Όσοι έχουν ψάξει λίγο στα βοθρολύματα της ιστορίας του ΚΚΕ (και δυστυχώς δεν είναι κι αρκετοί αυτοί), πιθανότατα να έχουν λάβει γνώση για τις προθέσεις του σταλινικού αυτού μορφώματος να δημιουργήσει «ανεξάρτητη» Μακεδονία και Θράκη, με σκοπό αυτές να ενταχθούν σε μια βαλκανική κομμουνιστική ομοσπονδία υπό την αιγίδα του μεγάλου «πατερούλη» Στάλιν.
[Ναι, ναι… Πρόκειται για το ίδιο κόμμα, που έχει καταφέρει να ενοχοποιήσει όσους δεν ήταν και δεν είναι κομμουνιστές, σαν «φασίστες», «γκεσταπίτες», «δωσίλογους», «γερμανοτσολιάδες» και «προδότες». (Στις μέρες μας μάλιστα, έχει φθάσει να θεωρείται, ότι το να είσαι αντικομμουνιστής, ισοδυναμεί περίπου με ύβρι κατά της δημοκρατίας). Μιλάμε δηλαδή, για τον ορισμό του θράσους…]
Δυστυχώς όμως, οι άνωθεν προθέσεις, τις οποίες οι ξενοκίνητοι κομμουνιστές τις υποστήριξαν και με τα όπλα, δεν αποτελούν τον πάτο στο βαρέλι με τα σκατά της «ένδοξης» ιστορίας του -μιας ιστορίας, που δυστυχώς αγνοούν και οι ίδιοι οι οπαδοί του.
Κατά την διάρκεια του Συμμοριτοπόλεμου (αυτόν, που χάριν της πολιτικής ορθότητος αποκαλείται «Εμφύλιος»), οι σταλινίσκοι του ΚΚΕ, απέδειξαν ότι δεν είχαν κανέναν φραγμό και κανέναν ενδοιασμό για τα μέσα που θα χρησιμοποιούσαν, αρκεί να έφταναν στον στόχο τους, ακόμη κι αν αυτός ο στόχος προϋπόθετε διαμελισμό της Ελλάδος … Ανάγνωση ολόκληρου του θέματος »
«Όποιος ξέρει την αλήθεια και την κρύβει είναι εγκληματίας». Μπέρτολτ Μπρεχτ
Με θάρρος μπροστά στην αλήθεια
Η ζωή της ελληνικής πολιτικής προσφυγιάς στις σοσιαλιστικές χώρες, είναι ελάχιστα γνωστή στον ελληνικό χώρο. Ήταν εύκολη η προσαρμογή των ανταρτών τον Δημοκρατικού Στρατού και χιλιάδων άλλων ανθρώπων που μετά την ήττα, κατατρεγμένοι και κυνηγημένοι, βρήκαν άσυλο στις λαϊκές δημοκρατίες; Ποιο ήταν το ανθρώπινο κόστος της προσαρμογής αυτής;
Οι συνθήκες ζωής και προσαρμογής των Ελλήνων πολιτικών προσφύγων οριοθετήθηκαν από τις δομές των συστημάτων των χωρών στις οποίες φιλοξενήθηκαν και εγκαταστάθηκαν και από ένα ειδικό ασφυκτικό καθεστώς που επέβαλλαν οι εναλλασσόμενες και αλληλοσπαρασσόμενες σταλινικές ηγεσίες του ΚΚΕ. Κάτω από αυτή την ιδιόμορφη κατάσταση, γράφτηκε μια από τις πιο αποκαρδιωτικές σελίδες στην ιστορία τον ελληνικού επαναστατικού κινήματος. Είναι η σελίδα με τους ατέλειωτους και ποικιλόμορφους σκληρούς διωγμούς και κατατρεγμούς που δοκίμασαν οι πολιτικοί πρόσφυγες από το ίδιο τους το κόμμα που πίστεψαν και με αυτοθυσία υπηρέτησαν.
