Οι απάτες του «Ανώνυμου Απολογητή» για τις δήθεν αρχαιοελληνικές προφητείες
Αλλά και «ο έτερος Καππαδόκης», ο «Ανώνυμος Απολογητής», εξαπατά κατά τον ίδιο τρόπο τους αναγνώστες του. Προς το παρόν, θα ασχοληθούμε με τις αρχαιοελληνικές «προφητείες».
Παρουσιάζονται ένα σωρό ρήσεις που μιλούν για τον Χριστό και την Μαρία με…εκπληκτική σαφήνεια, από το συγγραφικό έργο του Αθανασίου, «Περί του ναού, και περί των διδασκαλείων, και των θεάτρων των εν Αθήναις».
Ισχυρίζονται, ότι ο Αθανάσιος, σε αυτό το έργο, διέσωσε τους χρησμούς κάποιου μάντη Απόλλωνα, τον οποίο θεωρεί άνθρωπο σοφό, ο οποίος έκτισε ναό, και στο βωμό έγραψε «τω αγνώστω θεώ». Τότε συγκεντρώθηκαν οι συγκεκριμένοι σοφοί για να τον ρωτήσουν. Και τότε, είπε χρησμούς για τον Χριστό, και για την Παρθένο Μαρία.
Έτσι ο Απόλλων μιλάει για την Τριάδα, για την κυοφορία του Λόγου από την Παρθένο της οποίας το όνομα θα είναι «Μαρία», ο Τίτων υμνεί την Παρθένο Μαρία, ο Βίας υμνεί την δύναμη του Θεού Λόγου, ο Σόλων μιλάει για την ενανθρώπηση τα βάσανα και την λύτρωση. Ακόμα, για το ότι θα μισηθεί από άπιστο λαό που θα τον κρεμάσει ψηλά. Ο Χείλων αναφέρεται στο «ομοούσιο», όπως και ο Αριστοτέλης. Όλα όσα αποδίδονται σε αυτούς, στο συγκεκριμένο χριστιανικό κατασκεύασμα, αλλά και σε διάφορα άλλα χειρόγραφα -πολύ μεταγενέστερα- δεν υπάρχουν ούτε αυτούσια ούτε παραπλήσια ως απόψεις σε κανένα σωζόμενο έργο αυτών των αρχαίων συγγραφέων, ούτε κάπου υπάρχει κάποια μαρτυρία από τους αρχαίους σχολιαστές.
Σύμφωνα με το καθηγητή Πατρολογίας Στ. Παπαδόπουλο, το έργο αυτό είναι νόθο (Β΄ τόμος Πατρολογίας). Δεν το έγραψε ο Αθανάσιος, αλλά άλλοι στο όνομα του Αθανασίου, προφανώς για να το περιβάλλουν με κύρος…
«Μέγας αριθμός κειμένων, κάποτε συγχρόνων αλλά συνήθως μεταγενεστέρων του Αθανασίου, κυκλοφόρησαν με το όνομά του, για να εξασφαλίσουν επιτυχία και αναγνώριση του περιεχομένου τους» (ο. π., σελ. 310).
Η συνάντηση αυτών των προσώπων δεν είναι ιστορικό γεγονός, διότι αυτά τα πρόσωπα έζησαν σε διαφορετικές χρονολογίες. Κατ’ επέκταση, τίποτα δεν ειπώθηκε στην πραγματικότητα. Απλά, χριστιανοί συγγραφείς, έβαλαν στο στόμα τους πράγματα που δεν είπαν ποτέ. Είναι απλά ένα χριστιανικό κατασκεύασμα, από χριστιανούς που ήθελαν ανεπιτυχώς να συνδυάσουν Ελληνισμό με Χριστιανισμό, αναδεικνύοντας τον δεύτερο.
Άλλη απάτη του Ανώνυμου Απολογητή, είναι η χρήση των «σιβυλλικών χρησμών». Ο καθηγητής Πατρολογίας Στ. Παπαδόπουλος, αναφέρει ότι είναι παραχαραγμένοι, αρχικά από τους Ιουδαίους της διασποράς και μετέπειτα από τους χριστιανούς.
«Ιουδαίοι ελληνιστές επεξεργάστηκαν καταλλήλως τα υπάρχοντα κείμενα ή έγραψαν άλλα με τη δομή των παλαιών. Έτσι τα 14 (από τα 15) σωζόμενα σιβυλλικά βιβλία, που γράφονταν σε ηρωικά εξάμετρα, εξ ολοκλήρου ιουδαϊκά ή με ιουδαϊκά στοιχεία είναι τα βιβλία Α-Ε και ΙΑ-ΙΓ» (Ά Τόμος Πατρολογίας, σελ. 256).
Φυσικά, ο Στ. Παπαδόπουλος ήταν χριστιανός. Όμως ήταν και επιστήμονας. Δεν ήταν απολογητής ο άνθρωπος. Έτσι, σεβόμενος τα γράμματα που σπούδασε και μην έχοντας να υπερασπιστεί ψεύδη, μεταφέρει με υπεύθυνο τρόπο αυτό που λέει η σύγχρονη έρευνα.
Ακόμα: «τα βιβλία 6,7,και 8, τα οποία εν όλο ή εν μέρει γράφτηκαν από χριστιανούς συγγραφείς στον 2ο αιώνα μ.Χ. με τη δομή και στο πλαίσιο των αρχαιότερων ελληνο-ιουδαϊκών σιβυλλικών βιβλίων» (ο. π, σελ. 256).
Ακόμα: «Από τα χριστιανίζοντα σιβυλλικά βιβλία το 8ο γράφτηκε οπωσδήποτε προ του 180 και το 7ο με τα πολλά γνωστικά στοιχεία ίσως περί τα τέλη του 2ου αιώνα. Το 6ο, που έχει μόνον 28 στίχους, περιλαμβάνει ύμνο στο Χριστό και στο ξύλο του Σταυρού. Το 8ο, που έχει 500 στίχους, διακρίνεται σε τρία τμήματα, είναι το σπουδαιότερο και το γνωστότερο από όλα και περιλαμβάνει: α) Αναγγελία της θείας τιμωρίας και της καταστροφής της Ρώμης, β) Ύμνο για τον τελικό θρίαμβο του Χριστού με την ακροστιχίδα “ΙΗΣΟΥΣ ΧΡΕΙΣΤΟΣ ΘΕΟΥ ΥΙΟΣ ΣΩΤΗΡ ΣΤΑΥΡΟΣ”, και αναφορά στο έργο του Χριστού και στην βασιλεία του παντοδύναμου Θεού μετά την τιμωρία των κακών. Οι Σίβυλλες και μάλιστα η Ερυθραία προφητεύει με ακρίβεια για τον Χριστό και το έργο του και θεωρείται προφήτης του Σωτήρα, μολονότι κατά παράδοση έζησε έξι γενεές μετά τον κατακλυσμό και ήταν ιέρεια του Απόλλωνα (Ευσεβίου, Κωνσταντίνου λόγος 18 και 19)· αλλά φυσικά ο χριστιανός συγγραφέας εργάζεται στο β’ ήμισυ του 2ου αιώνα. Ανάλογα προφητεύει και η Κυμαία Σίβυλλα. γ) Ύμνο στο δημιουργό Θεό και το Λόγο του που έγινε άνθρωπος» (ο. π. σελ. 257).
Διαβάστε επίσης: Περί τού «αγνώστου θεού»