Η καταγραφή και η ανάγνωση μιας τέτοιας σελίδας προκαλεί τέτοιο συγκλονισμό και τόση οδύνη, που να αναρωτιέται κανείς αν ήταν χρήσιμο να προστεθεί στον κατάλογο μιας καθόλου ενθουσιαστικής βιβλιογραφίας για τα έργα και τις ημέρες των ανθρώπων που βρέθηκαν να καθοδηγούν ένα από τα ζωντανότερα και ηρωικότερα κομμουνιστικά κόμματα στον κόσμο, το Κομμουνιστικό Κόμμα Ελλάδας. Η απόκρυψη όμως της αλήθειας στο αριστερό κίνημα θα ήταν ασυγχώρητο έγκλημα. Θα βοηθούσε μόνο αυτούς που έμαθαν να δρουν στα σκοτεινά, αυτούς που συρρίκνωσαν επικίνδυνα το ρωμαλέο αριστερό ελληνικό κίνημα κι έκαναν τη μεγάλη πλειοψηφία του ελληνικού λαού διστακτική και καχύποπτη απέναντι στις προθέσεις του.
Είναι αλήθεια ότι κάθε τίμιος αγωνιστής διακατέχεται από τον παλιό και γνωστό φόβο, μήπως τέτοιες «αποκαλύψεις» «δίνουν όπλο στον εχθρό». Κι ακόμα ότι «βγάζοντας στη φόρα τ’ άπλυτά μας», δημιουργούμε σοβαρές αναστολές και ανασχέσεις στην ανάπτυξη του κινήματος. Σήμερα όμως δημιουργείται ο τύπος του νέου κομμουνιστή, του ώριμα σκεπτόμενου ανθρώπου, και οι φόβοι αυτοί δεν έχουν θέση στην ψυχή και στον νου του…
Τα πρώιμα χρόνια της ελληνικής Αριστεράς και η Φεντερασιόν του Αβραάμ Μπεναρόγια
Μέχρι τα πρώτα χρόνια του 20ού αιώνα η ελληνική Αριστερά διέπονταν από την ιδεολογία της κοινωνικής απελευθέρωσης, σε συνδυασμό με το αίτημα για την απελευθέρωση των λαών που ήταν υπόδουλοι στην Οθωμανική Αυτοκρατορία. Με κεντρικές μορφές, όπως ο σημαντικότερος Έλληνας σοσιαλιστής της εποχής, ο Σταύρος Καλλέργης, ο Μαρίνος Αντύπας, ο Νίκος Γιαννιός, ο Γεώργιος Σκληρός κ.ά., το σοσιαλιστικό κίνημα που κινούνταν στα όρια του ελλαδικού χώρου, θα ερχόταν αντιμέτωπο με νέα δεδομένα, όταν θα πραγματοποιούνταν η ενσωμάτωση της Θεσσαλονίκης και της Μακεδονίας: Στην Βόρεια Ελλάδα, το εβραιοβουλγαρικό σοσιαλιστικό κίνημα είχε πολύ μεγαλύτερη επιρροή, σε μια βάση διαφόρων εθνοτήτων που αποτελούσαν την περίφημη «μακεδονική σαλάτα».
Όταν απελευθερώθηκε η Θεσσαλονίκη από τον ελληνικό στρατό τον Οκτώβριο του 1912, οι μόνοι που αισθάνθηκαν απελευθερωμένοι, ήταν οι Έλληνες, οι οποίοι όμως μειοψηφούσαν σε πληθυσμό εκείνη την εποχή στην πόλη (σε σύνολο 150.000, οι Έλληνες ήταν 40.000, οι Εβραίοι 60.000, οι Τούρκοι 45.000 και οι λοιπές εθνότητες 5.000). Η μεγαλύτερη κοινότητα της Θεσσαλονίκης, η εβραϊκή, δεν είδε με καθόλου καλό μάτι την αλλαγή του καθεστώτος. Οι Εβραίοι, στα πλαίσια της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, την οποία θεωρούσαν ως πατρίδα τους, έλεγχαν κάθε οικονομική δραστηριότητα. Τα νέα δεδομένα, προκαλούσαν γι’ αυτούς οικονομικές απώλειες, καθώς η αποχώρηση των ηττημένων αποτελούσε και απώλεια χρεών. Επιπλέον, τα όρια της ελληνικής επικράτειας, ήταν σαφώς πιο στενά απ’ αυτά της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, στα οποία δρούσαν πριν εμπορικά και αυτή τη φορά έβλεπαν στα πρόσωπα των Ελλήνων τον κίνδυνο του ανταγωνισμού, τον οποίον δεν είχαν με τους μουσουλμάνους και τους Βούλγαρους, οι οποίοι περιορίζονταν στις αγροτικές ασχολίες και στο «χαμαλίκι». Εκτός όμως των οικονομικών λόγων, υπήρχε και ο φόβος των αντιποίνων, καθώς η εβραϊκή κοινότητα, όχι μόνο είχαν ενισχύσει οικονομικά τον πόλεμο των Τούρκων εναντίον των Ελλήνων, πραγματοποιώντας έρανο, με το τεράστιο ποσό των 650.000 χρυσών λιρών, αλλά μέλη της είχαν δημιουργήσει στρατιωτικό σώμα εθελοντών, για να πολεμήσουν στο πλευρό των Τούρκων κι εναντίον των Ελλήνων (δημοσίευμα εφημερίδας «Εστία», 9 Οκτωβρίου 1912). Εξ άλλου, ήταν ακόμη νωπές οι μνήμες από τον λιθοβολισμό Ελλήνων αιχμαλώτων, από Εβραίους στην Θεσσαλονίκη. Υπό αυτές τις συνθήκες και παρ’ ότι ο Βενιζέλος είχε φροντίσει να καθησυχάσει την εβραϊκή κοινότητα παραχωρώντας τους και ιδιαίτερα προνόμια (π.χ. εξαγορά στρατιωτικής θητείας, διατήρηση της αργίας του Σαββάτου, διατήρηση της ισπανοεβραϊκής γλώσσας στις οικονομικές συναλλαγές κ.ά.), οι Εβραίοι ξεκίνησαν προσπάθειες «διεθνοποίησης» της πόλης στέλνοντας εκκλήσεις, πότε στους Βούλγαρους για να προστατέψουν με περιπολίες τις εβραϊκές συνοικίες, πότε στους Αυστριακούς, με αίτημα αυτή τη φορά, να προσαρτήσουν την Θεσσαλονίκη και την Μακεδονία, στην Αυστρουγγαρία, και πότε αποστέλλοντας επιτροπή στο Λονδίνο με αίτημα την αυτονόμηση της Μακεδονίας.
Ένα από τα κινήματα αυτονόμησης της Μακεδονίας και της Θράκης, ήταν το εργατικό σωματείο «Εργατική Σοσιαλιστική Ομοσπονδία Θεσσαλονίκης» πιο γνωστό με τον ισπανοεβραϊκό τίτλο «Φεντερασιόν», το οποίο είχε ιδρυθεί το 1909 από τον Εβραίο τυπογράφο, βουλγαρικής καταγωγής, Αβραάμ Μπεναρόγια και τον επίσης Εβραίο Κουν Βεντούρα. Η Φεντερασιόν, που αποτελούνταν κυρίως από Εβραίους και Βούλγαρους, αρχικά ήταν ανοιχτά υπέρ των Νεότουρκων και κατά του διαμελισμού της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Η οργάνωση εκπροσωπούνταν μάλιστα από το 1910 στο οθωμανικό κοινοβούλιο, με τον Βούλγαρο Ντίμιταρ Βλάχοφ. Προσγειωμένος όμως στην ωμή πραγματικότητα της προσάρτησης της Μακεδονίας στην Ελλάδα και κάτω από την διεθνή αντίληψη που υπήρχε για το μέλλον της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, ο Μπεναρόγια αναπροσάρμοσε την τακτική του και κάτω από τον σοσιαλιστικό μανδύα, προπαγάνδιζε μέσα από την εφημερίδα της οργάνωσης «Αβάντι», την αυτόνομη ομοσπονδία της Μακεδονίας, ως τμήμα μιας Βαλκανικής Ομοσπονδίας.
Γράφει για την Φεντερασιόν, ο διατελέσας προσωρινός Γενικός Γραμματέας του ΚΚΕ (1925-1926) και βουλευτής (1926-28), Ελευθέριος Σταυρίδης («Τα Παρασκήνια του ΚΚΕ»): … Ανάγνωση ολόκληρου του θέματος »
Κάθε χρόνο, τέτοιον καιρό, στον εορτασμό της επετείου του μεγάλου «ΟΧΙ» της 28ης Οκτωβρίου του 1940, έχουμε ξανά και μανά το ίδιο τροπάριο. Ποιος το είπε το «ΟΧΙ»; Ο Ιωάννης Μεταξάς ή ο λαός;
Ένα ψεύτικο δίλημμα, μόνο και μόνο για να μειωθεί και να ακυρωθεί ο δικτάτορας Μεταξάς. Μόνο ένας ηλίθιος θα αμφέβαλλε για το δεδομένο «ΟΧΙ» του ελληνικού λαού, που θα έπαιρνε τα όπλα, όποια κι αν ήταν η απάντηση του Μεταξά στο ιταλικό τελεσίγραφο. Είτε το θέλουμε όμως είτε όχι, είτε μας αρέσει είτε όχι, είτε καλώς είτε κακώς, αυτός ο άνθρωπος βρέθηκε στο τιμόνι της Ελλάδος εκείνη την δεδομένη στιγμή κι αυτός είπε το επίσημο «ΟΧΙ» (που συμφωνούσε βεβαίως με το κοινό λαϊκό αίσθημα), κυριολεκτικά κι όχι μεταφορικά ή συμβολικά. Και για τους λάτρεις της πραγματικής ιστορίας (που γράφει και δεν ξεγράφει), ο άνθρωπος που εισέπραξε το «ΟΧΙ», ο Ιταλός πρέσβης Εμμανουέλε Γκράτσι φρόντισε -προς τιμήν του- να διασώσει ολόκληρο τον δραματικό διάλογο που έκανε με τον δικτάτορα Ιωάννη Μεταξά τα ξημερώματα της 28ης Οκτωβρίου 1940. Επιπλέον, η επιστράτευση κηρύχθηκε άμεσα, την ίδια ημέρα, που σημαίνει ότι για το επίσημο ελληνικό κράτος, δεν υπήρξε ουδεμία αμφιταλάντευση ή δισταγμός.
Επειδή, συνήθως, αυτό το ψευτοδίλημμα προέρχεται από τα αριστερά, θέλοντας ν’ ανακατέψουν τον φασισμό του Χίτλερ και του Μουσολίνι μ’ αυτόν του Μεταξά, καλό θα είναι να «φρεσκάρουμε» και λίγο την μνήμη μας και να θυμηθούμε πως αντέδρασε η επίσημη Αριστερά την εποχή εκείνη.
Στις 28 Οκτωβρίου, η Ιταλία κηρύσσει τον πόλεμο στην Ελλάδα. Οι Έλληνες σπεύδουν στο πολεμικό μέτωπο κι έτσι οι εξελίξεις προσπερνούν τα μανιφέστα του ΚΚΕ. Λίγες μέρες μετά την έναρξη του ελληνοϊταλικού πολέμου, στις 2 Νοεμβρίου 1940 δημοσιεύεται στον αθηναϊκό τύπο (με την έγκριση Μεταξά), μια ανοιχτή επιστολή (που καταγγέλθηκε αργότερα από το ΚΚΕ ως πλαστή) του φυλακισμένου ηγέτη του ΚΚΕ, Νίκου Ζαχαριάδη, με τίτλο «Ανοιχτό Γράμμα του Γενικού Γραμματέα του Κ.Κ.Ε. προς το λαό της Ελλάδας», με την οποία καλεί όλους τους Έλληνες να ενωθούν κάτω από την κυβέρνηση Μεταξά και να αντισταθούν:
Ο φασισμός του Μουσολίνι χτύπησε την Ελλάδα πισώπλατα, δολοφονικά και ξετσίπωτα με σκοπό να την υποδουλώσει και εξανδραποδίσει. Σήμερα όλοι οι Έλληνες παλεύουμε για τη λευτεριά, την τιμή, την εθνική μας ανεξαρτησία. Η πάλη θα είναι πολύ δύσκολη και πολύ σκληρή. Μα ένα έθνος που θέλει να ζήσει πρέπει να παλεύει, αψηφώντας τους κινδύνους και τις θυσίες. Ο λαός της Ελλάδας διεξάγει σήμερα έναν πόλεμο εθνικο‐απελευθερωτικό, ενάντια στο φασισμό τον Μουσολίνι.
Δίπλα στο κύριο μέτωπο και Ο ΚΑΘΕ ΒΡΑΧΟΣ, Η ΚΑΘΕ ΡΕΜΑΤΙΑ, ΤΟ ΚΑΘΕ ΧΩΡΙΟ, ΚΑΛΥΒΑ ΜΕ ΚΑΛΥΒΑ, Η ΚΑΘΕ ΠΟΛΗ, ΣΠΙΤΙ ΜΕ ΣΠΙΤΙ, ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΓΙΝΕΙ ΦΡΟΥΡΙΟ ΤΟΥ ΕΘΝΙΚΟ‐ΑΠΕΛΕΥΘΕΡΩΤΙΚΟΥ ΑΓΩΝΑ (σ.σ.: Τα κεφαλαία μεταφέρονται όπως έχουν στο πρωτότυπο).
Κάθε πράκτορας του φασισμού πρέπει να εξοντωθεί αλύπητα. Στον πόλεμο αυτό που τον διευθύνει η κυβέρνηση Μεταξά, όλοι μας πρέπει να δώσουμε όλες μας τις δυνάμεις, δίχως επιφύλαξη. Έπαθλο για τον εργαζόμενο λαό και επιστέγασμα για το σημερινό του αγώνα, πρέπει να είναι και θα είναι, μια καινούργια Ελλάδα της δουλειάς, της λευτεριάς, λυτρωμένη από κάθε ξενική ιμπεριαλιστική εξάρτηση, μ’ ένα πραγματικά παλλαϊκό πολιτισμό.
Όλοι στον αγώνα, ο καθένας στη θέση του και η νίκη θα ‘ναι νίκη της Ελλάδας και του λαού της. Οι εργαζόμενοι όλου του κόσμου στέκουν στο πλευρό μας.
Αθήνα, 31 του Οκτώβρη 1940
ΝΙΚΟΣ ΖΑΧΑΡΙΑΔΗΣ
Γραμματέας της Κεντρικής Επιτροπής του ΚΚΕ
Λίγες μέρες αργότερα όμως, ο «σύντροφος» Ζαχαριάδης τα μαζεύει άρον άρον και και με μια νέα επιστολή του, στις 26 Νοεμβρίου 1940, ζητά από την Ελλάδα να κρατήσει…ουδετερότητα. Έρχεται και η Κεντρική Επιτροπή του ΚΚΕ, στις 7 Δεκεμβρίου 1940, κι ενώ έχει απελευθερωθεί η Βόρεια Ήπειρος, βάζει το κερασάκι πάνω στην τούρτα, εκδίδοντας ένα ακόλουθο μανιφέστο (ΚΚΕ-Επίσημα Κείμενα, τόμος Ε’), όπου, μεταξύ άλλων, αναφέρει:
Ο πόλεμος αυτός προκλήθηκε από τη βασιλομεταξική σπείρα, που διατάχτηκε από τους Εγγλέζους ιμπεριαλιστές, δεν μπορεί να έχει την παραμικρή σχέση με την υπεράσπιση της πατρίδος μας. Ούτε είναι βέβαια «πόλεμος κατά του φασισμού», όπως δήλωσε κυνικά ο αρχιφασίστας Μεταξάς, ο δήμιος του λαού μας. Μα ούτε και πόλεμος για την απελευθέρωση των ελληνικών μειονοτήτων της Αλβανίας απ’ το ζυγό του ιταλικού φασισμού και της αλβανικής αστοτσιφλικάδικης κλίκας, γι’ αυτό ο πόλεμος αυτός δεν μπορεί να ‘χει καμμία σχέση με την ελευθερία…
Καλούμε τους πολεμιστές μας ν’ αρνηθούν να πολεμήσουν πέρα απ’ τα σύνορα της πατρίδας μας. Τι ζητάμε στην Αλβανία; Που μας πάνε; Ο λαός μας δε θέλει δεύτερο Σαγγάριο.
Στις 14 Απριλίου 1941, δημοσιεύεται στον «Ριζοσπάστη» απόφαση της Κεντρικής Επιτροπής του ΚΚΕ, με την οποία, λίγο πολύ, καλεί τον λαό, αντί να στραφεί εναντίον των κατακτητών, να στραφεί εναντίον της κυβέρνησης, γιατί ο πόλεμος είναι…άδικος:
Καλούμε όλο το λαό να σκεφθή πόσο διαφορετική θα ήταν ή θέση τον σήμερα, αν η επιστράτεψη της 28 Οκτωβρίου 1940 μετατρεπόταν σε λαϊκό ξεσήκωμα, που θα σάρωνε τη διχτατορία και θ’ ασφάλιζε την ειρήνη και την ανεξαρτησία μας, με μια συμφωνία με τη Σοβιετική Ένωση. Να σκεφθή πόσες μανάδες θα χαίρονταν τα παληκάρια τους, πώς η Μακεδονία, η Θράκη και όλα όσα ακόμα θα χάσουμε, θα γλύτωναν τον ξενικό ζυγό και πώς αντί για μαγνητικές νάρκες, μπόμπες, πείνα και καταστροφές, ο λαός μας θά ‘χε τώρα πραγματική ελευθερία. Να σκεφθή ακόμα πώς αν το σωτήριο αυτό ξεσήκωμα δεν έγινε, αιτία είναι η πλάνη τον λαού πώς ο πόλεμος ήταν δίκαιος, πώς άλλος τρόπος για να υπερασπίσουμε την ανεξαρτησία μας δεν υπήρχε. Και να μάθη πώς με την πλάνη αυτή τον ξεγέλασαν οι τύραννοι, αναθέτοντας σε χαφιέδες της «προσωρινής διοίκησης» να σκαρώσουν ατιμίες και παγίδες πλαστογραφίες, και άλλα εγκλήματα, όπως το πλαστό γράμμα τον αρχηγού του λαού, σύντροφου Ζαχαριάδη.
Πως εξηγείται αυτή η στάση του ΚΚΕ; Απλούστατον…
Η μαμά Σοβιετική Ένωση, έναν χρόνο πριν, έχει υπογράψει με την Γερμανία, το σύμφωνο Ρίμπεντροπ-Μολότωφ, το οποίο προβλέπει τον μη πόλεμο μεταξύ αυτών των χωρών. Ως γνωστόν, ο Χίτλερ σύντομα το έκανε κωλόχαρτο αυτό το σύμφωνο και επιτέθηκε στην Σοβιετική Ένωση.
Πως εξηγείται αυτή η στάση του ΚΚΕ; Απλούστατον…
Η Σοβιετική Ένωση, ενάμισι χρόνο περίπου πριν (στις 23 Αυγούστου 1939), έχει υπογράψει με την Γερμανία, το σύμφωνο Ρίμπεντροπ-Μολότοφ, το οποίο προέβλεπε την μη επίθεση μεταξύ αυτών των χωρών. Η Γερμανία εφ’ όσον είχε υπογράψει σύμφωνο (το οποίο, το ΚΚΕ αποκαλούσε «όργανο ειρήνης») με την «μάνα» Σοβιετική Ένωση, θεωρούνταν πλέον «φίλη» χώρα.
Ως γνωστόν όμως, αφού αυτοί οι δυο χώρισαν την Ευρώπη στα δύο και κατακτούσαν την μία χώρα μετά την άλλη, ο Χίτλερ σύντομα, αυτό το «όργανο ειρήνης» το έκανε κωλόχαρτο και στις 22 Ιουνίου 1941 επιτέθηκε στην Σοβιετική Ένωση, εφαρμόζοντας την γνωστή επιχείριση «Μπαρμπαρόσα».
Ποια ήταν η αντίδραση του ΚΚΕ; Με απόφαση στις 1-8-1941, η Κεντρική Επιτροπή του ΚΚΕ, κάλεσε τον ελληνικό λαό να υπερασπίσει την…Σοβιετική Ένωση!… («Το Κ.Κ.Ε. από το 1931 ως το 1952», ΚΚΕ):
Μέσα στις σημερινές συνθήκες το βασικό καθήκον των Ελλήνων κομμουνιστών είναι η οργάνωση της πάλης του ελληνικού λαού για την υπεράσπιση της Σοβιετικής Ένωσης και την αποτίναξη του ξενικού ζυγού.
Το ΚΚΕ καλεί τον ελληνικό λαό, όλα τα κόμματα και τις οργανώσεις του σε ένα εθνικό μέτωπο της απελευθέρωσης:
α) Για το διώξιμο της γερμανοϊταλικής κατοχής.
β) Για την ανατροπή της κυβέρνησης-οργανέτου τους.
γ) Για την καθημερινή υποστήριξη και υπεράσπιση της Σοβιετικής Ένωσης.
Η παράνοια δεν τελειώνει εδώ όμως.
Το 1945, το ΕΑΜ απαιτούσε την επιστροφή των…Τσάμηδων στα σπίτια τους στην Ήπειρο!!!
Όλα αυτά δεν αναφέρονται για να εξωραϊστεί ο δικτάτορας Μεταξάς, ούτε για να ξύνονται παλιές πληγές και «αμαρτίες» της Αριστεράς. Ο δικτάτορας είναι δικτάτορας (και μάλιστα ο συγκεκριμένος, ήταν ένας «άνθρωπος μικρός», όπως έγραψε ο Γεώργιος Βλάχος στην «Καθημερινή», το 1922). Τελεία και παύλα. Να μην έχουμε όμως και επιλεκτική μνήμη, ειδικά μάλιστα απ’ την στιγμή που η Αριστερά έχει ουσιαστικά οικειοποιηθεί την υπόθεση «Εθνική Αντίσταση».